Έρευνα – Κείμενο: Γιώργος Πάλλης
Τα επίσημα αποτελέσματα των αρχαιολογικών ερευνών στην Ελλάδα δημοσιεύονται στο Αρχαιολογικόν Δελτίον, το επιστημονικό περιοδικό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Η έκδοσή του, που ξεκίνησε το 1915, συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με καθυστέρηση πάντα μερικών ετών, που οφείλεται στον αναγκαίο χρόνο μελέτης του υλικού και συγκέντρωσης των σχετικών εκθέσεων. Σε κάθε περίπτωση, το Δελτίον παρέχει την εγκυρότερη ενημέρωση γύρω από τα αρχαιολογικά ευρήματα της χώρας και είναι γνωστό και καθιερωμένο στους επιστημονικούς κύκλους διεθνώς.
Σε έναν από τους τελευταίους τόμους που εκδόθηκαν, τον 65ο του 2010, ανακοινώθηκαν τα νέα ευρήματα που ήρθαν στο φως στο Μαρούσι το έτος αυτό, κατά τη διάρκεια δημόσιων έργων και οικοδομικών εργασιών σε οικόπεδα ιδιωτών. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα πλούσιο απολογισμό που προσθέτει πολλά νέα στοιχεία για τη γνώση της περιοχής, παρά τον αποσπασματικό χαρακτήρα που έχουν οι ανασκαφές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των πιεστικών σύγχρονων αναγκών. Στις γραμμές που ακολουθούν συνοψίζουμε τα ευρήματα αυτά, όπως δημοσιεύτηκαν στο Δελτίον από τους αρχαιολόγους της Β’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων που επέβλεψαν τις σχετικές εργασίες, τις κ.κ. Ιωάννα Γκουρτζιούμη, Γαλήνη Δασκαλάκη, Μαρία Στεφανοπούλου και Αθηνά Χατζηδημητρίου και τον κ. Δημήτρη Παλαιολόγο. Ξεχωριστές ανασκαφικές έρευνες πραγματοποίησε η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η οποία δεν δημοσίευσε τα αποτελέσματά τους. Οι δύο Εφορείες έχουν πλέον συγχωνευθεί στην ενιαία Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής.
Η παρουσίαση – ανακεφαλαίωση που ακολουθεί, γίνεται κατά χρονολογική σειρά, από τους αρχαιότερους στους νεότερους χρόνους. Στο τέλος διατυπώνουμε ορισμένα γενικής φύσης σχόλια για τα νέα ευρήματα. Όσοι ενδιαφέρονται για περισσότερες λεπτομέρειες, μπορούν να ανατρέξουν στον ίδιο τον τόμο του Αρχαιολογικού Δελτίου, ο οποίος διατίθεται από τα πωλητήρια του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων στα μεγάλα μουσεία της Αθήνας.
Γεωμετρικοί χρόνοι (10ος-8ος αιώνας π.Χ.)
Στον Άγιο Θωμά, σε ανασκαφή οικοπέδου επί της οδού Μπραχαμίου 3 βρέθηκαν πέντε φρέατα (πηγάδια) και δύο ορύγματα, τα οποία περιείχαν άφθονη κεραμική των ύστερων γεωμετρικών χρόνων. Τα φρέατα ερευνήθηκαν σε βάθος μέχρι 4,70 μ. Η κεραμική που περισυνελέγη ανήκει σε διάφορους τύπους αγγείων (οινοχόες, κύπελα, κυάθια) με γραπτό γεωμετρικό διάκοσμο, αλλά και σε πιο χονδροειδή, καθημερινής χρήσης. Ήρθαν επίσης στο φως μικροαντικείμενα όπως σφονδύλια, αγνύθες και τριπτήρες. Αποθέτης (λάκκος απόθεσης αντικειμένων) με μεγάλη ποσότητα χονδρής και λεπτής κεραμικής γεωμετρικών χρόνων βρέθηκε επίσης κοντά στη διασταύρωση των οδών Αγίου Κωνσταντίνου και Διονύσου, κατά την κατασκευή του έργου «Αντιπλημμυρική προστασία Δήμου Αμαρουσίου».
Κλασικοί χρόνοι (480 – 323 π.Χ.)
Τμήμα δρόμου του 4ου αιώνα π.Χ. ήρθε στο φως κατά την ανασκαφή οικοπέδου επί των οδών Αθλητών και Βυζαντίου, κοντά στον ναό του Αγίου Κοσμά. Ο δρόμος σωζόταν σε μήκος 15 μ., είχε κατεύθυνση βορρά – νότου και πλάτος 3 – 3,50 μ. Η δυτική του πλευρά οριζόταν με χαμηλό τοιχίο. Το οδόστρωμα είχε δύο διαφορετικές κατασκευαστικές φάσεις, που χρονολογήθηκαν στον 4ο αιώνα με βάση κεραμικά ευρήματα. Ο χώρος γνώρισε νέα χρήση κατά τους υστεροβυζαντινούς χρόνους (1204-1453), στους οποίους ανήκουν δείγματα κεραμικής με εφυάλωση (γυάλωμα).
Στην οδό Διονύσου αρ. 130, δίπλα σχεδόν στην εκεί ρεματιά, βρέθηκαν η αρχαία κοίτη του ρέματος σε βάθος 6 μ. από σημερινό επίπεδο του δρόμου, καθώς και διάφορα κατάλοιπα, στα οποία περιλαμβάνονται τμήμα κυκλικής κατασκευής ευτελούς ποιότητας, του 4ου αιώνα π.Χ., και τρεις πήλινοι αγωγοί των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων, κατασκευασμένοι σε διαφορετικές χρονικές φάσεις. Οι επιχώσεις της αρχαίας κοίτης του ρέματος περιείχαν δείγματα κεραμικής μέχρι και των υστεροβυζαντινών χρόνων, οπότε φαίνεται ότι αυτό μετατοπίστηκε δυτικότερα.
Τμήμα αναλημματικού τοίχου που όριζε αρχαία κοίτη ρέματος βρέθηκε σε οικόπεδο των οδών Νεμέσεως και Ιοκάστης στον Άγιο Θωμά. Η κατασκευή χρονολογήθηκε στον 4ο αιώνα π.Χ. βάσει των κεραμικών ευρημάτων. Κοίτη αρχαίου ρέματος, στις επιχώσεις της οποίας βρέθηκε κεραμική του 4ου αιώνα π.Χ., βρέθηκε και στην οδό Πεντέλης 63, λίγο πριν το Σικιαρίδειο Ίδρυμα. Σε οικόπεδο στην οδό Αθλητών και Μαραθωνοδρόμων κοντά στον Άγιο Κοσμά, κατόπιν εκσκαφής χωρίς την άδεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, εντοπίστηκαν στο εναπομείναν άσκαφο τμήμα ενδείξεις εγκατάστασης (κατοικίας;) του 4ου αι. π.Χ. Στο ίδιο οικόπεδο διαπιστώθηκαν ίχνη δραστηριότητας των ρωμαϊκών χρόνων.
Αποθέτης με λίθους και κεραμική του 4ου αιώνα π.Χ. βρέθηκε σε οικόπεδο στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Γ. Σουρή. Η κεραμική περιλάμβανε μεταξύ άλλων λυχνάρια, αγνύθες και έναν πήλινο φαλλό. Δύο άλλοι αποθέτες κλασικών χρόνων -ο ένας και με αρχαϊκό και ελληνιστικό υλικό- βρέθηκαν σε οικόπεδο των οδών Κ. Καραμανλή και Κ. Τσικλητήρα, στην ευρύτερη περιοχή του Σωρού. Κεραμική και κεραμίδες κλασικών – ελληνιστικών χρόνων μαζί με συσσώρευση λίθων, εντοπίστηκαν επίσης κοντά στη διασταύρωση των οδών Αγίου Κωνσταντίνου και Διονύσου, στο έργο «Αντιπλημμυρική προστασία Δήμου Αμαρουσίου».
Πιο σημαντικά είναι τα ταφικά ευρήματα. Κατά τη διάρκεια κατασκευής έργου ακαθάρτων σε πάροδο επί της οδού Σωρού 49, βρέθηκαν τέσσερις τάφοι του 5ου αιώνα π.Χ. Οι τάφοι 1 και 2 ήταν παιδικοί, μέσα σε πήλινες λάρνακες – λουτήρες και περιείχαν ως κτερίσματα αγγεία διαφόρων τύπων, ένα ειδώλιο και μία στλεγγίδα (μεταλλικό όργανο καθαρισμού των αθλητών). Και οι δύο χρονολογήθηκαν μεταξύ του 475-450 π.Χ. Ο τάφος 3 ήταν εγχυτρισμός (ταφή εντός αγγείου) και έφερε ως σήμα μεγάλο φυσικό λίθο. Ο λακκοειδής τάφος 4 βρέθηκε εν μέρει κατεστραμμένος από αγωγό της ΕΥΔΑΠ. Ως κτερίσματα περιείχε 23 μικρά αγγεία. Η ομάδα των τεσσάρων τάφων εκτιμάται ότι αποτελεί τμήμα ευρύτερου νεκροταφείου, που πρέπει να εκτείνεται στα γύρω οικόπεδα. Σε οικόπεδο στη συμβολή των οδών Παπαφλέσσα και Σαλαμίνος εντοπίστηκε κατά την ανέγερση οικοδομής ασύλητος παιδικός τάφος του 5ου αι. π.Χ. Η ταφή είχε γίνει μέσα σε κεραμική λάρνακα σχήματος λουτήρα. Το νεκρό παιδί ήταν κτερισμένο με τέσσερα αγγεία.
Τύμβος «Σωρός»
Iδιαίτερος λόγος γίνεται στο Αρχαιολογικόν Δελτίον του 2010 για το ζήτημα του αρχαίου τύμβου «Σωρός», που έχει δώσει το όνομά του στη γύρω περιοχή. Ο τύμβος είχε ανασκαφεί εν μέρει το 1891, όταν σωζόταν ακόμα σε ύψος 8 μέτρων. Στο κέντρο του είχε βρεθεί βάση στήλης ή αγάλματος που θα έστεκε στην κορυφή του. Έκτοτε το μνημείο εγκαταλείφθηκε και το 1984 άρχισε να οικοδομείται επάνω του ιδιωτική κατοικία, με άδεια της Πολεοδομίας Αμαρουσίου. Παρά τις αντιδράσεις και την κινητοποίηση που ακολούθησε, η οικοδομή ολοκληρώθηκε το 1987, με απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (βλ. αρθρογραφία της Θ. Μαυραντή στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ της εποχής).
Το θέμα παρέμεινε ωστόσο ανοικτό από την πλευρά της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων, ως προς το ενδεχόμενο κήρυξης του χώρου ως αρχαιολογικού. Το 2009 η Εφορεία πραγματοποίησε 27 δοκιμαστικές τομές επί των σωζόμενων πρανών του τύμβου και γύρω από αυτόν, οι οποίες απέβησαν άκαρπες, καθώς δεν απέδωσαν κανενός είδους εύρημα. Το μόνο που διαπιστώθηκε είναι ότι η συσσώρευση των χώματος του αρχικού τύμβου διατηρείται πλέον σε ύψος μέχρι 2,50 μ. Κατόπιν αυτού, δεν συντρέχουν οι κατά τον νόμο προϋποθέσεις για την κήρυξη του χώρου ως αρχαιολογικού.
Παλαιοχριστιανικοί χρόνοι (330 – 7ος αιώνας μ.Χ.)
Νοτίως του ναού της Νεραντζιώτισσας, επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, κατά την κατασκευή του έργου «Αντιπλημμυρική προστασία Δήμου Αμαρουσίου» βρέθηκαν δύο τοίχοι παλαιοχριστιανικών χρόνων, άγνωστου προορισμού. Στη συμβολή των οδών Ιερού Λόχου και Α. Παπανδρέου βρέθηκε γωνία κτίσματος του τέλους του 4ου – αρχών του 5ου αιώνα μ.Χ. Σε άλλο κτίσμα, των υστεροβυζαντινών χρόνων (1204-1453) ανήκει επιμήκης τοίχος που βρέθηκε στο ακίνητο, μαζί με χαρακτηριστική εφυαλωμένη κεραμική της περιόδου. Το ίδιο οικόπεδο απέδωσε και ενδείξεις δραστηριότητας κατά τους ύστερους γεωμετρικούς και υστεροκλασικούς χρόνους.
Βυζαντινοί χρόνοι (7ος αιώνας -1204)
Αποθέτης με δείγματα εφυαλωμένης κεραμικής βυζαντινών χρόνων βρέθηκε νοτίως του ναού της Νεραντζιώτισσας, επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, κατά το έργο «Αντιπλημμυρική προστασία Δήμου Αμαρουσίου».
Υστεροβυζαντινοί χρόνοι (1204 – 1453)
Άλλος αποθέτης με κεραμική των υστεροβυζαντινών χρόνων βρέθηκε στην οδό Αγίου Ελευθερίου 2, κοντά στον ομώνυμο ναό.
Σχόλια
Τα ευρήματα του 2010 εμπλουτίζουν σημαντικά τις γνώσεις μας για το παρελθόν της περιοχής του Αμαρουσίου, καθώς μάλιστα μπορούν να συνδυαστούν με αντίστοιχα που έχουν έρθει στο φως τα τελευταία χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι ο συστηματικός αρχαιολογικός έλεγχος των οικοδομικών και άλλων εργασιών στον Δήμο Αμαρουσίου ξεκίνησε λίγο μετά το έτος 2000. Έκτοτε έχουν επισημανθεί πολυάριθμες, άγνωστες ως τότε, αρχαίες και βυζαντινές θέσεις – κάτι το οποίο σημαίνει ότι πολύ περισσότερα θα ήταν όσα χάθηκαν κατά την έκρηξη της «αντιπαροχής» και τη ραγδαία ανοικοδόμηση των δεκαετιών του ’80 και του ’90.
Μια πρόχειρη αξιολόγηση των ευρημάτων του 2010, μας επιβεβαιώνει κατ’ αρχήν την πρωτοκαθεδρία της ευρύτερης περιοχής του Αγίου Θωμά: ο μεγαλύτερος αριθμός αρχαιολογικών θέσεων όλων των περιόδων εντοπίζεται εκεί, προφανώς λόγω της εύφορης γης και του ρέματος, που προσείλκυαν διαχρονικά την ανθρώπινη παρουσία. Το πλούσιο υλικό κεραμικής γεωμετρικών χρόνων που βρέθηκε σε φρέατα και αποθέτες, αντιπροσωπεύει πιθανώς τις απαρχές της κατοίκησης του χώρου, από την οποία προέκυψε το Άθμονον των ιστορικών χρόνων της αρχαιότητας. Την κλασική περίοδο η περιοχή καλλιεργήθηκε εντατικά, όπως μαρτυρούν τα αρδευτικά έργα με το πυκνό δίκτυο αγωγών και -αργότερα- δεξαμενών, που υποστήριζαν τη γνωστή από τις αρχαίες πηγές αγροτική παραγωγή της.
Η περιοχή του Αγίου Θωμά γνώρισε νέα άνθηση κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο, όταν η Αττική ανήκε στο γαλλικό, καταλανικό και τέλος φλωρεντινό δουκάτο των Αθηνών. Κατά μήκος του ρέματος αναπτύχθηκε ένας εκτεταμένος αγροτικός οικισμός, κατάλοιπα του οποίου ήρθαν και το 2010 στο φως. Η σύνθεση των δεδομένων από το υλικό που έχει συγκεντρωθεί ως τώρα, είναι δυνατό να μας δώσει μια καλή εικόνα της μορφής και της ζωής σε αυτόν.
Από τα άλλα ευρήματα του 2010, αξίζει να επισημάνουμε τους πολλούς αποθέτες, την οδό και τους τάφους της κλασικής περιόδου. Πρόκειται για την περίοδο της μεγάλης ακμής του δήμου των Αθμονέων, του οποίου όμως ακόμα αναζητούμε το κέντρο. Ο δρόμος που βρέθηκε στην οδό Αθλητών και Βυζαντίου προσθέτει ένα νέο σημείο στην τοπογραφία της περιοχής, ενώ οι ταφές στην οδό Σωρού επιβεβαιώνουν ότι η διαδρομή της ήταν σε χρήση ήδη από την εποχή εκείνη. Οι διάσπαρτοι αποθέτες υποδεικνύουν επίσης μια έντονη δραστηριότητα σε όλη την έκταση του αρχαίου δήμου, στη μέριμνα του οποίου θα μπορούσαν εξάλλου να αποδοθούν οι επεμβάσεις στις αρχαίες κοίτες των ρεμάτων. Η περαιτέρω μελέτη και δημοσίευση των νέων ευρημάτων από τους ανασκαφείς, καθώς και όσα άλλα πρόκειται να ακολουθήσουν, θα αυξάνουν διαρκώς το ενδιαφέρον και τις γνώσεις για τον τόπο μας, ενώ αυτός υφίσταται κατά τα τελευταία χρόνια την πιο δραματική αλλαγή της μορφής του, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του.