Ο δημοσιογράφος βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση όταν έχει να καλύψει μείζονος σημασίας ζητήματα, καθώς καλείται να λειτουργήσει σχεδόν την ίδια στιγμή που εξελίσσονται τα γεγονότα. Δεδομένο που δεν του παρέχει το χρονικό περιθώριο που χρειάζεται ούτε την ανθρώπινη συναισθηματική φόρτισή του να περιορίσει, ούτε όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την πληρότητα της είδησης να συγκεντρώσει.
Του Θάνου Σταθόπουλου
Από την άλλη, αυτή είναι η γοητεία του λειτουργήματος-επαγγέλματος και το σημείο που διαφοροποιεί τον καλό από τον μέτριο ή τον κακό δημοσιογράφο. Και το θέμα της ΕΡΤ ενδείκνυται για τέτοιου είδους κρίσεις, αφού -πλην των στοιχείων που προαναφέρθηκαν- δημιουργεί και μία πρόσθετη φόρτιση, αφού έχει να κάνει με τον ίδιο το λειτούργημα-επάγγελμά μας.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, από τα αυτονόητα, τα οποία δυστυχώς μόνο ως τέτοια δεν νοούνται σήμερα.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι η ΕΡΤ, όπως δυστυχώς η συντριπτική πλειονότητα των δημοσίων οργανισμών, νοσούσε βαθύτατα σε ορισμένα σημεία της.
Επίσης, ουδείς μπορεί να αντικρούσει όποιον υποστηρίξει ότι ελάχιστοι από τους άνω των 2.500 υπαλλήλων της προσλήφθηκαν με αξιοκρατικά κριτήρια, μέσα από αδιάβλητες και διαφανείς διαδικασίες (χωρίς, ωστόσο, αυτό να αποκλείει ούτε το ήθος, ούτε την επαγγελματική επάρκεια αρκετών στελεχών της ΕΡΤ, τα οποία εξάλλου έχουν αποδειχθεί στην πράξη).
Άρα, ο εξορθολογισμός και η εξυγίανση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης κρίνονται ως αναγκαίες κινήσεις στο πλαίσιο της γενικότερης αναδιοργάνωσης της χώρας και φυσικά είναι ελάχιστοι εκείνοι που θα αντιτάσσονταν σε αυτές. Όμως, η εξυγίανση απέχει πάρα πολύ από τον ξαφνικό «θάνατο» που, με σχεδόν πραξικοπηματικό τρόπο, επέλεξε η τρικομματική κυβέρνηση, παρά τις -θεωρητικές ως τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές- κατηγορηματικές αντιρρήσεις των δύο έτερων κυβερνητικών εταίρων, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Προκαλεί πραγματικά τον σκεπτόμενο πολίτη – ψηφοφόρο το γεγονός ότι αυτοί που ευθύνονται για το κατάντημα της ΕΡΤ, αυτοί που πρωτοστάτησαν στο «χορό» των ρουσφετολογικών προσλήψεων στο ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής και όπου αλλού λειτουργούσε ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας, εμφανίζονται σήμερα ως τιμητές της διαφάνειας και της αξιοκρατίας, κατεβάζοντας τους διακόπτες. Κι ακόμη χειρότερα, εκπρόσωποι της πολιτικής ελίτ, στα ατομικά βιβλιάρια των οποίων περισσεύουν τα κομματικά ένσημα σε βάρος εκείνων που προέρχονται από την πραγματική εργασία (αν ποτέ είχαν τέτοια…) επιχειρούν να απαξιώσουν σήμερα συλλήβδην τους δημοσιογράφους της ΕΡΤ, όπως έκαναν τα τελευταία χρόνια και με τους δημοσιογράφους των ιδιωτικών ΜΜΕ. Και δυστυχώς, το κάνουν με αρκετή επιτυχία όπως αποδεικνύεται από την παθητικότητα με την οποία αντιμετωπίζει, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, η πλειονότητα της κοινωνίας τις επιθέσεις εναντίον του Τύπου.
Μοιραία, με αυτές τις κινήσεις της η κυβέρνηση στερεί τη δυνατότητα ακόμη και από ανθρώπους που στηρίζουν, έστω και με βαριά καρδιά, το δύσκολο σχέδιο εξόδου της χώρας από την κρίση, να συνεχίσουν να προσφέρουν την όποια στήριξή τους. Ο ισχυρός κρίκος της κυβέρνησης διολισθαίνει σταθερά σε αντιδημοκρατικές πρακτικές, αποδεικνύοντας ότι δεν καταφέρνει να απαλλαγεί από τα σύνδρομα του αυταρχικού παρελθόντος του, ακόμη και σήμερα όπου το εθνικό διακύβευμα είναι μέγιστο.
Από την άλλη, τεράστια ευθύνη φέρουν και οι δύο άλλοι εταίροι και ιδιαίτερα η αριστερή(;) ΔΗΜΑΡ. Τούτη τη φορά δεν μιλάμε για συντελεστές φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, για φορολόγηση καταθέσεων ή οτιδήποτε άλλο που έχει να κάνει με την ατομική περιουσία μας, αλλά για το μέγιστο αγαθό της Δημοκρατίας, δηλαδή με την εθνική περιουσία μας. Αν και τώρα δεν υπάρξει «κόκκινη γραμμή», πότε θα υπάρξει;
Αν το success story του κ. Αντώνη Σαμαρά περιλαμβάνει και μία Ελλάδα στο… γύψο, τότε ας το ζήσει μόνος του. Οι δημοσιογράφοι μπορεί να έχουν κατηγορηθεί για πολλά πράγματα και να έχουν χρεωθεί για ακόμη περισσότερα, αλλά οι περισσότεροι παραμένουν αθεράπευτα δημοκράτες και αποφασισμένοι να υπερασπιστούν, με κάθε τρόπο και μέσο, την ελευθεροτυπία. Οι εργαζόμενοι στον χώρο του Τύπου δεν είναι απλοί εργάτες φάμπρικας, την οποία μπορείς να κλείνεις εν μία νυκτί, και να μην ανοίγει μύτη.
Ωστόσο, αυτό δεν θα το κρίνουμε μόνο εμείς οι δημοσιογράφοι. Θα το κρίνει και η ελληνική κοινωνία. Αν η τελευταία μείνει απαθής σε αυτό που συντελείται στην ΕΡΤ και αύριο ουδείς ξέρει πού αλλού θα επαναληφθεί, τότε το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί. Αν όχι, ακόμη παλεύεται…