“Τινά περί Αμαρουσίου”
Ο Πολυκράτης πρέπει να διορίστηκε σχολάρχης στο Μαρούσι στα τέλη της δεκαετίας του 1880, έχοντας όπως είδαμε ήδη υπηρετήσει πρώτα στο Κορωπί. Δεν έχουμε εντοπίσει την ακριβή διάρκεια της εδώ θητείας του, η οποία μάλλον δεν διήρκεσε πολλά χρόνια, υπήρξε όμως πολύπλευρα γόνιμη.
Το 1889 ο αθηναιογράφος και μετέπειτα ακαδημαϊκός Δημήτριος Καμπούρογλου είχε αρχίσει τη δημοσίευση των Μνημείων της Ιστορίας των Αθηναίων, των έγγραφων δηλαδή τεκμηρίων της ιστορίας της Αθήνας και των περιχώρων της κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Στον τρίτο τόμο του έργου, που εκδόθηκε το 1892, βρίσκουμε τη μελέτη του Θεμιστοκλή Πολυκράτη “Τινά περί Αμαρουσίου”, έκτασης δέκα σελίδων –λίγων μεν αλλά εξαιρετικά πολύτιμων. Τη μελέτη αυτή συνέταξε ο Πολυκράτης όταν υπηρετούσε στο Μαρούσι και την ολοκλήρωσε εδώ, όπως σημειώνει ο ίδιος, στις 16 Δεκεμβρίου του 1890.
Στο πρώτο μέρος της συγκεντρώνει διάφορες πληροφορίες για το παρελθόν του τόπου, αρχαίο και μεσαιωνικό, άλλες από την ως τότε βιβλιογραφία και άλλες από δικές του επιτόπιες παρατηρήσεις και τις διηγήσεις των ντόπιων. Ενδιαφέρον έχουν οι τοπογραφικές επισημάνσεις του, σχετικά με τη θέση του παλιού χωριού, καθώς «χωρικοί παραλαβόντες εκ παραδόσεως» τού διηγούνταν ότι αυτό βρισκόταν στη θέση Πέλικας, κοντά στη Νεραντζιώτισσα. «Περίεργον μοι εφάνη ότι ουδείς των ιερέων γινώσκει ουχί μόνον το πότε πανηγυρίζει η Νερατζιώτισσα, ης ερείπιον είνε ο ναός, αλλά και τίνος αγίας είνε επωνύμιον η Νερατζιώτισσα», σημειώνει, υποθέτοντας ότι επρόκειτο μάλλον για την Παναγία και την εορτή της Κοίμησης ή των Εισοδίων. Και συνεχίζει αναφερόμενος σε άλλες θέσεις της περιοχής, στα σποραδικά αρχαία ευρήματα και στην ανάγκη πραγματοποίησης κάποιας αρχαιολογικής έρευνας, αν και «η κατά το παρελθόν θέρος γενομένη ανασκαφή εν τη προς Β/Α του χωρίου καλουμένη θέση Σωρώ, δεν επήνεγκεν το προσδοκώμενον αποτέλεσμα».
Ο Πολυκράτης φαίνεται ότι περιηγήθηκε την περιοχή του Αμαρουσίου και γοητεύτηκε από το τοπίο της. «Ο Πέλικας», γράφει, «έχει μεν θαυμασίαν τοποθεσίαν, δεσπόζουσαν πάντων των πέριξ μερών, ίσως δε είνε εκ των σπανίων ας έχει η Αττική». Στους Αγίους Θεοδώρους, σήμερα Άγιο Ελευθέριο, του έκαναν εντύπωση οι θεόρατες βελανιδιές, που εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα: «Περίεργον δε είνε ότι όπισθεν του ναού είνε πεφυτευμέναι δύο παμπάλαιαι φηγοί, ων την μίαν μόλις τρεις άνδρες δύνανται να εναγκαλισθώσιν».
Ιδιαίτερα πάντως τον συγκινούσαν οι ζωντανές τότε μνήμες από τα ηρωικά χρόνια της Επανάστασης του 1821: «Ιστορικώς δε το Αμαρούσιον δεν κατατάσσεται χαμηλότερον των λοιπών μικροπόλεων, αι μετέσχον του ιερού αγώνος. Ως εν κατόπτρω διασώζουσιν έτι εν τη εαυτών μνήμη αι αποζώσαι γεροντικαί σκιαί του ιερού αγώνος, τα δεινοπαθήματα, α υπέστησαν τότε». Και διηγείται όσα προφανώς άκουσε από αυτούς τους γέροντες, για μία μάχη που είχε δοθεί στο ρέμα, στη θέση Γεφυράκια.
Τα έθιμα του γάμου
«Μετ’ ολίγα έτη ψιλώς μόνον θα διασώζηται η περί παλαιών ηθών και εθίμων παράδοσις, διότι ατυχώς όπως αλλαχού ούτω και ενταύθα σφοδρός εισήλασεν ο νεωτερισμός, ακατάσχετος δε φέρεται η ορμή αυτού προς τελείαν απόσβεσιν παντός ίχνους των πατροπαραδότων». Ο Πολυκράτης παρατήρησε τις συνέπειες του εκσυγχρονισμού του τρόπου ζωής στο Μαρούσι με βάση τα αθηναϊκά πρότυπα, μια διαδικασία που επιταχύνθηκε μετά τη σύνδεση του οικισμού με την πρωτεύουσα με τον σιδηρόδρομο (1885). Ο κόσμος των παλαιών συνηθειών και εθίμων εξαφανιζόταν με γοργό ρυθμό. Και γι’ αυτό ο σχολάρχης προχώρησε στην καταγραφή και δημοσίευση του τοπικού παραδοσιακού γάμου, βασιζόμενος, όπως διευκρινίζει, σε πληροφορίες του φίλου του Γεωργίου Κοτζιά.
Το σχετικό κείμενο καλύπτει το ήμισυ σχεδόν της μελέτης του Πολυκράτη στα Μνημεία, διότι και η διάρκεια των γαμήλιων εθίμων ήταν μεγάλη: άρχιζαν από το Σάββατο και τελείωναν την επόμενη Πέμπτη. Η περιγραφή είναι λεπτομερής και προσφέρεται σήμερα για πολλαπλές αναλύσεις και συμπεράσματα, καθώς η επιστημονική μελέτη των εθίμων αυτού του είδους έχει εξελιχθεί. Εντύπωση κάνουν μεταξύ άλλων η αυστηρότητα του τελετουργικού, η σημασία της μουσικής, οι πράξεις με φυλακτήριο και αποτρεπτικό του κακού χαρακτήρα –π.χ. η νύφη κάρφωνε ένα μαχαίρι στην πόρτα του νέου της σπιτιού, καθώς έμπαινε σε αυτό. Πρόκειται για έναν κόσμο εθίμων που έχουν εξαφανιστεί ολοκληρωτικά –δεν επιζεί κανείς που να είχε λάβει μέρος– και γι’ αυτό το λόγο η καταγραφή του Πολυκράτη είναι μοναδική και πολύτιμη. Η θητεία του λόγιου σχολάρχη στο Μαρούσι υπήρξε (και) από αυτή την άποψη ένα ευτύχημα.
Η μελέτη του Πολυκράτη είναι σήμερα άγνωστη και απρόσιτη στο ευρύ κοινό του Αμαρουσίου. Τα Μνημεία του Καμπούρογλου, παρόλο που επανεκδόθηκαν το 1993 από τις αναστατικές εκδόσεις του Δ. Νότη Καραβία, απαντούν μόνο σε λίγα βιβλιοπωλεία του κέντρου και επιστημονικές βιβλιοθήκες. Η περιγραφή του μαρουσιώτικου γάμου αναδημοσιεύτηκε στη δημοτική στα Μαρουσιώτικα του Τάκη Πολιτόπουλου, βιβλίο που έχει από χρόνια εξαντληθεί. Πρέπει λοιπόν το “Τινά περί Αμαρουσίου” να επανεκδοθεί, αυτοτελώς, με την απαιτούμενη επεξεργασία και σχολιασμό από επιστήμονες λαογράφους, ώστε να είναι προσιτό σε όλους τους ενδιαφερόμενους και να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης και εκπαιδευτικό εργαλείο για τα σχολεία της πόλης. Η Βορέειος Δημοτική Βιβλιοθήκη, ή το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο του Δήμου Αμαρουσίου, ας πάρουν τη σχετική πρωτοβουλία, για ένα έργο μικρού οικονομικού κόστους αλλά μεγάλης για τα καθ’ ημάς ιστορικής και εκπαιδευτικής αξίας.