Σε τρεις χώρες της Μεσογείου
Γεννημένος το 1541 στον Χάνδακα (Candia), στην από κάθε άποψη σφριγηλή πρωτεύουσα της ενετοκρατούμενης Κρήτης, το τωρινό Ηράκλειο, το 1567 ξεκινά για τη Βενετία της αναγεννησιακής μαθητείας, αλλά ως δάσκαλος, «μαΐστρος-σγουράφος», καταξιωμένος μεταβυζαντινός ζωγράφος μεταξύ διακοσίων περίπου συντοπιτών συναδέλφων του. Η «Κρητική Αναγέννηση» συχνά συνδυάζει τη βυζαντινή παράδοση με τις γνωστές στο νησί τάσεις της ιταλικής αναγέννησης. Και βαραίνουν τις αποσκευές του νεαρού μετανάστη όχι μόνο το ταλέντο αλλά και η ελληνοχριστιανική παιδεία του –όπως απέδειξε η μετά θάνατον καταγραφή της πολύ ενδιαφέρουσας βιβλιοθήκης του, με τα εξαιρετικά, ιδιόγραφα παρασελίδια σχόλια σε βιβλία.
Μαθητής του μεγάλου Τιτσιάνο στην πολιτεία της ρέμβης, θαυμάζει το πέλαγος των χρωμάτων του και μελετά την έντονη αντιπαράθεση φωτός-σκιάς που διακρίνει, μεταξύ των άλλων, τις συνθέσεις του Τιντορέτο. Έργα σημαντικά, επηρεασμένα από την ιταλική αναγέννηση αφήνει στη Βενετία αλλά και στη Ρώμη, για να αναχωρήσει από την Ιταλία το 1576 με προορισμό την Ισπανία, που παρέχει μεγάλες ευκαιρίες καλλιτεχνικής ανάδειξης κατά τη βασιλεία του Φιλίππου του 2ου. Η χώρα της Ιβηρικής και ειδικά το Τολέδο, η παλαιά αριστοκρατική της πρωτεύουσα, ένα σταυροδρόμι πολιτιστικών παραδόσεων, αποτελεί, μετά την Κρήτη, τη δεύτερη μοίρα του Θεοτοκόπουλου επί τριάντα οκτώ χρόνια, ως τη φυγή του. Η Ισπανία τότε βιώνει κάμψη της καλλιτεχνικής της παράδοσης και επομένως υπάρχει πεδίο ελεύθερο, για να αναπτύξει ο Έλληνας τα μεγάλα του οράματα. Και εκεί φτάνει ως «μαΐστρος», είναι ο τιμητικά επονομαζόμενος στην Ιταλία «Il Greco», ενώ η θετή πατρίδα περιορίζεται μόνο στην αλλαγή του άρθρου, για να αποκαλείται «El Greco», ο Έλληνας, μέχρι σήμερα.
Παράλληλα, αναφέρεται στην εθνική καταγωγή του υπογράφοντας τα περισσότερα έργα του με αρχαιοπρεπή ελληνικά: «Χειρ Δομηνίκου», «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος εποίει» -δημιουργούσε. Με την πάροδο των χρόνων όμως, παντού, ακόμη και στην Ελλάδα παραμένει στο άγνωστο η ιδιαίτερη πατρίδα του, μέχρι να την αποκαλύψει η ελληνική ευαισθησία, τον Οκτώβριο του 1892. Τότε, στο ισπανικό ανάκτορο «Εσκοριάλ», θαυμάζοντας, επισκέπτης ο Δημήτριος Βικέλας το γνωστό πίνακα του Γκρέκο, «Το Μαρτύριο του Αγίου Μαυρικίου…», εντοπίζει το σημαντικό, που επί τρεις αιώνες ήταν απαρατήρητο: Την τρίτη λέξη στην υπογραφή του έργου. «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ΚΡΗΣ», Κρητικός. Πρώτος ο συγγραφέας του Λουκή Λάρα αγγέλλει στην Κρήτη τη δόξα ενός ακόμη τέκνου της (Δημ. Βικέλα, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, περιοδικό ΕΣΤΙΑ, 13-03-1894).
Θεοτοκόπουλος ο Κρης, επιτέλους. Ωστόσο, ως «El Greco», εντάσσεται στην ισπανική ζωγραφική, χωρίς να παραλείπονται η ελληνική καταγωγή και η γενέτειρα. Ανατολικός και Δυτικός ο καλλιτέχνης, ανήκει εξίσου στην Ελλάδα-Κρήτη, που τον δημιούργησε και στην Ισπανία της μακράς φιλοξενίας και των αριστουργημάτων του. Και οι δύο πατρίδες, τετρακόσια χρόνια μετά την εκδημία του (7 Απριλίου 1614), ανακήρυξαν το 2014 έτος Θεοτοκόπουλου – Γκρέκο και έχουν προγραμματίσει λαμπρές εκδηλώσεις προς τιμήν του ζωγράφου – σταθμού στην Ιστορία της Ζωγραφικής.
Επί δεκαετίες, με ανερχόμενη έμπνευση και ακοίμητη δραστηριότητα, μεταβάλλει τη θρησκευτική πρωτεύουσα της ιβηρικής χώρας σε μουσείο της μεγάλης τέχνης του. Το καταπληκτικό χέρι του αφήνει μνημειώδεις συνθέσεις στους εκεί ναούς και στα παρεκκλήσια, αλλά όχι συνεχιστές της ιδιότυπης δημιουργίας του, με αποτέλεσμα μετά θάνατον να ξεχαστεί στην Ευρώπη, ακόμη και να παρεξηγηθεί κατά παράβαση της θεμιτής κριτικής, για να αναδυθεί μέσα από το ρεύμα του Ρομαντισμού. Κατά την επανανάγνωση του όλου έργου του, οι μεταγενέστεροι συνάδελφοί του στέκονται με ιδιαίτερο θαυμασμό στην προ και μετά το 1600 δημιουργία του. Οι ραδινές, διάφανες φιγούρες της «Πέμπτης Σφραγίδας της Αποκάλυψης», 1608-1614, εξαϋλωμένες υψώνονται προς το ουράνιο φως, αφού έσπασε η ανατομική πραγματικότητα προς χάριν της πνευματικής έκφρασης. Ο Γκρέκο έχει φτάσει στις μεγάλες, προδρομικές κατακτήσεις του εξπρεσιονιστικού εικαστικού λόγου, της ζωγραφικής κίνησης και της επιβλητικής χρωματικής ελευθερίας, ολοκληρώνοντας τη διαμόρφωση ενός προσωπικού, μοναδικού ύφους.
Τον 19ο αιώνα συνιστά πηγή έμπνευσης μεγάλων καλλιτεχνών με διαφορετικές τεχνοτροπίες, όπως ο Εδ. Μανέ, ο Σεζάν, ακόμη και ο πολύπλευρος Πικάσο που αναγνωρίζει: «Ο Πατέρας μου στη Ζωγραφική είναι ο Γκρέκο».