Δεν πρωτοτυπούμε γράφοντας ότι ιδιαίτερα ορισμένοι πίνακες του Γκρέκο αιχμαλωτίζουν το βλέμμα. Προκαλούν άσβηστη εντύπωση ακόμη και σε εκείνους, που δεν έχουν αναπτύξει μεγάλη σχέση με τη ζωγραφική.
Γράφει η Αδαμαντία Τριάρχη – Μακρυγιάννη
Εικόνες του Θεοτοκόπουλου, όπως, «Ο Χριστός Αίρει τον Σταυρόν Αυτού», το «Εσπόλιο» -η Διανομή των Ιματίων Του- ή «Ο Ιησούς στο Όρος των Ελαιών», κατ’ αρχάς αμέσως επιβάλλουν σιωπή. Δεν έχουμε μόνο αναπαράσταση των γεγονότων του Θείου Πάθους. Ο Δομήνικος ο Έλληνας «βλέπει» το Δράμα του Θεού και του ανθρώπου –όπως θα το έβλεπε ένας ποιητής του αρχαίου ελληνικού «τραγικού δράματος».
Στο «Εσπόλιο», για τον καθεδρικό ναό του Τολέδο, το 1579, κυριαρχεί η «βασιλική πορφύρα» στο χρώμα του αίματος, το ιμάτιο που οι διώκτες επέβαλαν στοn Υιό του ανθρώπου, για να Tον χλευάσουν. Ένας της κουστωδίας αρχίζει να το αφαιρεί, για να οδηγηθεί στον κλήρο… «Και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον» (Το Κατά Ιωάννην, Κεφ. ΙΘ΄, 24). Ο εντός ολίγου Εσταυρωμένος, με υγρά μάτια και καρτερία είναι στραμμένος στον αιώνιο ουρανό, σε αντίθεση με τον γήινο, βάναυσο όχλο που Τον περιβάλλει. Γενικότερα ο Θεοτοκόπουλος, από πολλά έργα του, παραπέμπει στη ρήση του ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ότι η ζωγραφική είναι «ποίησις σιωπώσα» -σιωπηλή- και στη δική του περίπτωση τραγική ποίηση.
Από την εμβληματική θρησκευτική αφήγηση, υπό τον τίτλο «Η Ταφή του κόντε του Οργκάθ», 1584-1588, υπεράνω του τάφου όπου αναπαύεται ο μεγάλος ευεργέτης ιππότης από τον 14ο αιώνα, στο παρεκκλήσι της Παναγίας του Σάντο Τομέ, δεν εντυπωσιάζουν μόνον η ιστορία και η εικονογραφημένη παράδοση του θαύματος της ταφής. Την τελευταία αναλαμβάνουν οι άγιοι Αυγουστίνος και Στέφανος που κατέβηκαν από τον ουρανό, εν μέσω των Ισπανών του Τολέδο, με τον καθένα τους να αποτελεί πρόσωπο ιδιαίτερου ψυχισμού τις στιγμές του πένθους. Ωστόσο συμβαίνει και δεύτερο θαύμα. Ένας άγγελος ανεβάζει προς τον κόσμο του Πνεύματος την ψυχή του Ντον Γκονθάλο Ρουΐθ, με τη μορφή βρέφους, ενώ την αναμένουν η Παναγία, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και, στην κορυφή του υπερκόσμιου τριγώνου λευκοφορεμένος ο Ιησούς.
Μοναδικό επίτευγμα χρωματικής αρμονίας, «opus sublime», έργο υψηλό, μετάρσιο, όπως το χαρακτήρισε ο ίδιος ο ζωγράφος, ο επιφανέστερος πίνακας της ισπανικής ζωγραφικής του 16ου αιώνα, ανακαλεί και τις ρίζες του. Από την νεανική εικόνα «Η Κοίμηση της Θεοτόκου» του 1567, κατά το πρότυπο της βυζαντινής εικονογραφίας, με την ιδιάζουσα υπογραφή «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας», αυτός που απεικόνισε. Την θεωρούμενη αφετηρία της ισπανικής Ταφής ανακάλυψε ο βυζαντινολόγος Γ. Μαστορόπουλος το 1983, στην Παναγία των Ψαριανών στη Σύρο.
Ο Γκρέκο δημιουργεί μεγάλο τον θαυμασμό, ως σύνθετη και συνάμα μοναδική καλλιτεχνική προσωπικότητα. Είναι μια ξεχωριστή χώρα στον κόσμο της Ζωγραφικής, χωρίς κατ’ ουσίαν περιοριστικά να προσδιορίζεται, διότι δεν έχει υποταχτεί σε συγκεκριμένη τεχνοτροπία, όπως αποδεικνύουν οι διαφορετικές εκτιμήσεις Ελλήνων και ξένων κριτικών. Γράφει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στην «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος»: «Ήταν κλασικός και ρομαντικός, βυζαντινός και δυτικός, πρόδρομος του “ιμπρεσιονισμού” και του μοντέρνου “εξπρεσιονισμού”, ρεαλιστής και αρνητής των φυσικών διαστάσεων της πραγματικότητας, άλλοτε τούτο και άλλοτε εκείνο, συνδυάζοντας συχνά κάμποσες από τις τάσεις αυτές στο ίδιο έργο, και δεν ήταν ποτέ –μετά την εγκατάστασή του στην Ισπανία– Μιμητής… Η αλήθεια είναι ότι πήρε, ίσως, μαθήματα από πολλούς –πρώτ’ απ’ όλα από τη βυζαντινή τέχνη– αλλά δεν “πήρε” στην ουσία τίποτε από κανένα. Όλα βγήκαν από μέσα του – φυσικά, από το πολύ μορφωμένο πνεύμα του και την πολύ καλλιεργημένη ψυχή του… Ο Γκρέκο ήταν τόσο πολύ ο εαυτός του, όσο λίγοι άνθρωποι στον κόσμο».