Τέλειο παιδί δεν υπάρχει στον κόσμο. Τέλειο όμως μπορεί να γίνει ένα παιδί, όταν οι γονείς του είναι τέλειοι. Όταν είναι τίμιοι, εργατικοί, καλοί χριστιανοί, δεν αδικούν και δεν βλάπτουν κανένα, ούτε με λόγο ούτε με έργα. Δεν θέλουν το κακό κανενός. Ένα παιδί που ζει και μεγαλώνει κοντά σε τέτοιους γονείς θα γίνει σαν κι αυτούς, τίμιο και εργατικό.
Γράφει ο Ανδρέας Φ. Βασιλείου,
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος, Ειδικός Παιδαγωγός, Πολιτικός Επιστήμονας
Αλλά ακόμα κι αν οι γονείς του δεν είναι άγιοι, επιθυμούν πάρα πολύ το παιδί τους να γίνει τέλειο, να γίνει ανώτερο και καλύτερο απ’ αυτούς. Κι όμως συμβαίνει κάποτε τα παιδιά να μην βγαίνουν καλά και οι γονείς τους ρωτούν τον εαυτός τους με απορία: «Γιατί; Mήπως δεν το συμβούλεψα, δεν το κανάκεψα, δεν το έδειρα;»
To ζήτημα της ανατροφής του παιδιού είναι πάρα πολύ σοβαρό, πολύ δύσκολο, πολύ μεγάλο. Επιθυμία μας είναι να σας διαφωτίσουμε και να σας βοηθήσουμε να κάνετε πάντα το πρέπον, απέναντι στα παιδιά και να τους φέρεσθε με δικαιοσύνη και αγάπη. «Στη βράση κολλάει το σίδερο», λέει μια παροιμία. Και ο άνθρωπος πλάθεται από την κούνια, όσο ακόμα είναι μικρός, πάρα πολύ μικρός. Ας εξετάσουμε το μικρό παιδάκι που αρχίζει να περπατάει από τα δύο ή από τα τρία του χρόνια. Πώς φέρεται λοιπόν και τι κάνει το μικρό αυτό ανθρωπάκι των δύο – τριών χρόνων, μέσα στο σπίτι, πώς βλέπει τους μεγάλους, τι σκέφτεται γι’ αυτούς και πώς του φέρονται οι μεγάλοι και πώς ακόμη βλέπουν τις πράξεις, τις κινήσεις τους. Ας τους παρακολουθήσουμε.
Ήμουν σίγουρος. Το μικρό αυτό ζιζάνιο δεν άφηνε πράγμα για πράγμα στη θέση του. Αυτό το κακό του φυσικό να θέλει όλα να τα ψάξει, όλα να τα δει όλα να τα δοκιμάσει, είναι η αιτία και η αφορμή που όλοι οι μεγάλοι μέσα στο σπίτι το μαλώνουν και όλοι κάποτε κάποτε τα συμβουλεύουν όταν τους συγχύσει. Ποια είναι τα φταιξίματα, ποια είναι τα σφάλματα του μικρού αυτού πιτσιρίκου των δύο – τριών χρονών για να προκαλεί τόσο την οργή του μεγάλου;
Nα, σήμερα πάλι, ο μικρός Γιωργάκης πάνω στο τραπέζι με το κροσοτό υφαντό τραπεζομάντηλο είναι ένα ποτήρι. Δεν ξέρω πως του ήρθε του μικρού Γιωργάκη και αρπάζει τα κρόσια του τραπεζομάντηλου και τα σέρνει με δύναμη προς τα κάτω. Το ποτήρι που ήταν επάνω έπεσε και έσπασε . Γι’ αυτή τη ζημιά δεν έπρεπε να τιμωρηθεί ο Γιωργάκης. Το φταίξιμο ήταν των μεγάλων που άφησαν το ποτήρι πάνω στο τραπέζι.
Όταν μέσα σε ένα σπίτι μεγαλώνουν μικρά παιδιά δεν πρέπει να είναι στη μέση πράγματα που σπάνε αλλά να μπαίνουν ψηλά σε μέρη που να μην τα φτάνουν. Τώρα όμως πια πάει, τέλειωσε. Μέσα στην ψυχή του μικρού αυτού παιδιού, που δεν μπορεί ακόμα να εκφράζεται και να μας λέει με λόγια τι αισθάνεται για μας τους μεγάλους μένει κατασταλαγμένη μια πίκρα για τη ζωή, που την προκαλεί το άδικα φέρσιμο των μεγάλων. Ο Γιωργάκης δεν είχε κακό σκοπό στο νού του, να σπάσει το ποτήρι. Ήθελε μόνο να παίξει με τα κρόσια.
Από τη στιγμή που αδικήθηκε σκέφτεται ότι ο κόσμος αυτός είναι κακός και από τη στιγμή εκείνη αρχίζει για να προφυλάξει τον εαυτό του απ’ αυτόν, να γίνεται πεισματάρης και κακός. Οι γονείς του τότε θα αρχίσουν να τον τιμωρούν.