«Η οικογένεια στην Ελλάδα ανέκαθεν αποτελούσε πολύ ισχυρό υποστηρικτικό δίκτυο για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε προβλήματος. Είναι άλλωστε γνωστή και η κριτική που συχνά υφίσταται ότι γίνεται «υπερπροστατευτική» σε βαθμό που τα «παιδιά» παραμένουν «παιδιά» χωρίς να προχωρούν στην ενηλικίωσή τους. Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις όπου ένα μέλος της οικογένειας αντιμετωπίζει κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας; Συχνά, συσπειρώνονται τα υπόλοιπα μέλη, κάνουν «οικογενειακά συμβούλια», καταστρώνουν σχέδια, μοιράζουν «βάρδιες» κ.ο.κ. Σε περιπτώσεις όπου το πρόβλημα είναι οικονομικό, θα μοιραστούν τους λιγοστούς οικονομικούς πόρους, θα προσπαθήσουν να επικοινωνήσουν με φίλους και γνωστούς και όλα αυτά με στόχο να υποστηριχτεί το μέλος της οικογένειας που έχει ανάγκη για τη συγκεκριμένη περίοδο. Τα παραπάνω ωστόσο, δεν αποδεικνύονται πάντα αποτελεσματικές επιλογές, όταν μιλάμε για την ψυχική ασθένεια. Γιατί τότε υπάρχει το στίγμα. «Όταν αρρώστησε το παιδί μου, οι συγγενείς μας έκαναν πέρα σα να φοβόντουσαν ότι θα κολλήσουν κι αυτοί» λένε συχνά οι γονείς των οποίων τα παιδιά συνέβη να αρρωστήσουν με κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας.
Πέρα από το στίγμα όμως υπάρχει κι ένας παράγοντας που αφορά στις προσδοκίες. «Πότε θα ξαναπιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε;» ρωτούν με αγωνία τον ειδικό ψυχικής υγείας, ο οποίος δύσκολα θα δώσει έναν ορίζοντα μέσα στον οποίο «το παιδί θα γίνει καλά». Αυτό γιατί ακόμα η ψυχιατρική και η ψυχολογία δεν έχουν τις λύσεις που θα έβρισκαν συχνά άλλα σωματικά νοσήματα. Και ακούμε συχνά: όταν σπάσω το χέρι μου, θα βάλω νάρθηκα και με συγκεκριμένες οδηγίες θα μπορέσω να ξαναγίνω καλά. Κι έτσι έχουμε αθλητές οι οποίοι ξαναγυρνάνε στις προπονήσεις, οδηγούς που ξαναπιάνουν το τιμόνι και ανθρώπους που ξαναγυρνάνε στις δουλειές τους όποιες κι αν ήταν αυτές. Στην ψυχική υγεία τα πράγματα δεν είναι πάντα το ίδιο συγκεκριμένα. Υπάρχουν επεισόδια από τα οποία κάποιος θα ανακτήσει ξανά τη λειτουργικότητά του ακολουθώντας την αγωγή του ψυχιάτρου και τη θεραπεία του με τον ψυχολόγο, αλλά υπάρχουν και ασθένειες ψυχικής υγείας από τις οποίες ολόκληρη η ζωή του ατόμου επηρεάζεται και δε θα μπορέσει ξανά να επανέλθει «ακριβώς όπως ήταν πριν» αλλά θα πρέπει να βρει μια νέα ισορροπία, διαφορετική και ποτέ ίδια με πριν.
Αυτό μπορεί να αφορά στη σχιζοφρένεια, τη διπολική διαταραχή, τη μείζονα κατάθλιψη ή και άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας των οποίων η λύση δεν είναι ούτε μονόπλευρη (μόνο φαρμακευτική αγωγή ή μόνο ψυχοθεραπεία ή μόνο ψυχοκοινωνική αποκατάσταση) αλλά ούτε και με απόλυτα συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, όπως άλλωστε μπορεί να συμβαίνει σε διαβητικούς ασθενείς ή ασθενείς με άλλες χρόνιες ασθένειες ή αναπηρίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις λοιπόν καλείται ολόκληρη η οικογένεια να τοποθετηθεί ξανά από την αρχή απέναντι στο μέλος της με πρόβλημα ψυχικής υγείας και να επαναπροσδιορίσει τους στόχους και της προσδοκίες της από αυτό. Αλλιώς θα μείνει βουτηγμένη στο πένθος «μιας ζωής που δεν έζησε» τόσο το ίδιο το άτομο όσο και η οικογένειά του. Δυστυχώς, όσο κι αν θέλουμε να νιώθουμε ότι «είμαστε μακριά από τα προβλήματα ψυχικής υγείας» η συχνότητα με την οποία συμβαίνουν μας διαψεύδει. 1 στα 12 άτομα θα περάσει τουλάχιστον ένα (1) επεισόδιο σοβαρής ψυχικής διαταραχής ενώ 1 στους 4 θα εμφανίσει συμπτώματα κοινής ψυχικής διαταραχής (άγχος, κατάθλιψη κ.λπ.) κάποια στιγμή στη ζωή του. Μάλιστα, στην περίοδο αυτή της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης που διανύουμε, έχει φανεί ότι έχουν αυξηθεί κατά 51% οι περιπτώσεις οικογενειακών εντάσεων και «δυσαρμονίας» που προκύπτουν από ανεργία, σοβαρά οικονομικά προβλήματα και χρέη (Αναγνωστόπουλος και Σουμάκη, 2013). Τα παραπάνω έχουν συνδεθεί τόσο με εμφάνιση κατάθλιψης στους ενήλικες όσο και με διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχοκοινωνικά προβλήματα στα παιδιά της οικογένειας που αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Η απουσία του κοινωνικού κράτους γίνεται διαρκώς όλο και παραπάνω εμφανής μεταφέροντας, με αυτόν τον τρόπο, ακόμα περισσότερο την επιβάρυνση στην οικογένεια που αναλαμβάνει υψηλότερο κόστος σε οικονομικό, συναισθηματικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο. Η πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα (2016) κατέδειξε ότι οι περικοπές στο δημόσιο σύστημα υγείας έχουν οδηγήσει σε υποστελεχωμένες υπηρεσίες, αύξηση της οικονομικής συμμετοχής για τους πάσχοντες, μείωση των επιδομάτων πρόνοιας και εν γένει δυσχέρεια στην πρόσβαση σε αποτελεσματικές υπηρεσίες υγείας που αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Τα άτομα που έχουν αναβάλλει ιατρικές εξετάσεις για λόγους κόστους έχουν αυξηθεί κατά 85% από το 2010 στο 2013 ενώ επίσης έχουν αυξηθεί τα άτομα που ανέβαλλαν απαραίτητη ιατρική εξέταση λόγω του κόστους (13,9% το 2013 σε σχέση με 7,8% το 2010). Η πρόληψη στην ψυχική υγεία γίνεται κατανοητό ότι έχει περιοριστεί στο ελάχιστο με αποτέλεσμα να φτάνει κάποιος στον ειδικό όταν πλέον τα όποια συμπτώματα έχουν αρχίσει να τον επηρεάζουν στην καθημερινότητά του ή όταν η ασθένεια έχει πλέον εκδηλωθεί. Αυτό μπορεί να σημαίνει από αυξημένο κόστος στην οικονομική και κοινωνική ζωή του ατόμου με ένα επεισόδιο που θα μπορούσε να προληφθεί ή μέχρι και υποτροπή σε σοβαρές ψυχικές διαταραχές, όπου συχνά καταλήγουν στην τελευταία διαθέσιμη λύση που δεν είναι άλλη από την ακούσια νοσηλεία της οποίας η συχνότητα έχει αυξηθεί σημαντικά. Λύση ιδιαίτερα επώδυνη, τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για την οικογένειά του.
Τα παραπάνω δείχνουν πως οι λύσεις θα πρέπει να κινηθούν «από κάτω προς τα πάνω» και να μπορέσουν να επεκταθούν σε ολόκληρο το φάσμα της ψυχικής υγείας, από την πρόληψη μέχρι και την κατάλληλη στήριξη για σωστή παρέμβαση και διασύνδεση στην κρίση. Ξεκινώντας με αλλαγές που θα έρθουν από την ίδια την κοινωνία και τον καθένα χωριστά. Ο Σύλλογος Οικογενειών και Φίλων στην Ψυχική Υγεία Βορειοανατολικής Αττικής δραστηριοποιείται από το 2011 στην παροχή ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος τόσο για τους γονείς όσο και για τους ίδιους τους λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Με τακτικές συναντήσεις στο χώρο που έχει παραχωρηθεί στο ΚΑΠΗ στις Εργατικές Πολυκατοικίες στο Μαρούσι, ομάδες συζήτησης, συμμετοχή και ενημέρωση από ειδικούς ψυχικής υγείας, συναντήσεις για καφέ ή για κοινές δραστηριότητες, ο ΣΟΦΨΥ ΒΑ Αττικής επιδιώκει να δημιουργήσει ένα «δίχτυ ασφαλείας» για κάθε έναν που αντιμετωπίζει πρόβλημα ψυχικής υγείας είτε ο ίδιος είτε κάποιο μέλος της οικογένειάς του και επιζητά να μοιραστεί την εμπειρία του, αλλά και να συμμετέχει σε κοινές δράσεις που στόχο έχουν την ενδυνάμωση και το να ξαναμπεί η ελπίδα στη ζωή της οικογένειας.
Η οικογένεια αποτελεί πολύ σημαντικό κύτταρο της κοινωνίας στην οποία ζούμε και διαρκώς βιώνει όλο και περισσότερο τις συνέπειες της κρίσης. Η συλλογική οργάνωση και διεκδίκηση των δικαιωμάτων για καλύτερες και περισσότερες υπηρεσίες αποτελεί μονόδρομο και στην ψυχική υγεία. Ανήκοντας στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Οικογενειών στην Ψυχική Υγεία αλλά και στην ευρύτερη ομπρέλα της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, ο ΣΟΨΥ ΒΑ Αττικής χαιρετίζει την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας (10 Οκτωβρίου) και δηλώνει ενεργά το παρόν στη διεκδίκηση καλύτερης ψυχικής υγείας για όλους.
Μιχάλης Λάβδας, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΣΟΦΨΥ ΒΑ Αττικής,
Το Δ.Σ. του Συλλόγου Οικογενειών & Φίλων για την Ψυχική Υγεία Β.Α. Αττικής»