Τις προτάσεις της για τις επιβαλλόμενες κινήσεις της κεντρικής διοίκησης έναντι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατέθεσε η ΚΕΔΚΕ, στην πρόσφατη συνάντηση του προεδρείου της με τον υπουργό Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Κοινωνικής Πολιτικής, Γιάννη Ραγκούση. Στο υπόμνημα που κατέθεσε αναφέρονται αναλυτικά τα εξής:
Θέματα υπουργείου Εσωτερικών
Α.1. Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Όταν στο δημόσιο διάλογο αναφέρεται η ανάγκη διοικητικής μεταρρύθμισης της Δημόσιας Διοίκησης, περιλαμβανομένης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αυτή συνήθως νοείται ως απλή μεταρρύθμιση της δομής της Δημόσιας Διοίκησης σε κεντρικό, περιφερειακό, νομαρχιακό και τοπικό επίπεδο.
Δηλαδή, προβάλλεται μόνο η αναγκαιότητα συγχώνευσης των Υπουργείων και γενικότερα των φορέων του δημόσιου τομέα, μείωσης του αριθμού των Περιφερειών, μείωσης του αριθμού των δευτεροβάθμιων ΟΤΑ με τη συγκρότησή τους στο επίπεδο των Περιφερειών και μείωσης του αριθμού των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ με τη συνένωσή τους.
Θεωρείται σχεδόν αυτονόητο ότι αυτή η αλλαγή του αριθμού των δομών της Δημόσιας Διοίκησης αποτελεί από μόνη της επαρκή μεταρρύθμιση, ότι οδηγεί με αυτόματο τρόπο στον εσωτερικό μετασχηματισμό των δομών της και των μεταξύ τους σχέσεων, δηλαδή:
α) στον εκσυγχρονισμό των λειτουργιών,
β) στην αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού,
γ) σε οικονομίες κλίμακας και
δ) στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των επιπέδων της Δημόσιας Διοίκησης και επομένως ότι τελικά διασφαλίζει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της.
Η ΚΕΔΚΕ έχει πλέον ξεπεράσει αυτή την παραδοσιακή νομικο-διοικητική αντίληψη που έχει το πολιτικό και το διοικητικό μας σύστημα για τη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης, περιλαμβανομένης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Διαπιστώνει ότι δεν αρκεί πλέον η αλλαγή του αριθμού των δομών, η νομική μεταφορά αρμοδιοτήτων και στη συνέχεια η αναζήτηση των αντίστοιχων πόρων.
Πρώτα από όλα, εκτιμούμε ότι η μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης είναι απαραίτητο να είναι ενταγμένη σε ένα μεσοχρόνιο Πρόγραμμα Κοινωνικοοικονομικής Ανάπτυξης της χώρας, γιατί μόνον έτσι προσδιορίζεται το πολιτικό όραμα που θα κληθεί να υπηρετήσει και το περιεχόμενο των δημόσιων πολιτικών που θα κληθεί να σχεδιάσει και να εφαρμόσει.
Με αυτό ως δεδομένο, η ολοκληρωμένη διοικητική μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης δεν μπορεί παρά να αφορά ταυτόχρονα:
(α) τη συνολική διάρθρωση των δομών της,
(β) το εσωτερικό των δομών της, δηλαδή την οργάνωση, τις αρμοδιότητες και τις λειτουργίες, το ανθρώπινο δυναμικό, τους υλικούς και τους άυλους πόρους και
(γ) τις σχέσεις μεταξύ των δομών της. Και βέβαια πρέπει να εφαρμόζεται ως ένα ολοκληρωμένο μεσοχρόνιο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Μεταρρύθμισης.
Μια πρώτη δέσμη προτάσεων προς αυτή την κατεύθυνση, για τη μεταρρύθμιση της συνολικής διάρθρωσης των δομών, των αρμοδιοτήτων και των οικονομικών πόρων της Δημόσιας Διοίκησης είναι οι σχετικές αποφάσεις των πρόσφατων τακτικών συνεδρίων της ΚΕΔΚΕ, οι οποίες μεταξύ άλλων αναφέρουν τα ακόλουθα:
«Το διοικητικό σύστημα της χώρας διαρθρώνεται σε τρία επίπεδα:
• το εθνικό επίπεδο,
• το περιφερειακό επίπεδο,
• το τοπικό επίπεδο
και επομένως μόνον σ’ αυτά τα τρία επίπεδα συγκροτούνται οι δομές της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης.
Η Κεντρική Δημόσια Διοίκηση ενισχύει τις επιτελικές δομές και λειτουργίες της στην κατεύθυνση του «κράτους – στρατηγείου», αποκεντρώνει και αποσυγκεντρώνει αρμοδιότητες, πόρους και μέσα, στο περιφερειακό και στο τοπικό επίπεδο και στηρίζει σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια Τ.Α., για την ανάληψη της εφαρμογής των εθνικών δημόσιων πολιτικών και τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων.
Στο περιφερειακό επίπεδο, συγκροτείται η Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση (β΄ βαθμός Τ.Α.) με την εκλογή των οργάνων της, με τη διατήρηση των νομαρχιών ως διαμερισμάτων και με αρμοδιότητες: το σχεδιασμό και την εφαρμογή των περιφερειακών αναπτυξιακών προγραμμάτων, την περιφερειακή εξειδίκευση των εθνικών πολιτικών και τη μελέτη – κατασκευή – συντήρηση των έργων περιφερειακής και νομαρχιακής κλίμακας. Κύρια νομιμοποιητική βάση της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης είναι οι αρμοδιότητές της στον αναπτυξιακό σχεδιασμό.
Θεωρούμε εύλογη τη γεωγραφική αναπροσαρμογή των ορίων των σημερινών περιφερειών με κατεύθυνση τη μείωση του αριθμού τους.
Οι παραπάνω διοικητικές μεταρρυθμίσεις συνοδεύονται από φορολογική αποκέντρωση, χωρίς πρόσθετους φόρους, σε συνδυασμό με μεταφορά αρμοδιοτήτων στον πρώτο και δεύτερο βαθμό».
Η φορολογική αποκέντρωση θα περιλαμβάνει μεταφορά φόρων από το κεντρικό κράτος στην Τ.Α., όπως του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας που σε όλη την Ευρώπη είναι τοπικός φόρος.
Τα νέα φορολογικά έσοδα θα καλύψουν το κόστος νέων αρμοδιοτήτων που θα μεταφερθούν στην Τ.Α. από το κεντρικό κράτος. Οι αρμοδιότητες αυτές, σύμφωνα με μελέτες του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ), θα αφορούν κυρίως υπηρεσίες κοινωνικής αλληλεγγύης, εκπαίδευσης καθώς και πρωτοβάθμιας και προληπτικής υγειονομικής περίθαλψης.
Ειδικότερα για τη διαχείριση των Μητροπολιτικών Λειτουργιών, έχουν εκπονηθεί οι αναγκαίες μελέτες και αφού ολοκληρωθεί ο σχετικός διάλογος, που έχει ήδη ξεκινήσει, προτείνουμε τη δημιουργία ενός ειδικού επιχειρησιακού προγράμματος που θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες ρυθμίσεις, τα διοικητικά μέτρα και το χρηματοδοτικό σχήμα. Το πρόγραμμα θα αφορά καταρχήν στα πολεοδομικά συγκροτήματα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Ως προς την πρωτοβάθμια Τ.Α. «είναι ώριμο θεσμικά το αίτημα για συνενώσεις δήμων με στόχο την ισχυροποίησή τους, την εξασφάλιση της βιωσιμότητάς τους και την προώθηση της τοπικής ανάπτυξης.
Οι νέοι δήμοι θα πρέπει να συγκροτηθούν έτσι ώστε να εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα, τις δυνατότητες παροχής ικανοποιητικών υπηρεσιών και αναπτυξιακών παρεμβάσεων, την ανταγωνιστικότητά τους, την αξιοποίηση του ενδογενούς δυναμικού, την προστασία του αστικού, αγροτικού και φυσικού περιβάλλοντος, την ισόρροπη ανάπτυξη και τελικά τη συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο.
Η συγκρότηση των νέων δήμων θα πρέπει να συνδυαστεί με ένα νέο σύστημα δημοτικής διακυβέρνησης, το οποίο θα προωθεί την ισχυρή ενδο-δημοτική αποκέντρωση, τη συλλογική δράση και τη διαφάνεια.
Λαμβάνοντας δε υπόψη την ιδιομορφία της χώρας μας, που περιλαμβάνει μεγάλα συμπλέγματα νησιών, αυτά θα πρέπει να αντιμετωπισθούν ως πλήρεις αυτοδιοικητικές μονάδες, με ισχυρές αρμοδιότητες και εξουσίες».
Σύμφωνα με σχετική μελέτη του ΙΤΑ «Ο μεγάλος κίνδυνος είναι το πολιτικό και το διοικητικό σύστημά μας να επιλέξει την εύκολη λύση: να θεωρήσει ότι αποτελεί Μεταρρύθμιση της Τ.Α. η συνένωση των ΟΤΑ σε 500 ή 400 ή 300 με κριτήριο το πληθυσμιακό και ορισμένα άλλα κριτήρια “συμπληρωματικά”.
Αυτή η επιλογή οδηγεί σε ένα πιθανό σχεδιασμό νέων διοικητικών ορίων, “κίνητρα” για εθελοντική συνένωση και μετά από ένα χρονικό διάστημα, στο οποίο θα “αποδειχθεί ότι δεν περπατάει η εθελοντική συνένωση”, επιβάλλεται με νόμο η αναγκαστική συνένωση.