Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Είναι ιδιαίτερα θετικό ότι οι Δήμοι, ειδικά στον Βόρειο Τομέα που κυρίως μας απασχολεί δημοσιογραφικά,
δείχνουν να έχουν πάρει πολύ ζεστά το θέμα της Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας. Η αλήθεια είναι ότι, ειδικά μετά τα κύματα εσωτερικής μετακίνησης πληθυσμού από το κέντρο της Αθήνας προς τα προάστια από τις αρχές της νέας χιλιετίας ως και σήμερα, βρήκαν απροετοίμαστες τις πόλεις από πλευράς υποδομών.
Πολλά περισσότερα αυτοκίνητα «στριμώχνονται», πλέον, σε στενούς δρόμους που κάποτε διέσχιζαν… χωριά και κωμοπόλεις των βορείων προαστίων, με αποτέλεσμα τις τραγικές καταστάσεις μποτιλιαρίσματος και έλλειψης θέσεων στάθμευσης. Η κατάσταση είναι τόσο κακή, ώστε ακόμη και κατά καιρούς προτάσεις από δήμους για δημιουργία δημοτικής συγκοινωνίας προς τον ΟΑΣΑ, με αίτημα την παροχή λεωφορείων, «σκόνταψαν» στο γεγονός ότι υπήρχαν διαθέσιμα μόνο «μακριά» οχήματα και όχι mini bus και, ως εκ τούτου, δεν… χωρούσαν στουςυπάρχοντες δρόμους ή δεν μπορούσαν να… στρίψουν!
Όσο τα χρόνια περνούν και τα αυτοκίνητα πληθαίνουν, ενώ οι υποδομές παραμένουν οι ίδιες και δύσκολα μπορούν να αλλάξουν, το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο, δυσχεραίνοντας την καθημερινότητα όλων μας. Αν σε αυτά προστεθεί και η έλλειψη υποδομών για την πρόσβαση και μετακίνηση των ΑμεΑ, αλλά και το πρόχειρο και μάλλον αποτυχημένο εγχείρημα με τους ποδηλατοδρόμους, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει πολύς δρόμος για να διανύσουμε.
Την κατάσταση επιτείνουν οι προβληματικές δημόσιες συγκοινωνίες. Απαρχαιωμένος στόλος λεωφορείων που οδηγεί ακόμη και σε… εκρήξεις, όπως πρόσφατα έχει καταγραφεί ακόμη και στα βόρεια προάστια, δρομολόγια που χρειάζονται πύκνωση, έλλειψη γραμμής μετρό, «σκουριασμένη», υποτυπώδης ή ανύπαρκτη δημοτική συγκοινωνία, αποτελούν μια από τις σημαντικότερες παραμέτρους.
Ο σχεδιασμός που βρίσκεται εν εξελίξει και υπό διαβούλευση στους δήμους της περιοχής, ασφαλώς έχει λάβει υπόψη όλα αυτά τα δεδομένα· ευχή όλων είναι να βγει άκρη, όχι αποσπασματική με κριτήριο τα κατά τόπους προβλήματα των πόλεων, αλλά με γνώμονα τη γενική εικόνα, τις αλληλεπιδράσεις των περιοχών και τις επιπτώσεις ή δυνατότητες που προσφέρουν η μια στην άλλη, ώστε η προσπάθεια για Βιώσιμη Αστική Κινητικότητα να μην αποτελέσει άλλη μια που, ως είθισται σε αυτή τη χώρα, θα μείνει μόνο στις ασκήσεις επί χάρτου και τη θεωρία.