Τούτες τις μέρες, μέσα στο γιορτινό κλίμα και την αναμενόμενη ξεκούραση, για άλλους μεγαλύτερη, για άλλους λιγότερη, ένας από τους σταθερούς «βραχνάδες», είναι εκείνος των δώρων. Αγαπημένη συνήθεια, όμορφη διαδικασία, όμως, ας μην γελιόμαστε, κάποιες φορές είναι και ένας μπελάς που, αν είχαμε τη δυνατότητα να αποφύγουμε, οι περισσότεροι θα το κάναμε. Και δεν αναφέρομαι για το οικονομικό σκέλος, καθώς κουτσά – στραβά, όλο και κάτι οικονομικό θα βρίσκαμε για να κάνουμε δώρο στους αγαπημένους μας, αλλά για την διαδικασία καθαυτή. Τρέξιμο, πίεση, νεύρα, στριμωξίδι… ο κακός χαμός!
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η τελευταία Κυριακή του χρόνου ήταν πάντα μια από τις αγαπημένες μου μέρες. Είναι η μέρα που, παραδοσιακά, τα καταστήματα είναι ανοικτά και είναι ίσως πιο στολισμένα και φωτεινά από κάθε άλλη μέρα μέσα στο χρόνο. Αν και είμαι ένθερμος υπέρμαχος της μη απασχόλησης τις Κυριακές – αλλά δεν θα ανοίξουμε τώρα αυτή τη συζήτηση – εκείνη τη μέρα, κακά τα ψέματα, η καταναλωτική μου πλευρά την έχει ελαφρώς ανάγκη.
Από παιδί, θυμάμαι, πηγαίναμε με τους γονείς στα μαγαζιά, αγοράζαμε δώρα, επισκεπτόμασταν τα θρυλικά «ΜΙΝΙΟΝ» και «Λαμπρόπουλο», γελούσαμε διασκεδάζαμε.
Παραδοσιακά, τα δώρα μου από τότε τα αγόραζα αυτήν την Κυριακή, ως έναν φόρο τιμής στην παιδική ηλικία που έφυγε ανεπιστρεπτί, αλλά οι αγνές θύμισες δεν την αφήνουν να χαθεί στη λήθη του χρόνου. Αυτή την παράδοση προσπαθώ να ακολουθώ μέχρι σήμερα με τη δική μου οικογένεια, για τη βόλτα κυρίως στο κέντρο της – κατά την ταπεινή μου γνώμη – πιο όμορφης πόλης του κόσμου. Γιατί, ναι, η Αθήνα είναι για μένα η πιο όμορφη πόλη από όλες, αρκεί να της δώσεις την ευκαιρία να σου το δείξει. Θα την ανοίξουμε και αυτή τη συζήτηση άλλη φορά.
Εκείνη την τελευταία Κυριακή του χρόνου, την πρώτη της δικής μου κρίσης και της βαθιάς ανεργίας, έγραψα μια μικρή ιστορία, θέλοντας να πνίξω τη στενοχώρια μου για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζα. Ακολούθησαν πολλές μέχρι να ξημερώσει ξανά μια τελευταία Κυριακή του χρόνου όπου μπορούσα να χαμογελώ λίγο περισσότερο. Και σε αυτό έπαιξαν καταλυτικό ρόλο οι άνθρωποι που ήταν γύρω και άπλωσαν χέρια να σηκωθώ.
Είναι κάτι που το είχα πάντα στο μυαλό μου, αλλά εκείνα τα χρόνια -που δεν έχουν περάσει και εντελώς- διαπίστωσα πόσο σημαντικό είναι να δίνεις περισσότερη βαρύτητα στον άνθρωπο.
Γι’ αυτό, είναι για μένα τεράστιας σημασίας να επισημάνω πως και αυτήν την τελευταία Κυριακή του χρόνου θα ήθελα να ήμασταν όλοι λίγο περισσότερο άνθρωποι και λιγότερο καταναλωτές. Μην ξεχνάμε ποτέ πως οι υπάλληλοι των καταστημάτων είναι εκεί για να μας εξυπηρετήσουν και όχι να μας υπηρετούν. Θα ήθελαν κι εκείνοι να ξυπνήσουν με την ησυχία τους, αυτό το όμορφο κυριακάτικο πρωινό, με ζεστό καφεδάκι και την οικογένειά τους, να βγουν στο δρόμο, να χαζέψουν, να ψωνίσουν, να περάσουν τη μέρα, όπως όλοι οι υπόλοιποι. Όμως, είναι εκεί για να εξυπηρετήσουν όλους τους υπόλοιπους, πολλοί μάλιστα, χωρίς να έχουν να περιμένουν κάτι περισσότερο είτε μισθολογικά είτε, πολύ περισσότερο, ως ηθική αναγνώριση από τις εργοδοσίες τους. Δεν θα αιτηθώ από κανέναν να μην βγει να ψωνίσει, μια που αντιλαμβάνομαι ότι αυτό είναι αδύνατο να συμβεί και, επίσης, θα το κάνω και εγώ ο ίδιος. Όμως, προσέξτε πόσο απλό είναι… Ένα όμορφο χαμόγελο, ένας καλός λόγος, μια απόδειξη του ότι κι εμείς αναγνωρίζουμε την παρουσία τους και τον κόπο τους, θα ήταν ίσως μια καλή αρχή για να δείξουμε την όποια συμπαράστασή μας σε αυτούς τους συμπολίτες μας που θα εργάζονται εκεί που εμείς θα διασκεδάζουμε. Δεν είναι απλώς υποχρέωση λόγω των ημερών. Είναι καθήκον μας ως πολίτες και ως άνθρωποι που δεν έχουμε χάσει όλες τις αξίες μας.
Κι όσο για τα δώρα του Άη Βασίλη… όλοι μας έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε σε αυτόν. Ας του ζητήσουμε, λοιπόν, αυτά που έχουμε πραγματικά ανάγκη. Και, αν ήμασταν καλά παιδάκια, που ξέρετε…