Η σχολική χρονιά που πριν από λίγο ξεκίνησε για κάποιους από τους μαθητές είναι μια καινούργια αρχή.
Οι του Δημοτικού, άφησαν την «ασφάλεια» του σχολείου τους που πέρασαν έξι ολόκληρα χρόνια για να βρεθούν στην «ζούγκλα» του Γυμνασίου, όπως τους την περιγράφουν οι μεγαλύτεροι.
Από το Γυμνάσιο η μετάβαση στο Λύκειο είναι πιο ομαλή αφού πλέον υπάρχει πιο σαφή εικόνα, αλλά και πάλι έχει τις δικές της δυσκολίες.
Για τους μαθητές της Γ΄ Λυκείου πάλι όλα είναι διαφορετικά, αφού στο τέλος τους περιμένει η μεγάλη πρόκληση των πανελληνίων αλλά και το «φινάλε» μιας σημαντικής περιόδου της ζωής τους.
Οι τελευταίοι το συνειδητοποιούν κάπως αργά, όταν η χρονιά πηγαίνει προς το τέλος, οι περισσότεροι τουλάχιστον ότι δηλαδή αυτή η χρονιά δεν θα έχει γυρισμό…
Μέχρι τώρα ήξεραν ότι με το πρώτο κουδούνι της χρονιάς, θα ξαναβρούν τους φίλους τους, τα γνωστά πρόσωπα, τους καθηγητές, το περιβάλλον του σχολείου.
Το ξεχωριστό αυτό περιβάλλον, που μετά από 12 χρόνια – με τις εναλλαγές που περιγράψαμε – μοιάζει σα να είναι κάτι σαν το δεύτερο τους σπίτι.
Μπορεί στην διάρκεια να προσδοκούσαν τη στιγμή που θα τελείωναν αλλά πλέον, γνωρίζοντας ότι μετά το καλοκαίρι δεν θα ξαναγυρίσουν στο σχολικό περιβάλλον, συνειδητοποιώντας ότι θα χαθούν με πολλούς φίλους, με καθηγητές που τους φερθήκαν σαν γονείς, ότι δεν θα ξαναδούν πρόσωπα συμμαθητών με τους οποίους δεν ήρθαν ποτέ κοντά, αλλά που τα έβλεπαν καθημερινά, ότι δεν θα ξαναμπούν μέσα στις αίθουσες που τόσα χρόνια ήταν, στις αίθουσες που περάσαν τόσες στιγμές, τόσες εμπειρίες, τώρα, ήρθε η στιγμή να να κατανοήσουν ότι δεν πρέπει να αφήσουν τον χρόνο να πάει χαμένος.
Το σχολείο μέχρι σήμερα κατείχε ένα μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητας τους και μετά από αυτή την βόλτα κατέχει ένα μεγάλο κομμάτι στην καρδιά τους.
Όσοι μάλιστα κατάφεραν στο ξεκίνημα της χρονιάς – πόσοι το κάνουν άραγε – να φτάσουν σε αυτή την συνειδητοποίηση, ότι είναι η τελευταία χρονιά βάζουν στόχο να αξιοποιήσουν κάθε μέρα σχολείου που απομένει όσο καλύτερα μπορούν, περνώντας όσο καλύτερα γίνεται, αναπτύσσοντας πιο στενές σχέσεις με τους καθηγητές, με τους υπολοίπους συμμαθητές μας. Γιατί μετά το τέλος μπορεί να μην τους ξαναδούν ποτέ, ή έστω πιο σπάνια.
Αυτή η σκέψη με βασανίζει και με θλίβει τις τελευταίες μέρες, όχι γιατί είμαι βέβαια σε αυτή τη θέση αλλά γιατί δεν δίνουμε στα παιδιά μας να το καταλάβουν παρά μόνο τα πιέζουμε να διαβάζουν ασταμάτητα και δεν τα βοηθάμε να απολαύσουν το σχολείο πριν καταλήξει να είναι μονάχα μια γλυκιά ανάμνηση.