Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής ένα πράγμα: Όσο υπάρχει ΕΝΦΙΑ, τα μνημόνια δεν έφυγαν ποτέ. Όσες… γραβάτες και Ιθάκες να επικαλεστούν οι πολιτικοί μας ταγοί, ο φόρος αυτός αποτελεί ξεκάθαρα ένα μνημονιακό εξάμβλωμα, που υποθήκευσε το δικαίωμα στην ιδιοκτησία των πολιτών αυτής της ταλαίπωρης χώρας.
Παρ’ όλα αυτά, όσο κι αν παραμένει ένας απεχθής φόρος, τον οποίο η κυβέρνηση αυτή διατείνεται ότι θα τον κατανείμει πιο δίκαια σε μια κάποια μετεξέλιξή του, εξακολουθεί να εφαρμόζεται. Και αποτελεί μια μεγάλη πηγή εσόδων για τα κρατικά ταμεία, στην προσπάθεια επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων, ώστε να έρθει (κάπου, κάπως, κάποτε) η περιβόητη ανάπτυξη και ανάκαμψη της οικονομίας.
Τα έσοδα αυτά, λοιπόν, έρχεται ο πρόεδρος της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Κυριάκος Μητσοτάκης να προτείνει να αποδοθούν στους Δήμους, με στόχο τη βιωσιμότητα, την ενίσχυση της αυτοτέλειάς τους και εν τέλει της ανάπτυξής τους, με στόχο την παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών προς τους πολίτες. Μάλιστα, όπως μπορείτε να διαβάσετε στο παρόν φύλλο, συστήνει και κοινή ομάδα εργασίας με την ΚΕΔΕ, ώστε να αποκρυσταλλωθεί ο τρόπος και οι παράμετροι βάσει των οποίων μπορεί να καταστεί εφικτή μια τέτοια κίνηση.
Δεν ξέρω πόσοι το θυμούνται, αλλά η πρόταση για απόδοση του ΕΝΦΙΑ στους Δήμους (άρα μονιμοποίησής του δια… αυτοδιοικητικού αρραβώνος) είχε κατατεθεί στον δημόσιο διάλογο για πρώτη φορά σε προεκλογική συγκέντρωση της Ν.Δ. στο κλειστό «Σπύρος Λούης» στο Μαρούσι το 2015, με ομιλητή τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος, μάλιστα, είχε δεσμευτεί για… μείωσή του.
Προχθές, πάντως, ο Γ. Πατούλης, καταθέτοντας τις προτάσεις της ΚΕΔΕ για τη χρηματοδοτική πολιτική του κράτους προς τους Δήμους, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «ο ΕΝΦΙΑ από μόνος του είναι ένας κοινωνικά άδικος κι αντιαναπτυξιακός φόρος και δεν συνάδει με την έννοια της φορολογικής αποκέντρωσης που εφαρμόζεται σε όλα τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη».
Η συζήτηση που μπορεί να ανοίξει είναι μεγάλη. Από τη μια το επιχείρημα «το μη χείρον βέλτιστον»: Πληρώνουμε που πληρώνουμε τον φόρο, τουλάχιστον ας έρθει στους Δήμους για περισσότερα έργα και για καλύτερες υπηρεσίες, δίνοντας τη δυνατότητα να χαράζουν μια πιο ανεξάρτητη και «άνετη» πολιτική. Από την άλλη, το θέμα των αντικειμενικών αξιών που θα δημιουργήσει «Δήμους δύο ταχυτήτων», αφού άλλο θα εισπράττει ο ΟΤΑ μιας «άγονης» ή «υποβαθμισμένης» περιοχής κι άλλο ένας Δήμος π.χ. της παραλιακής ζώνης ή των βορείων προαστίων.
Κι έπειτα είναι και το άλλο: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανειλημμένα έχει επιχειρηματολογήσει υπέρ της ιδιωτικοποίησης υπηρεσιών των Δήμων. Το ερώτημα είναι το εξής: Θα πληρώνω ΕΝΦΙΑ (συν τα δημοτικά τέλη), για να αναλαμβάνουν ιδιώτες υπηρεσίες που οφείλει το κράτος να παρέχει, με τη δικαιολογία της έλλειψης προσωπικού, επαρκών υποδομών κ.λπ.; Εκτός κι αν ο ΕΝΦΙΑ χρησιμοποιηθεί για να καλύψει τέτοια κενά. Θα περιμένουμε, λοιπόν, με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της ομάδας εργασίας (γιατί αν περιμένουμε την κατάργηση του φόρου, πολύ φοβάμαι ότι έχουμε ευσεβείς πόθους…).