Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 04/03/2023
Έχουν περάσει οι ώρες, έχουν περάσει οι μέρες. Το σοκ αρχίζει να περνάει. Η απέραντη θλίψη όχι, αυτή παραμένει. Αυτή που θεριεύει, όμως, όσος χρόνος κι αν περνάει, είναι η οργή. Για όλους και για όλα. Για το πώς μια Πολιτεία που θα έπρεπε να είναι σύγχρονη και ασφαλής, όσο περνάει ο καιρός δείχνει να οπισθοδρομεί όλο και περισσότερο. Και δεν οπισθοδρομεί απλώς στα… χαρτιά ή στη νοοτροπία της. Το τραγικό είναι ότι στην οπισθοδρόμησή της έχει πάρει στον λαιμό της εκατοντάδες ζωές. Νέους, μεγάλους, παιδιά. Είτε λόγω οικονομικής ανέχειας, είτε αποτυχίας στην αντιμετώπιση της μικρής και μεγάλης εγκληματικότητας και πάσης φύσεως κοινωνικής βίας, είτε ανεπάρκειας στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, είτε λόγω άκρως προβληματικών υποδομών.
Μιλάμε για μια αποτυχημένη Πολιτεία σε όλες τις εκφάνσεις της δηλαδή. Με μια ελλειμματική έως και εξοργιστικά ανεπαρκή Δικαιοσύνη. Δεν ξέρεις από πού να πιαστείς, ποιον και τι να εμπιστευτείς.
Το θέμα είναι βαθιά δομικό: Είναι ο αυτοσκοπός της κερδοφορίας, ως βωμός πάνω στον οποίο θυσιάζονται βασικές, στοιχειώδεις και αυτονόητες λειτουργίες ενός κράτους, οι πολίτες του οποίου καταβάλλουν ένα σωρό φόρους, για να βλέπουν τις υπηρεσίες για τις οποίες προορίζονται, να παραχωρούνται σε ιδιώτες, αβρόχοις ποσί.
Αυτό το αδιανόητο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη αποτελεί την κορωνίδα του ερωτήματος: Ποια είναι τελικά η ιδιωτικοποίηση που θέλουμε; Πώς και με ποιον τρόπο την εφαρμόζουμε; Με ποιες ασφαλιστικές δικλείδες που εγγυώνται την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των υποδομών και υπηρεσιών που παραχωρούμε στο ιδιωτικό κεφάλαιο; Είναι μοναδικός γνώμονας η κερδοφορία; Είναι λόγος αυτός για να πανηγυρίζουν υπουργοί για τις επιτυχίες τους στις αποκρατικοποιήσεις, οι ίδιοι που στις τραγωδίες χύνουν κροκοδείλια δάκρυα και υπόσχονται «διερεύνηση σε βάθος» και «απόδοση ευθυνών»;
Αλήθεια, πότε είδαμε να γίνεται κάποια ιδιωτικοποίηση και από την πλευρά του κράτους, δηλαδή του ενός από τα δύο αντισυμβαλλόμενα μέρη, να ανακοινώνεται, ου μην αναδεικνύεται ότι η σύμβαση έχει όρους που ωφελούν το δημόσιο συμφέρον και όχι (μόνο) την τσέπη του ιδιώτη; Πότε ανακοινώθηκε, π.χ. ότι για την τήρηση των όρων αυτών θα γίνεται τακτικός έλεγχος από ανεξάρτητες επιτροπές και φορείς προκειμένου να διαπιστώνεται το «έχειν καλώς» ή σε αντίθετη περίπτωση, να ενεργοποιούνται ρήτρες ή ποινές; Ρητορικό το ερώτημα. «Γη και ύδωρ»…
Και γιατί, άραγε, θα πρέπει να προξενεί έκπληξη η παραίτηση του υπουργού Μεταφορών μετά από αυτή την εκατόμβη στα Τέμπη; Απλούστατο, διότι σε αυτή την άμοιρη χώρα αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τους υπουργούς και τους βουλευτές ακραιφνείς «καρεκλοκένταυρους».
Όμως, μήπως ήρθε η ώρα να επανέλθει και η συζήτηση για τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και την επίπτωσή του στον δημόσιο βίο; Ρητορικό το ερώτημα και πάλι. Εδώ, ακόμη κι αν διαφωνούν σε κρίσιμα ζητήματα με το κόμμα με το οποίο εκλέχθηκαν στη Βουλή, όταν ανεξαρτητοποιούνται ή διαγράφονται, αρνούνται να παραδώσουν και την έδρα τους. Για τέτοια νοοτροπία μιλάμε. Και περιμένουμε να ρίξουν από μόνοι τους το «τελευταίο οχυρό» που προστατεύει είτε ανικανότητες είτε ασυδοσίες;
Στα Τέμπη δεν κονιορτοποιήθηκαν μόνο δύο τρένα. Κονιορτοποιήθηκε οριστικά και αμετάκλητα η πολιτειακή παθογένεια που ταλανίζει τη χώρα μεταπολιτευτικά, ειδικά από το 1ο μνημόνιο κι έπειτα. Όσο για το μέλλον; Όσο ακόμη αρνούμαστε όλοι μας να σοβαρευτούμε και να προτάσσουμε το κοινό καλό αντί του «τομαριού» μας, είναι απλό: «Πάμε κι όπου βγει», όπως είπε και ο μηχανοδηγός πριν τη μοιραία σύγκρουση.
«Πάμε κι όπου βγει»… Η φράση αποκτά, πλέον, συμβολική διάσταση για την κατάσταση της Ελλάδας του 2023.