Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Την προπερασμένη Πέμπτη γύρω στις 9 το πρωί έτυχε ένα έκτακτο περιστατικό υγείας σε κοντινό μου πρόσωπο (ευτυχώς αποδείχθηκε ελαφρύτερο απ’ ό,τι έδειχνε). Όμως το βαρύτερο περιστατικό και αυτό που πραγματικά πληγώνει, πονάει και προκαλεί τεράστια ερωτηματικά και σκέψεις, είναι αυτό που συνέβη όταν κλήθηκε το ΕΚΑΒ, λόγω υποψίας εγκεφαλικού επεισοδίου. Όταν ρωτήθηκε από τον γιατρό που επενέβη στο περιστατικό ο υπεύθυνος (και τα τηλεφωνικά αρχεία είναι πολύ εύκολο να το δείξουν) σε ποιο νοσοκομείο υπάρχει εφημερία νευρολογικού τμήματος, η απάντηση ήταν αδιανόητα σοκαριστική: «Πουθενά στην Αττική αυτή τη στιγμή κύριε.
Περιμένετε να ανοίξει η εφημερία στις 2:30 στο ΝΙΜΤΣ»! Αν δηλαδή επρόκειτο για (οποιασδήποτε μορφής) εγκεφαλικό, ο ασθενής θα έπρεπε ή να περιμένει… ένα πεντάωρο ή να απευθυνθεί σε ιδιωτικό νοσοκομείο. Για να το εμπεδώσετε φίλες και φίλοι αναγνώστες (εμένα μου πήρε κάμποσο να το «καταπιώ» κι ακόμη δυσκολεύομαι), στον καιρό των αλλοπρόσαλλων αποφάσεων και μέτρων για την πανδημία, το ερώτημα στην Περιφέρεια που συγκεντρώνει τουλάχιστον 5 εκατομμύρια κατοίκους εντός της, δηλαδή το μισό και βάλε της… «Ελλάδας 2.0» που παρουσίασε ο πρωθυπουργός πρόσφατα, το σωστό ερώτημα δεν είναι «πού» υπάρχουν οι μέχρι πρότινος θεμελιώδεις εφημερίες στα νοσοκομεία της, αλλά «αν» υπάρχουν!
Ο άνθρωπος δεν χρειάστηκε τελικά να μεταφερθεί πουθενά από το ΕΚΑΒ. Το οποίο, μάλιστα, απ’ ό,τι αντιληφθήκαμε, δεν σκόπευε καν να έρθει, αν κρίνουμε ότι, μετά από πολλές κι έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες του γιατρού, η απάντηση ήταν «μπορείτε να τον πάτε στο “Ερρίκος Ντυνάν” (σ.σ. υποδέχεται non-COVID περιστατικά μετά τη μετατροπή του Σισμανογλείου σε αποκλειστικό νοσοκομείο αναφοράς), αρκεί να είναι COVID-free ο ασθενής»…
«Μπορείτε να τον πάτε»… Χρειάζεται να πούμε περισσότερα; Κάτι δεν πάει καθόλου, μα καθόλου, καλά στο δημόσιο σύστημα υγείας. Διότι, όσο κι αν αυτό πιέζεται και βρίσκεται στα όριά του, είναι τρομερό να μην έχουν γίνει ενέργειες που να διασφαλίζουν ότι θα υπάρχει επαρκής δυνατότητα αντιμετώπισης άλλων περιστατικών πλην κορωνοϊού. Στην περίπτωσή μας δε, μιλάμε για την 3η αιτία θανάτου παγκοσμίως: Το εγκεφαλικό. Προφανώς αυτά δεν ενδιαφέρουν καθόλου τους λοιμωξιολόγους της περίφημης επιτροπής των 32 που εσχάτως διαφάνηκε ότι ο ρόλος της διαμορφώνεται κατά το κυβερνητικό δοκούν, θα έλεγα όχι και άδικα πολλές φορές (αφού πολλοί εξ αυτών εξακολουθούν να έχουν τον «ασυμμάζευτο» στα κανάλια και τα λοιπά ΜΜΕ).
Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν εκεί για να γνωμοδοτούν πώς αντιμετωπίζεται μια πανδημία λοίμωξης του αναπνευστικού. Γιατί να τους ενδιαφέρει τι γίνεται με τις υπόλοιπες ασθένειες; Η κυβερνητική επιλογή είναι σαφής: «Δεν μπορούμε να ενισχύσουμε άλλο το δημόσιο σύστημα υγείας, θεωρούμε ότι έχουμε κάνει υπεραρκετά». Ίσως, αλλά μόνο για τον κορωνοϊό. Είναι, όμως, απλά αδιανόητο να ακούγεται το εφιαλτικό «δεν υπάρχει στην Αττική κύριε». Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι αυτό έρχεται «κουτί» στις ιδιωτικές κλινικές, αφού σε επείγουσες καταστάσεις και με τα δημόσια νοσοκομεία «αγκαζέ» από τον COVID, ενδεχομένως να αποτελούν μονόδρομο.
Όμως, ας αντιστρέψουμε λίγο την εικόνα, για να δούμε σε τι θέατρο του παραλόγου ζούμε: Ας σκεφτούμε λοιπόν πόσοι από εκείνους που είτε το παλεύουν με τον κορωνοϊό σε κάποιο νοσοκομείο είτε έχασαν τη ζωή τους από αυτόν, έδιναν από το υστέρημά τους για χρόνια ένα σωρό χρήματα στις ασφαλιστικές εταιρείες, επειδή επιθυμούσαν μια πιο ποιοτική περίθαλψη σε ιδιωτικά νοσοκομεία και τους απαγορεύτηκε να εισαχθούν λόγω COVID σε αυτά! Μπορεί η επιστροφή στην κανονικότητα να έχει ξεκινήσει αργά αλλά σταθερά, αλλά, όπως είχα σημειώσει ήδη από το ξεκίνημα της πανδημίας, 14 μήνες πριν, ισχύει: Όταν όλο αυτό τελειώσει, τα ερωτήματα θα εξακολουθούν να είναι περισσότερα από τις απαντήσεις…