Τα ψέματα τελείωσαν. Ήρθε η ώρα της αλήθειας. Η κάλπη το βράδυ της Κυριακής θα καθορίσει την επόμενη κυβέρνηση, αυτοδύναμη ή συνεργασίας, και θα προεξοφλήσει το άμεσο μέλλον της χώρας.
Του Αιμίλιου Περδικάρη
Το πολιτικό σκηνικό, στις βασικές του εκφάνσεις, φαίνεται να έχει αποκρυσταλλωθεί πριν καν ανοίξει η κάλπη. Ωστόσο, οι πιο «σκοτεινές» ώρες είναι όχι οι ώρες που γράφονται αυτές οι γραμμές, αλλά η ώρα που… διαβάζονται. Στο «παρά ένα», δηλαδή, πριν ανοίξουν οι κάλπες ή ακόμη και στο «και ένα». Διότι η ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού, οι μετακινήσεις από κόμμα σε κόμμα, οι αναποφάσιστοι, το ρεύμα νίκης και η (παραδοσιακή) ψήφος της τελευταίας στιγμής τώρα κρίνονται.
Το μόνο που φαίνεται να έχει κριθεί αδιαμφισβήτητα είναι το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη και στη Ν.Δ. χαράσσουν τα σχέδια της επόμενης μέρας με γνώμονα τη δεύτερη θέση και τις συμμαχίες που θα σχηματιστούν – ιδιαίτερα στην περίπτωση που θα παίξει δυνατά το σενάριο μιας «οικουμενικής» κυβέρνησης.
Κρίσιμο στοιχείο γι’ αυτό, όμως, είναι το τελικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ και η διαφορά από τη Ν.Δ. Αφενός γιατί το πρώτο θα κρίνει τις (σοβαρές) πιθανότητες που έχει για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ο Αλέξης Τσίπρας, αφετέρου διότι μια «βαριά» ήττα θα δρομολογήσει εσωκομματικές εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία.
Υπό αυτό το πρίσμα, άλλωστε, τις τελευταίες ημέρες από τη μία πλευρά ο λόγος Τσίπρα ήταν περισσότερο ήπιος και ενωτικός και από την άλλη πλευρά ο λόγος Σαμαρά στόχευε στην κινητοποίηση –αντί της απογοήτευσης και αποχής– των ψηφοφόρων της Ν.Δ. και στην αποτροπή των διαρροών. Όχι προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, διότι αυτές οι διαρροές φαίνονται να έχουν παγιωθεί, αλλά προς τα μικρότερα κόμματα (π.χ. Ποτάμι).
Ανάλογα μηνύματα έβγαλε και η καμπάνια των δύο «μονομάχων». Με θετικά μηνύματα και κεντρικό σύνθημα την «ελπίδα» από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και μια στρατηγική ήττας από την πλευρά της Ν.Δ., με αρνητικά μηνύματα που εστιάζουν στον αντίπαλο. Διότι είναι δεδομένο ότι η Ν.Δ. έχει χάσει το μεσαίο χώρο –αφού η μεσαία τάξη υπέφερε όσο κανείς άλλος στα χρόνια του Μνημονίου– και αναγκαστικά στρέφεται στο (ακρο)δεξιό ακροατήριο, με αποτέλεσμα η στρατηγική φόβου που πέτυχε στις εκλογές του 2012 τώρα να αποτυγχάνει.
Κατά τα λοιπά, η μάχη για την τρίτη θέση φαίνεται ότι δίνεται ανάμεσα σε Χρυσή Αυγή και Ποτάμι –με αουτσάιντερ το ΠΑΣΟΚ, που δείχνει να παραμένει ζωντανό– το ΚΚΕ συμπιέζεται, όπως και στις εκλογές του 2012, ενώ κρίσιμες για την εκλογική εξίσωση είναι οι επιδόσεις Ανεξαρτήτων Ελλήνων και Κινήματος Δημοκρατικών Σοσιαλιστών, των οποίων η είσοδος ή όχι στη Βουλή δεν είναι τελειωμένη υπόθεση.
Τα σενάρια της αυτοδυναμίας
Επειδή πολλά ακούγονται και γράφονται τις τελευταίες ώρες για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ή όχι αυτοδυναμία, τα πράγματα, σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, είναι απλά:
Σημασία δεν έχει η διαφορά πρώτου – δεύτερου κόμματος, αλλά:
1. Η πρωτιά, έστω και με μία ψήφο, για να πάρει το πρώτο κόμμα το μπόνους των 50 εδρών που «χαρίζει» την αυτοδυναμία.
2. Το τελικό ποσοστό του πρώτου κόμματος.
3. Το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής – δηλαδή, όσων κομμάτων συγκεντρώνουν κάτω από 3%.
Τα δύο τελευταία στοιχεία είναι τα κρίσιμα, αφού το όριο της αυτοδυναμίας προκύπτει από μία εξίσωση που προβλέπει ότι όσο μεγαλύτερο είναι το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων εκτός Βουλής, τόσο χαμηλότερο θα είναι το όριο της αυτοδυναμίας και αντίστροφα.
Δηλαδή, αν αυτό το άθροισμα φτάνει το 10%, η αυτοδυναμία μπορεί να επιτευχθεί με ποσοστό κοντά στο 36%. Αν το άθροισμα είναι 5%, η αυτοδυναμία εξασφαλίζεται με 38,5% κοκ.