Μια βραδιά ποιότητας και ουσίας απόλαυσαν οι τυχεροί που βρέθηκαν τη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου στο Δημαρχείο Κηφισιάς. Οικοδεσπότες το Δ.Σ. του ΚΕΜΜΕ με τιμώμενο πρόσωπο έναν από τους σπουδαιότερους εν ζωή ποιητές μας, τον Τίτο Πατρίκιο.
Μάλιστα, η φιλόλογος Ελένη Αντωνιάδου, προλογίζοντας τον Τίτο Πατρίκιο τον αποκάλεσε «εθνικό ποιητή», για να λάβει λίγο αργότερα την απάντηση από τον ίδιον: «Σας ευχαριστώ από καρδιάς γι’ αυτήν τη μεγάλη χαρά που μου δίνετε να μπορώ να επικοινωνήσω μαζί σας. Θέλω να κάνω μια διευκρίνιση και θα μιλήσω με απόλυτη ειλικρίνεια και ψευτομετριοφροσύνες. Δεν το πιστεύω. Πιστεύω ότι κατάφερα να γίνω ένας καλός ποιητής. Οι μεγάλοι ποιητές είναι πολύ σπάνιοι, είναι πολύ λίγοι και πολύ δύσκολο να τους φτάσει κανείς. Από την άλλη μεριά δεν πιστεύω ότι είμαι καλύτερος από άλλους ποιητές. Πιστεύω όμως ότι είμαι διαφορετικός ότι έχω πει και κάτι διαφορετικό που δεν έχουν πει οι άλλοι συνάδελφοι. Και αυτό μου αρκεί, να είμαι ένας καλός, διαφορετικός ποιητής».
Ήταν μια μοναδική βραδιά, που σίγουρα θα μείνει αξέχαστη στους παρευρισκομένους, οι οποίοι θέλησαν να τιμήσουν και να γνωρίσουν τον σπουδαίο ποιητή μας. Ο Τίτος Πατρίκιος κέρδισε το κοινό από την πρώτη στιγμή με τη σεμνότητα και τους ήπιους τόνους του. Ο ποιητής απήγγειλε με τη ζεστή φωνή του αποσπάσματα απ’ το έργο του, κερδίζοντας όχι μόνο το χειροκρότημα αλλά και τις καρδιές του Κηφισιώτικου κοινού. Κάτι που τόνισε και η πρόεδρος του ΚΕΜΜΕ Έφη Κούτση κατά τον σύντομο χαιρετισμό της: «Η ποίηση του Τίτου Πατρίκιου μας βρίσκει στην καρδιά».
Για τη ζωή και το έργο του σπουδαίου αυτού ανθρώπου μίλησαν η φιλόλογος Ελένη Αντωνιάδου, ο συγγραφέας Γιάννης Μπασκόζος και η κριτικός τέχνης Κατερίνα Σχινά. Το συντονισμό και την παρουσίαση της εκδήλωσης επιμελήθηκε η συγγραφέας και μέλος του ΚΕΜΜΕ Λίνα Σόρογκα.
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ο δήμαρχος Κηφισιάς Γιώργος Θωμάκος, αντιδήμαρχοι και δημοτικοί σύμβουλοι, η πρώην δήμαρχος Νέας Ερυθραίας Βασιλική Ταμβάκη, μέλη του Δ.Σ του ΚΕΜΜΕ, αλλά και οι ποιητές Βαγγέλης Χρόνης, Δημήτρης Δασκαλόπουλος και Ανδρέας Αντωνιάδης, καθώς και πλήθος κόσμου.
Ο Ρίτσος, ο «Χωματόδρομος», η καθοδήγηση και η… κρύπτη στη βαλίτσα
Άγνωστες πτυχές του ποιητικού του έργου με το μοναδικό πνεύμα χιούμορ που τον χαρακτηρίζει χάρισε ο Τίτος Πατρίκιος στο κοινό τη Κηφισιάς: «Στο μόνο που μοιάζουν οι ποιητές με τους πολιτικούς είναι ότι και οι δυο όταν πιάσουν ένα μικρόφωνο δεν το αφήνουν», είπε, ξεκινώντας να μιλάει ο ποιητής. Αμέσως μετά και πριν να αρχίσουν οι ερωτήσεις των παρευρισκομένων, περιέγραψε τα πρώτα βήματα της ποιητικής του εξέλιξης ως εξής:
«Γιατί πέρασε ένα μεγάλο διάστημα δέκα ετών μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου βιβλίου μου; Ήταν η απασχόληση με την ‘‘Επιθεώρηση Τέχνης’’, τα ταξίδια, οι επαγγελματικές ενασχολήσεις… Αλλά έπαιξε ρόλο και ένας άλλος λόγος σημαντικός που δίσταζα να αναφέρω. Στην ‘‘Επιθεώρηση Τέχνης’’ τα μέλη της συντακτικής επιτροπής είχαμε πει ότι δεν θα δημοσιεύουμε δικά μας έργα, για να μην πουν ότι χρησιμοποιούμε το περιοδικό για την προσωπική μας προβολή. Ποιήματα δικά μου, δυο φορές, δημοσιεύθηκαν πολλά χρόνια μετά την έκδοσή του. Την εποχή της μεγάλης σχέσης και αγάπης με τον Ρίτσο, ό,τι έγραφα του το έδειχνα αμέσως. Και στην εξορία και τα πρώτα χρόνια μετά στην Αθήνα. Έξω από μερικές παρατηρήσεις που μου έκανε στην αρχή, πάντα για τα ποιήματα που του πήγαινα μου έλεγε ‘‘εξαιρετικό’’ κι έτσι με αυτήν την ενθάρρυνση δημοσίευσα τα πρώτα μου ποιήματα. Λίγο πριν να βγει ο ‘‘Χωματόδρομος’’ μου συνέβη το εξής περιστατικό: Πήρα μια φορά άδεια από την εξορία για μια εγχείρηση αμυγδαλών, αλλά στον ενάμιση μήνα με έπιασαν και με ξαναπήγαν μέσα. Στο διάστημα αυτό συναντήθηκα και συνδέθηκα πολύ με έναν σημαντικό συγγραφέα, τον Άρη Αλεξάνδρου. Ο Αλεξάνδρου δεν ήταν μόνο σπουδαίος μεταφραστής των Ρώσων συγγραφέων, ήταν και πολύ ικανός γνώστης της Αγγλικής και μεταφραστής από τα αγγλικά. Στην κουβέντα που είχαμε στο λίγο διάστημα που παρέμεινα στην Αθήνα τότε, μου έδωσε ένα βιβλίο να διαβάσω, ενός ‘‘ελεεινού’’ ανθρώπου που ήταν όμως μεγάλος ποιητής. Μου έδωσε ένα βιβλίο του Έζρα Πάουντ. Του λέω ‘‘αυτόν τον ελεεινό φασίστα μου δίνεις, ούτε να τον αγγίξω δεν θέλω’’. Όχι, μου λέει, ‘‘διάβασέ το θα δεις ότι τα πρώτα νεανικά του ποιήματα είναι πολύ σημαντικά’’. Άρχισα να τον διαβάζω στα αγγλικά και έμεινα κατάπληκτος. Με πιάνουν έπειτα και παίρνω το βιβλίο μαζί μου στον Άη Στράτη, οπότε εκεί γίνεται μεγάλο σκάνδαλο ότι έφερα το βιβλίο ενός φασίστα. Η επίδραση που είχε επάνω μου ο Πάουντ ήταν ότι είδα τη σημασία του σύντομου ποιήματος, γιατί μέχρι τότε έγραφα εκτεταμένα συνθετικά ποιήματα και ο ‘‘Χωματόδρομος’’, κυρίως, τέτοια ποιήματα έχει, στα οποία επανήλθα στα τελευταία. Άρχισα λοιπόν να γράφω σύντομα ποιήματα.
Και όταν πήρα μετά από ένα χρόνο τη δεύτερη άδεια από την εξορία, πήγα στον Ρίτσο και του τα έδειξα. Αφού τα διάβασε, μου λέει ‘‘Τίτο, μπήκες σε πολύ κακό δρόμο’’. Εγώ πάγωσα. ‘‘Η επαναστατική ποίηση είναι σαν τη συμφωνική μουσική, είναι ποίηση με εύρος που παίζεται από πολλά όργανα. Τα μικρά ποιήματα είναι σαν τη μουσική δωματίου που είναι για τους αστούς’’, μου είπε τότε ο Ρίτσος. Κι ενώ σκόπευα να τα δημοσιεύσω, δεν τα δημοσίευσα. Περνούν όμως δυο μήνες και μια μέρα έρχεται στα γραφεία της ‘‘Επιθεώρησης Τέχνης’’ ο Ρίτσος και λέει παιδιά σας έφερα καινούργια ποιήματα. Ενθουσιασμό εμείς, αλλά όταν τα είδα, διαπίστωσα ότι ήταν σύντομα ποιήματα.
Όταν έβγαλα τον ‘Χωματόδρομο’’ πολλοί είπαν ότι αντιγράφω τον Ρίτσο με τα συνθετικά ποιήματα. Οπότε, αν δημοσίευα τότε τα σύντομα ποιήματα θα έλεγαν ‘‘έγραψε ο Ρίτσος σύντομα ποιήματα, τον αντιγράφει ξανά’’. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που δεν τα δημοσίευσα τότε. Άφησα να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια.
Ο ‘Χωματόδρομος’’ βγήκε διότι ήταν η πρώτη φορά που είπα ψέματα στην κομματική οργάνωση. Όταν πήρα τη δεύτερη άδεια από τον Άη Στράτη και είχα τα χειρόγραφα, είχαν δημιουργηθεί εσωτερικές κομματικές συγκρούσεις μεταξύ των εξόριστων κι εγώ ήμουν από εκείνους που είχαν εκφράσει διαφωνίες. Η καθοδήγηση αποφάσισε να μην πάρω τα ποιήματα μαζί μου, αλλά να τους τα παραδώσω και να βρουν τρόπο να μου τα στείλουν στην Αθήνα. Εγώ είπα ότι δεν υπάρχουν χειρόγραφα, αλλά τα έχω μάθε απ’ έξω και δεν τα παρέδωσα. Αν τα είχα παραδώσει, ο ‘‘Χωματόδρομος’’ δεν θα είχε βγει. Είχα μια κρύπτη στη βαλίτσα μου κι έτσι τα έβγαλα, παραπλανώντας και τη χωροφυλακή και την καθοδήγηση, αλλά δεν θα σας πω πού, γιατί δεν ξέρεις ποτέ τι μπορεί να ξανατύχει»!