Με αρνητικό τρόπο, για δεύτερη φορά, έρχεται στην επικαιρότητα το ιστορικό Σικιαρίδειο Ίδρυμα, που εδράζεται στο Μαρούσι και φιλοξενεί παιδιά με νοητική στέρηση. Αυτή τη φορά, αφορμή στέκεται ο πολιτικός σάλος που έχει ξεσπάσει με αφορμή τη χαρακτηριζόμενη ως «λίστα Λαγκάρντ». Η τελευταία, η οποία παραδόθηκε στις ελληνικές αρχές, φέρεται να περιλάμβανε στο πρωτότυπό της το όνομα της Ελένης Παπακωνσταντίνου, συζύγου του παραιτηθέντος από τον Σεπτέμβριο προέδρου του Ιδρύματος Συμεών Σικιαρίδη και εξαδέλφη του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου, ως δικαιούχου λογαριασμού στην τράπεζα HSBC.
Το θέμα έχει προκαλέσει πολιτική και δικαστική θύελλα, καθώς στις επόμενες «λίστες» που κυκλοφόρησαν τα ονόματα των 3 συγγενών του πρώην υπουργού, μεταξύ των οποίων και της Ελένης Παπακωνσταντίνου, είχαν διαγραφεί. Μάλιστα, τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγός της Συμεών Σικιαρίδης κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον των οικονομικών εισαγγελέων, προκειμένου να δώσουν εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους.
Μειωμένες περικοπές ισχυριζόταν ο Σ. Σικιαρίδης
Όταν ξέσπασαν οι πρώτες φήμες, το περασμένο καλοκαίρι, ότι το Ίδρυμα απειλείται με «λουκέτο», η ΑΜΑΡΥΣΙΑ αναζήτησε τη διοίκηση του Ιδρύματος και συνομίλησε με τον τότε πρόεδροΣυμεών Σικιαρίδη, ο οποίος μας είχε περιγράψει με μελανά χρώματα το μέλλον του Ιδρύματος, ισχυριζόμενος ότι η πηγή χρηματοδότησης από την Πολιτεία είχε πρακτικά «στερέψει», παρά τον όρο της αρχικής δωρεάς με νόμο του 1939, ότι είναι υπεύθυνη για να καλύπτει τα λειτουργικά του έξοδα.
Να σημειωθεί ότι το ετήσιο κόστος λειτουργίας του Ιδρύματος ανέρχεται στα 1.733.000 ευρώ. Όμως, μέχρι το καλοκαίρι του 2012 είχαν δοθεί μονάχα 150.000 ευρώ. Όπως μας είχε εξηγήσει τότε ο πρόεδρος, η μείωση της επιχορήγησης έγινε σταδιακά: «Πριν από 10 χρόνια ξεκίνησε να γίνεται ελλειμματική, από το 2008 άρχισε να είναι ιδιαίτερα ελλειμματική, ενώ το 2012 είχε καταστεί πλέον ανύπαρκτη».
Ο Σ. Σικιαρίδης μάς είχε παραθέσει μάλιστα αναλυτικά τα στοιχεία, σημειώνοντας ότι «το 2008 η επιχορήγηση έπεσε στο 60% του ετήσιου κόστους, το 2009 στο 56%, το 2010 στο 41%, το 2011 στο 37% και το 2012 στο 8%».
«Εσφαλμένος ο ισχυρισμός του κ. Σικιαρίδη»
Διαφορετική άποψη για τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος, όμως, εξέφρασε στην εφημερίδα μας η νέα πρόεδρος του Ιδρύματος και διευθύντρια Κοινωνικής Αντίληψης & Αλληλεγγύης στη Γενική Γραμματεία Πρόνοιας, εποπτευόμενος φορέας του υπουργείου Εργασίας, Βάγια Τσακατάρα. Όπως μας ενημέρωσε, «τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είχαμε υποβάλει υπόμνημα, καταρρίπτοντας τον ισχυρισμό του κ. Σικιαρίδη ότι το Ίδρυμα χρειάζεται κρατική χρηματοδότηση 51% για να λειτουργήσει. Αυτό μάλιστα αποτέλεσε και την αφορμή για να παραιτηθεί ο τελευταίος από πρόεδρος του Δ.Σ. του Ιδρύματος. Όμως, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, δεν είναι δυνατόν να επιχορηγείται ένα Ίδρυμα με τόσο μεγάλο ποσό. Όπως γίνονται παντού περικοπές, έτσι πρέπει να γίνουν και στο Σικιαρίδειο».
Η κ. Βάγια Τσακατάρα χαρακτήρισε το ποσό των 1.733.000 ευρώ, που ισχυριζόταν ο κ. Σικιαρίδης ότι χρειαζόταν ετησίως το Ίδρυμα, ως «εσφαλμένο» και πως «το επιχείρημα για αυτό δεν ευσταθεί», ενώ συμπλήρωσε ότι «ο κ. Σικιαρίδης μπορεί να λέει ό,τι θέλει».
Σε ερώτησή μας για το πόσο είναι το σημερινό κόστος λειτουργίας του Σικιαριδείου, επιφυλάχθηκε να απαντήσει μέχρι να ξεκινήσουν όλα τα παιδιά να παρακολουθούν τα εργαστήρια, ώστε να γίνει τότε ο σχετικός υπολογισμός των εξόδων.
Παράλληλα, υποστήριξε ότι η κρατική χρηματοδότηση που έχει δοθεί από την Περιφέρεια είναι ε-
παρκής, ενώ δήλωσε ότι υπάρχει πλέον εισροή και από τον ΕΟΠΥΥ για τα παιδιά με νοητική στέρηση. Προσέθεσε δε ότι το Ίδρυμα έχει διαχειριστική επάρκεια και την αναγκαία πιστοποίηση για να διεκδικήσει χρηματοδοτήσεις από ευρωπαϊκά προγράμματα.
Γονείς: «Συζητούσαν για το κόστος των σάντουιτς!»
Σχολιάζοντας την παρουσία της κ. Ελένης Παπακωνσταντίνου στη «λίστα Λαγκάρντ», ο συντονιστής της Επιτροπής Γονέων Σικιαριδείου Γιάννης Σχίζας δήλωσε αγανακτισμένος που «τον περασμένο Ιούλιο ο κ. Σικιαρίδης μας μιλούσε για την ανάγκη περικοπών, προκειμένου να συνεχίσει το Ίδρυμα τη λειτουργία του. Μια από τις περικοπές που είχε προτείνει ήταν να μειωθεί το προσωπικό της κουζίνας και να πάψουν τα παιδιά να τρώνε κανονικό φαγητό και να καλύπτονται με ένα σάντουιτς. Είναι δυνατόν, όμως, να είσαι πλούσιος και να συζητάς για το σάντουιτς των παιδιών; Κάποτε υπήρχαν ευεργέτες, αλλά πλέον συμβαίνουν γεγονότα που είναι πρωτοφανή στην ιστορία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν γνωστό ότι ο κ. Σικιαρίδης είχε πολλές γνωριμίες, εντούτοις «δεν βοήθησε το Ίδρυμα με τις επαφές του», όπως ισχυρίζεται. Υποστήριξε δε ότι «καταδεικνύει αδιαφορία το να έχεις ένα Ίδρυμα που να σου εξασφαλίζει κύρος, αναγνωρισιμότητα, δωρεάν δημόσιες σχέσεις και φιλανθρωπικές υπηρεσίες, και τελικά αντί να το προωθείς, να μεταφέρεις τη γραμμή από πάνω, που σου λέει ότι πρέπει να γίνουν περικοπές και να ζητάς από τους γονείς να πληρώσουν τα δίδακτρα!».
Στο σημείο αυτό ο κ. Γ. Σχίζας υπενθύμισε ότι πέρσι τέτοια εποχή η διοίκηση είχε ζητήσει, από όσους γονείς μπορούσαν, να δίνουν 90 ευρώ τον μήνα για τη λειτουργία του Ιδρύματος. «Στην ουσία αυτό ήταν η “προθέρμανση”, πριν ζητήσουν να πληρώνουμε τα πάντα», εκτιμά.
Επίσης, όπως υποστηρίζει, το μεγαλύτερο μέρος της κρατικής επιχορήγησης που δόθηκε στο Σικιαρίδειο αναλώθηκε σε αποζημιώσεις εργαζομένων που απολύθηκαν, όταν αρκετοί από αυτούς επρόκειτο σύντομα να συνταξιοδοτηθούν. «Έγινε κακοδιαχείριση του χρήματος. Κι αν υπολογίσει κανείς τα λειτουργικά κόστη του Ιδρύματος, σε σύγκριση με το κόστος εις βάρος της κοινωνίας, θα διαπιστώσει ότι το κλείσιμο του Ιδρύματος θα προκαλέσει τεράστια κοινωνική ζημία στους γονείς, στην επανένταξη των παιδιών, αλλά και στον επιστημονικό ιστό της χώρας που δραστηριοποιείται στον τομέα των παιδιών με ειδικές ανάγκες. Ένα ενδεχόμενο “λουκέτο” λοιπόν θα έχει δευτερογενείς και τριτογενείς επιπτώσεις». δηλώνει.
Με 12 παιδιά λειτουργεί το Ίδρυμα
Σε ερώτησή μας για το γίνεται σήμερα με τη λειτουργία του Σικιαριδείου, ο κ. Σχίζας μάς είπε ότι αυτή τη στιγμή παρακολουθούν τα εργαστήρια μόνο 12 παιδιά, από τα 150 που ήταν πέρσι, λόγω του ότι οι γονείς τους δεν μπορούν να τα φέρνουν μέχρι το Μαρούσι, χάνοντας όλη τη μέρα τους στις συγκοινωνίες.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ο κ. Σχίζας ανέφερε ότι το αρχικό «λουκέτο» στο Ίδρυμα και στη συνέχεια η λειτουργία του με πολύ λιγότερο προσωπικό και παιδιά «αποτελεί μια “βόμβα” που ανέμελα έσκασε από ανθρώπους που αντιμετωπίζουν τα παιδιά με νοητική στέρηση σαν σκουπίδια, που θέλουν να τα περιορίσουν μέχρι να εκλείψουν. Η αναλγησία του μνημονιακού συστήματος έχει ξεπεράσει κάθε όριο και αγγίζει τον τέλειο ευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης».