Γεννημένη στην Αθήνα, αλλά πολυταξιδεμένη κυριολεκτικά και μεταφορικά, τα τελευταία της χρόνια περνάει μια ήρεμη ζωή μακριά από την μεγάλη πόλη. Συγγραφέας πολλών παιδικών βιβλίων με εξαιρετική θεματική, ενεργό μέλος κοινοτήτων που προωθούν τη φιλαναγνωσία και πάντα ανήσυχο πνεύμα, δεν σταματά να γράφει και να δημιουργεί.
Η συγγραφέας Μαρίνα Πλούμπη, λίγες μέρες μετά την παρουσίαση του τελευταίου της βιβλίου με τον ιδιαίτερο τίτλο «Είναι Μπλιαχ, είναι Ίου, είναι Γιάμι» σε βιβλιοπωλείο της Νέας Φιλαδέλφειας, μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για τη συγγραφή, τις μικρές, καθημερινές δυσκολίες της μητρότητας, την ακτιβιστική της δράση για την προσβασιμότητα των παιδιών της διασποράς σε ελληνικά αναγνώσματα, αλλά και το όνειρό της να αποκτήσει το βιβλιοπωλείο που είχε η Μεγκ Ράιαν στην ταινία του 1998 “Υοu ‘ve got mail” (σ.σ. Ελληνική μετάφραση “Έχετε μήνυμα στον υπολογιστή σας”)
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΓΙΩΡΓΟ ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ
«Είναι Μπλιαχ, είναι Ίου, είναι Γιάμι», ο τίτλος του νέου σας βιβλίου. Ενδιαφέρων και ιντριγκαδόρικος! Πείτε μας μερικά λόγια γι’ αυτό.
Το βιβλίο αυτό γράφτηκε κατά… παραγγελία! Ακούγεται περίεργο, αλλά είναι η αλήθεια. Έλαβα ένα ηχητικό μήνυμα από τη φίλη μου και ψυχολόγο Μάνια Τσίλλη, μητέρα διδύμων, τότε δυόμισι ετών. Την άκουσα να μου λέει με απελπισμένη φωνή: «Σε παρακαλώ! Γράψε ένα παραμύθι για τα φάρμακα. Ένα βιβλίο που να λέει να παίρνουν τα παιδιά το σιρόπι τους, όταν είναι άρρωστα. Δεν αντέχω άλλο! Έψαξα παντού και δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην αγορά. Το πιστεύεις;». Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να γελάσω με το μήνυμα της Μάνιας – ξέρετε, αυτό το γέλιο της μητέρας, όταν σκέφτεται τις καταστάσεις που βιώνει μια άλλη μητέρα ως αστείες και χαριτωμένες, ενώ όταν έρθει η σειρά της τις βιώνει ως εφιαλτικές! Η δεύτερή μου αντίδραση ήταν «Τι ωραίο θέμα!» και η τρίτη «Μα καλά, στ’ αλήθεια δεν υπάρχει τέτοιο βιβλίο;»
Έπειτα από λίγες ημέρες αρρώστησε η τετράχρονη τότε κόρη μου και έπρεπε να πάρει –ωιμέ!– αντιπυρετικό σε σιρόπι. «Μαμά, όχι! Είναι μπλιαχ!» φώναζε. Και, τσουπ, αυτή η «μαγική» λέξη δημιούργησε την ιστορία. Μια ιστορία που είχα ήδη αποφασίσει πως –αν μη τι άλλο– θα είχε πλάκα.
Το να συμφιλιωθεί ένα παιδί με την ιδέα ότι πρέπει να πάρει ένα σιρόπι, είναι πολλές φορές ένας δύσκολος αγώνας για το γονιό, που όμως έχει και αρκετές αστείες πλευρές. Από ποια σκοπιά προσεγγίζετε το θέμα και πώς βλέπετε να λειτουργεί στο κοινό σας, γονείς και παιδιά;
Όπως προανέφερα, είχα ήδη αποφασίσει από τη σύλληψη της ιδέας ότι αυτό το βιβλίο θα ήταν γραμμένο με χιούμορ. Το τρίπτυχο «Είναι Μπλιαχ, είναι Ίου, είναι Γιάμι» λειτουργεί καταπραϋντικά στο συναίσθημα και καταλαγιάζει την ένταση της στιγμής. Περικυκλωμένα από αμέτρητες ιώσεις και πολύχρωμα σιρόπια, τα παιδιά της Μάνιας μαζί με τα δικά μου ήταν οι πρώτοι κριτές και «δοκιμαστές» της ιστορίας μου. Και, ναι, πιάνει! Γιατί είναι «γιάμι».
Είναι εύκολο να μιλήσει μια συγγραφέας σε ένα κοινό, όπως τα μικρά παιδιά, ειδικά όταν πρόκειται για θέματα που δεν τα κάνουν χαρούμενα;
Καθόλου. Έχω άγχος κάθε φορά. Από τη σύλληψη της ιδέας, τη συγγραφή της, μα και σε κάθε παρουσίαση του βιβλίου που κάνουμε στα παιδιά. Με ηρεμεί μόνο λίγο το γεγονός πως όλα μου τα βιβλία, πριν εκδοθούν, δίνονται για εκτίμηση και κριτική στα ίδια τα παιδιά της ηλικιακής ομάδας που το κάθε βιβλίο απευθύνεται. Οπότε, σκέφτομαι πως έχουν περάσει το πρώτο τεστ.
Εξ όσων γνωρίζουμε, αυτή την περίοδο είστε σε διαρκή μετακίνηση για την οργάνωση παρουσιάσεων του βιβλίου σας. Ποιοι είναι οι επόμενοι σταθμοί σας;
Επόμενοι σταθμοί είναι σίγουρα η Κρήτη, όπου προς το παρόν είναι η βάση μας και έπειτα είναι η Βόρεια Ελλάδα που τόσο πολύ καιρό θέλω να επισκεφτώ.
Είναι το τέταρτο βιβλίο σας με θέματα που αφορούν στην καθημερινότητα των νέων γονιών. Να υποθέσουμε πως η ανάγκη για τη συγκεκριμένη θεματολογία προέκυψε βιωματικά ως μανούλα που αντιμετώπισε αντίστοιχες δυσκολίες;
Όχι! Ειδικά για το τελευταίο βιβλίο «Είναι μπλιαχ , είναι ίου είναι γιάμι!», παρόλο που κανένα παιδί μου δεν έπαιρνε με ευκολία τα φάρμακα – η κόρη μου αναφωνεί «είναι μπλιαχ», ενώ ο γιος μου «είναι ίου»- δεν είχα σκεφτεί ποτέ να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο.
Η αφορμή για να γράψω το βιβλίο μου «Η τελευταία γουλίτσα», που αφορά στον ομαλό, καθοδηγούμενο αποθηλασμό των νηπίων, ήταν ότι δεν υπήρχε ένα τέτοιο βιβλίο στην Ελλάδα. Είχα μόλις επιστρέψει στην πατρίδα και έψαχνα συχνά ελληνικούς τίτλους, έτσι όταν αναζήτησα και ένα βιβλίο με θέμα τον αποθηλασμό, ενημερώθηκα έκπληκτη από τον βιβλιοπώλη πως δεν υπήρχε. Και ό,τι δεν υπάρχει, το δημιουργείς ο ίδιος.
Το βιβλίο μου «Το βράδυ κοιμόμαστε όλοι!» το έγραψα ως συνέχεια του πρώτου βιβλίου, καθώς αφορά τον βραδινό αποθηλασμό και τις βραδινές αφυπνίσεις. Εντάξει, το παραδέχομαι, το έγραψα για να κοιμηθώ πρωτίστως εγώ, καθώς είμαι άυπνη περίπου εννέα χρόνια!
Έπειτα, «Ο Λευτέρης πάει βόλτα, ζώνη κράνος, φύγαμε», είναι το βιβλίο εκείνο που έγραψα τις πρώτες ημέρες που γύρισα στην Ελλάδα. Όταν κυκλοφορούσα στο δρόμο, είτε με το αυτοκίνητο, είτε πεζή, ένοιωθα πολύ μεγάλη ανασφάλεια και έτσι εμπνεύστηκα ένα βιβλίο που να μιλά για την κυκλοφοριακή αγωγή.
Το πρώτο σας βιβλίο, «Η Τελευταία γουλίτσα» αγγίζει ένα ιδιαίτερο θέμα που αφορά σε μια σημαντική αλλαγή στη σχέση της μαμάς με το παιδί, τον αποθηλασμό. Είχε, μάλιστα, την αιγίδα του Συλλόγου Επιστημόνων Μαιών – Μαιευτών Κρήτης. Θα θέλαμε να μας πείτε περισσότερα για αυτή την… περιπέτεια!
«Η Τελευταία γουλίτσα» και «Το βράδυ κοιμόμαστε όλοι!» έχουν τιμηθεί και είναι υπό την Αιγίδα του Συλλόγου Μαιών – Μαιευτών Κρήτης και αυτό μου έχει δώσει μεγάλη χαρά και ικανοποίηση, ότι έγραψα δύο βιβλία τα οποία έχουν επιστημονική έγκριση με βάση το θέμα τους. Έχω ασχοληθεί πολλά χρόνια με το θέμα του θηλασμού και του αποθηλασμού ως μητέρα, αλλά και ως εν δυνάμει εθελόντρια σύμβουλος θηλασμού. Διάβασα και διαβάζω συνεχώς επ’ αυτού. Δυστυχώς, η γέννηση του δεύτερου παιδιού μου και οι περισσότερες υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν τότε, ανέκοψαν την πορεία μου και την ολοκλήρωση του. Δεν σταμάτησα παρ’ αυτά να είμαι ενεργό μέλος σε τοπικές -και μη- ομάδες υποστήριξης του μητρικού θηλασμού. Αυτές οι γνώσεις παντρεύτηκαν με τη συγγραφή των δύο αυτών ιστοριών και δημιούργησαν τα δύο βιβλία.
Ως συγγραφέας παιδικών βιβλίων, ποια θεωρείτε καλύτερη προσέγγιση στο να ενθαρρύνουμε ένα παιδί να ανακαλύψει τον μαγικό κόσμο των βιβλίων;
Ας αφήσουμε ελεύθερο το παιδί μέσα στο βιβλιοπωλείο να διαλέξει το βιβλίο που επιθυμεί. Ας αφήσουμε ελεύθερο το παιδί μέσα στο βιβλιοπωλείο να διαλέξει το βιβλίο που επιθυμεί. Ας αφήσουμε ελεύθερο το παιδί μέσα στο βιβλιοπωλείο να διαλέξει το βιβλίο που επιθυμεί! Η επιλογή του τις περισσότερες φορές θα μας εκπλήξει. Τις περισσότερες φορές αγοράζουμε βιβλία εμείς για τα παιδιά μας, τα οποία όμως εκείνα δε θέλουν να διαβάσουν. Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί ως ενήλικες εμείς αν μας χάριζαν συνεχώς ένα βιβλίο και δε μας άρεσε, θα το διαβάζαμε; Θα συνεχίζαμε την αναζήτηση της ανάγνωσης;
Παίζει ρόλο και ο αφηγηματικός τρόπος που θα διαβάσουμε ένα βιβλίο στο παιδί ή μια καλή ιστορία θα βρει τρόπο να αγγίξει το κοινό της;
Ακόμα και μια καλή ιστορία, αν την αφηγηθεί κανείς βαρετά, κουρασμένα, εκνευρισμένα γιατί δεν έχει χρόνο, χωρίς χρώμα, χωρίς διάθεση, δε θα αγγίξει κανέναν, πόσο μάλλον το παιδί. Γι’ αυτό, αν είναι να διαβάσουμε ένα παιδικό βιβλίο στα παιδιά μας, ας αφιερώσουμε ολοκληρωτικά το χρόνο μας εκεί.
«Sweet Serendipities». Ακόμα και στην επιλογή του ονόματος του εκδοτικού οίκου δείχνετε πως έχετε μεγάλη αγάπη στο τυχαίο, στα μικρά, καθημερινά πράγματα που δίνουν την ομορφιά στη ζωή. Είναι έτσι;
Περίεργο. Κανείς ποτέ δε με έχει ρωτήσει κάτι τέτοιο, παρά μόνο άνθρωποι που γνωρίζουν την εννοιολογική σημασία της λέξης serendipity. Χαίρομαι πολύ γι’ αυτή την ερώτηση! Είναι ακριβώς έτσι, λοιπόν. Serendipity είναι μια τυχαία συγκυρία που έχει ως αποτέλεσμα ένα ευτυχές γεγονός. Η δημιουργία του οίκου αυτού, οι άνθρωποι που τον πλαισιώνουν, η στιγμή που δημιουργήθηκε, ακόμα και τα βιβλία που βρίσκονται υπό τη στέγη του είναι serendipities και, μάλιστα, sweet!
Τι άλλο θα διαβάσουμε στον εκδοτικό εκτός από τα δικά σας βιβλία;
Έχει ήδη εκδοθεί από τον οίκο μας το παιδικό βιβλίο «Ένα τραπέζι γεμάτο ΝΑΙ!» από τη συγγραφέα Ηλιάνα Χριστοπούλου – Κουτάντζη, το πρώτο βιβλίο στην Ελλάδα, το οποίο αφορά τις αλλεργίες και τους διατροφικούς περιορισμούς που βιώνουν εν γένει τα παιδιά. Έρχονται και άλλα πολλά και είναι όλα serendipities μοναδικά!
Πόσο εύκολη ήταν η απόφαση να αφήσετε τη μεγάλη πόλη και να ζήσετε μια πιο ήρεμη ζωή στην Κρήτη; Και, μάλιστα, ακολουθώντας μια επαγγελματική διαδρομή πέρα από αυτό που σπουδάσατε και δραστηριοποιηθήκατε;
Ο σύζυγός μου υπηρετεί στην Πολεμική Αεροπορία, επομένως η τοποθέτηση του ήταν εκεί. Θα πω πως νοιώθω ευλογημένη που ζούμε μια πιο ήρεμη ζωή εκτός μεγαλούπολης. Η αλλαγή στην επαγγελματική μου πορεία ήρθε επτά χρόνια πριν, με μια μετακόμιση στο εξωτερικό. Αυτό μου έδωσε το χρόνο να ασχοληθώ με την άλλη μου αγάπη, τη συγγραφή. Μου έδωσε το χρόνο να παρακολουθήσω σεμινάρια λογοτεχνικής γραφής, μου έδωσε το χρόνο να διαβάσω πολύ και πολλά, μου έδωσε το χρόνο να γράψω.
«Ελλάδα, Μονοπάτια Αφήγησης». Άλλη μια πολύ ενδιαφέρουσα δράση, της οποίας είστε δημιουργός. Τι ακριβώς αφορά και σε ποιους απευθύνεται;
Ζώντας στο εξωτερικό κάποια χρόνια, αντιμετώπισα – και φυσικά δεν ήμουν η μόνη – εξαιρετική δυσκολία στο να βρω ελληνικά βιβλία, αλλά και να παρακολουθήσω αφηγήσεις. Για να σας δώσω μια ιδέα, προμηθευόμασταν τα βιβλία μας στις βαλίτσες των διακοπών μας στην επιστροφή από την Ελλάδα. Σκεφτόμουν τι είναι αυτό που θα μπορούσα να κάνω, να ενισχύσω ό,τι έχει να κάνει με το ελληνικό βιβλίο στη Διασπορά, έτσι δημιούργησα τη δράση «Ελλάδα, Μονοπάτια Αφήγησης», η οποία είναι υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Κρήτης και της Panhellenic Federation of Florida. Απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Αφορά στη διαδραστική αφήγηση, δια ζώσης ή online, ελληνικών παιδικών βιβλίων στα παιδιά της ακριτικής Ελλάδας και στα Ελληνόπουλα, μα και ελληνόφωνα παιδιά της διασποράς.
Στον προσωπικό σας χρόνο, με τι είδους βιβλία ταξιδεύετε; Διαβάζετε κάτι αυτή την περίοδο;
Διαβάζω πάντα, παντού και οτιδήποτε. Το είδος του βιβλίου που θα επιλέξω, έχει να κάνει καθαρά με την ψυχολογία μου και τη διάθεση μου τη συγκεκριμένη στιγμή. Συνήθως, όταν έχω λίγο χρόνο διαθέσιμο, θα διαβάσω ένα παιδικό βιβλίο, το οποίο είναι εκ των πραγμάτων κείμενο μικρής φόρμας. Με χαλαρώνει πολύ.
Ετοιμάζετε κάτι νέο σε επίπεδο συγγραφής; Αν ναι, θα αντλεί πάλι από την ίδια θεματολογία ή θα δοκιμάσετε κάτι διαφορετικό;
Πολύ σύντομα θα εκδοθεί ένα παιδικό μου βιβλίο, για το οποίο «δουλεύω» δύο χρόνια περίπου και το αγαπώ πολύ. Παράλληλα, συνεχίζω τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος.
Υπάρχει κάποιο όνειρό σας, συγγραφικό ή μη, που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Νομίζω πως θα βρεθούν πολλοί βιβλιολάτρες που θα έχουν το ίδιο όνειρο με μένα. Γνωρίζετε την ταινία “Υοu ‘ve got mail” ; Θα ήθελα κάποια στιγμή να αποκτήσω το βιβλιοπωλείο που είχε και η Meg Ryan. Το ίδιο γίνεται;
Και για να προσγειωθώ…. Θα ήθελα να μοιραστώ μια σκέψη μου, την οποία μοιράζομαι συνεχώς και παντού. Παρατηρώ πολύ συχνά σχολιασμούς αναφορικά με το είδος των βιβλίων που επιλέγει κάποιος να διαβάσει. Όσο σημαντικό είναι το τι διαβάζουμε, άλλο τόσο σημαντικό είναι ότι διαβάζουμε. Για μένα το βιβλίο είναι ανάταση ψυχής, είναι η αγαλλίασή της, είναι η ανακούφισή της, είναι η ίασή της. Αν η ψυχή επιθυμεί να γελάσει, να κλάψει, να προβληματιστεί, να ξεχαστεί, να «ψαχτεί», είναι σημαντικό να αναζητήσει το κατάλληλο βιβλίο. Αν το βιβλίο πετύχει τον σκοπό του, τότε μιλάμε για ένα πολύ καλό βιβλίο, ακριβώς γιατί πέτυχε τον σκοπό του. Την ανάταση ψυχής.