24/8/03
Ο Αχμέτ Εφέντης με επεσκέφθη την νύκτα με μυρίας άλλας προφυλάξεις, χωρίς ουδ’ αυτοί οι έμπιστοι υπηρέται της οικίας να τον ιδούν. Εφοβειτο μήπως η επίσκεψις ενός σωματοφύλακος του Σουλτάνου εις την οικίαν ξένου, και δή ακολούθου πρεσβείας, χαρακτηρισθη ως προδοσία. Δεν εχρειάζετο άλλως τε και πολύ μετά την μυσαράν πλεκτάνην των περί των Σουλτάνον, θύμα της οποίας προ 10 ετων ειχε πέσει ο πατήρ του μετ’ άλλων Τούρκων μεγιστάνων διά να χαρακτηρισθη και ο νεαρός Οθωμανός συνωμότης και ριφθή εις τον Βόσπορον ή τα’ ολιγώτερον να εξορισθή εις ακτήν τινα της Υεμένης.
Ο Αχμέτ Εφέντης ήτο υψηλού αναστήματος, ρωμαλέος το σώμα, με το πρόσωπον ελαφρως χαλκόχρουν και μικράν γενειάδα μέλαιναν ως πτερόν κόρακος. Οι οφθαλμοί των ειχον όλας τάς λάμψεις της τόλμης και της αποφάσεως. Το παράστημά δε υπερήφανον και μεγαλοπρεπές ανεδείκνυεν έτι μαλλον η χρυσοπάρυφος στολή του σωματοφύλακος.
Εισήλθεν εις την αίθουσάν μας, υπεκλίθη εδαφιαίως και με προσεφώνησε με τάς θερμάς προσρήσεις, των οποίων τόσον πλούτον έχει η Τουρκική γλωσσα. Τω απέτεινα τον λόγον γαλλιστί, ομιλών βραδέως, διά να με εννοήση. Παρά της συζύγου μου εγνώριζον ότι ο νέος ομίλει ολίγον την Γαλλικήν, την οποίαν εδιδάχθη παρά της μητρός του.
– Καλως ωρίσατε: καλως ώρισες γενναίε στρατιώτα και φίλε.
Και του έδειξα συγχρόνως θέσιν πλησίον μου πρό της Τραπέζης, επί της οποίας απέθεσεν δέσμην χειρογράφων, την οποίν εκράτει.
Εφαίνετο πολύ συγκεκινημένος και ήρχισε χωρίς περιστροφάς να μου ομιλή περί των σκοπών της επισκέψεώς του.
– Από πολλού καιρού ήθελα να ομιλήσω διά την εποχήν εκείνην και δι’ όσα είναι γραμμένα εις τά χαρτιά αυτά του ατυχούς πατρός μου. Είναι μία εποχή, την οποίαν δεν επρόφθασα να μάθω καλά αν και μ’ ενδιαφέρει περισσότερον από την ζωήν η υπόθεσις αυτή, η οποία εστοίχισεν την ζωήν του πατρός μου.
Ήρχισε να ομιλή ταχέως παραφερόμενος από στιγμής εις στιγμήν και λησμονούμενος ώστε να παρεμβάλλη Τουρκικάς φράσεις εις την ομιλίαν του. Αντελήφθην όμως καλώς ότι διηγείτο την ιστορίαν του θανάτου του πατρός του. Ο Μουχαρέμ-Μπέης όστις περιπεσών εις δυσμένειαν έμεινεν απομακρυσμένος του Γιλδίζ και ξένος προς όλα τά γεγονότα διετήρησε διά την ευτυχίαν του υιού του μίαν ελπίδα. Να δυνηθή να γίνη κάτοχος των θησαυρων, οίτινες εχάθησαν κατά την ναυμαχίαν του Ναυαρίνου και περί των οποίων αυτός μόνον ειχεν ασφαλείς πληροφορίας.
Με την αιωνίαν αυτήν σκέψιν ήρχισε να συννενοήται με διαφόρους Οθωμανούς μεγιστάνας, διά να εύρη τά μέσα και να επιτύχη την άδειαν, όπως ανελκύση τους θησαυρούς. Εχρειάζετο όμως μυστικότης πολλή και μέσα ισχυρά διά να κατορθωθη το τοιούτον. Οι δε ανώτεροι υπάλληλοι τους οποίους το συμφέρον μαλλον ή το ενδιαφέρον υπέρ του Μουχαρέμ προσείλκυε συνήρχοντο εις μυστικά διαβούλια και προέβαινον εις διαβήματα πλησίον ξένων εχόντων επιρροήν και εις την Τουρκικήν και την νέαν Ελληνικήν Κυβέρνησιν.
Δεν δύναταί τις όμως να έχη ατιμωρητί μυστικά εις την Τουρκίαν.
Κατάσκοποι του Σουλτάνου και ίσως καλοθεληταί του Μουχαρέμ και των συντρόφων του κατέδωσαν εις την αστυνομίαν ότι μεγάλη συνομωσία εξυφαίνεται κατά της ησυχίας εν τη Αυτοκρατορία.
Τουτο ήρκησε διά να συλληφθώσι και ν’ αποκεφαλισθώσι την ιδίαν νύκτα ο Μουχαρέμ και πέντε εκ των συντρόφων του, ενώ οι άλλοι εξωρίσθησαν εις το Χαλέπιον.
Ευτυχώς εις των ακολούθων του Μουχαρέμ πιστός στρατιώτης του Ναυαρίνου επρόφθασε να ειδοποιήση την Αδιλέ-Χανούμ, ήτις έκρυψε τά έγγραφα εντός δερματίνου σάκκου, τον οποιον έρριψεν εντός φρέατος.
Ομιλών ο Αχμέτ Εφέντης έλυε συγχρόνως την δέσμην των χειρογράφων και εξ’ αυτης απεχώρησε μικρόν τεμάχιον χάρτου φέρον χονδρούς χαρακτήρας και εις μερικά μέρη δυσανάγνωστον.
Ητο η πρώτη επιστολή του Μουχαρέμ-Μπέη προς την γυναικα του.
Διηγείτο την συνάντησίν του με τον Ιμβραήμ και την εντύπωσιν, πού έκαμεν εις αυτόν η απληστία των Αιγυπτίων.
Δεν θέλη ν’ αφήση ούτε φύλλο πράσινον στους Γκιαούρηδες και πάντοτε ερωτά διά πλούτη και διά θησαυρούς. Του είχαν ειπή ότι χρήματα πολλά είναι κρυμμένα εις λάκκους και άλλα εις απόκρυφα σπήλαια των βουνων.
Ο Μουχαρέμ εξέφραζε και την στενοχωρίαν των ότι η απληστία του Ιμβραήμ περιώριζε πολύ τά ιδικά του σχέδια και ότι ητο αναγκασμένος να κρύπτεται από τον φοβερόν σύμμαχον και να πλουτή εν αγνοία αυτου.
Μια μικρά σημείωσις νεωτέρας χρονολογίας ανέφερε περί της πρώτης αποστολης λαφύρων από μέρους του Ιμβραήμ εις την Αλεξάνδρειαν.
Δέκα γολέτται φορτωμέναι τόσον, που κινδυνεύουν να βουλιάξουν έφυγαν χθες. Τρεις κορβέτται του Μεχμέτ Αλη τάς συνόδευον. Επήραν από εδω πλούτη, πού θα έκανον και τον πολυχρονεμένον μας Πατισάχ να θαμπώση.
Άλλη σημείωσις νεωτέρα ακόμη γραφείσα τρεις ημέρας προ της ναυμαχίας περιειχεν σημειώσεις περί των χρηματικων ποσων, τά οποια ειχον οι δύο στόλαρχοι.
Δύο μιλιούνια δίστηλα έστειλεν ο Μεχμέτ-Αλης διά τά έξοδα και το θρέψιμο των στρατιωτων. Σ’ αυτά πρέπει να λογαριαστούν και άλλα τόσα που περισσεύουν του πασσά, γιατί σ’ αυτόν τον τόπο δεν έχει κι’ έξοδα πολλά. Τά παλληκάρια τρώνε από τον τόπο κι’ αν ήθελε ν’ αγοράση κανένας τίποτε δεν θα ευρίσκη στην καταραμένη χώρα. Έστειλε και σ’ εμέ ο Χασάν-Πασσας είκοσι μεγάλα πουγγιά και δέκα χιλιάδες φλουριά σπαθάτα. Μαζί μ’ εκεινα, πού κρατουσε πρωτα φθάνουν στα πενηντα πουγγιά και τριάντα χιλιαδες φλουριά κάθε λογής.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Αναδημοσίευση με την ευγενική φροντίδα του Νεοπεντελιώτη διδάκτορος Νικολάου Παπασημακόπουλου
Η αναδημοσίευση συνεχίζεται στο επόμενο φύλλο της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ με τοπική ύλη για την Πεντέλη, που θα κυκλοφορήσει την Πέμπτη 15 Nοεμβρίου.
Έχουν διατηρηθεί αυτούσια η γραφή και η ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου.