Συνέντευξη στον Γιώργο Ανδρουτσόπουλο
Μπορεί αυτή να νοσταλγεί τα υπέροχα και ανεπανάληπτα ταξίδια που της χάρισαν όλοι αυτοί – κι ήσαν πάρα πολλοί –της αποκάλυψαν τα βάθη της καρδιάς τους, αλλά κι εμείς νοσταλγούμε τις στιγμές εκείνες που, διαβάζοντας τις συνεντεύξεις που είχε πάρει απ’ αυτούς, μας έκανε «κοινωνούς» των σκέψεων και των έργων τους. Γιατί η Όλγα Μπακομάρου δημιούργησε με τις συνεντεύξεις της ένα ξεχωριστό είδος στο δημοσιογραφικό και λογοτεχνικό «στερέωμα». Πάντα διεισδυτική και ακριβής, αλλά και ικανή να διατηρήσει ζωντανή τη στιγμή που έζησε, προσφέροντας στους αναγνώστες την αμεσότητα της συμμετοχής στο γεγονός.
Έτσι, ένα βιβλίο, όπου, μέσα σε 456 σελίδες, «φιλοξενούνται» 26 ανεπανάληπτες συνεντεύξεις της,αποτελεί μια μεγάλη εκδοτική στιγμή. Η επανέκδοσή του, μάλιστα, αποτελεί και πιστοποίηση πως αυτή η προσπάθεια άξιζε τον κόπο, κάτι που θα μπορείτε να το διαπιστώσετε κι εσείς τη Δευτέρα (4 Νοεμβρίου) το απόγευμα στο βιβλιοπωλείο «Ευριπίδης» στην Κηφισιά.
Αλλά όπως, έτσι απλά, ήρθε η ίδια προχθές στα γραφεία μας για να παραχωρήσει σ’ εμάς αυτή τη συνέντευξη, έτσι απλά ξεκίνησε από τα Πούλιθρα Αρκαδίας για να σπουδάσει Νομικά στην Αθήνα, για να την κερδίσει, τελικά, η Δημοσιογραφία, όπου και επικεντρώθηκε, από το περιοδικό «ΓΥΝΑΙΚΑ» και την εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», στις συνεντεύξεις… επαγγελματικά!
Σας αποκαλούν – και εύστοχα, φυσικά – ως «κυρία των συνεντεύξεων». Ποιός είναι, λοιπόν, ο σκοπός της κυκλοφορίας του βιβλίου σας;
Από παλιά με παρότρυναν συνάδελφοι, φίλοι, αναγνώστες, ακόμα και εκδότες, να παρουσιάσω τις συνεντεύξεις σε βιβλίο. Το σκεπτόμουν κι εγώ – είναι αλήθεια – κατά καιρούς, αλλά πάντα τοπ ανέβαλα. «Κυκλοφόρησαν στο περιοδικό ή την εφημερίδα, διαβάστηκαν, έκαναν τον κύκλο τους» ήταν πάντα η δικαιολογία μου.
Το γεγονός ότι κυκλοφορεί σήμερα αυτό το βιβλίο οφείλεται στην επιμονή αυτών των συναδέλφων και φίλων και – όπως γράφω και στον πρόλογό μου – στην αυστηρή παρατήρηση ενός σεβάσμιου καθηγητή, αλλά και άλλων σημαντικών ανθρώπων, οι οποίοι επέμεναν πως οι συνεντεύξεις αυτές δεν είναι μόνο δικές μου. Δεν είναι κτήμα μου. Είναι για όλους και πρέπει να μείνουν, ως βιβλίο πλέον, σε όλους.
Με ποιά κριτήρια επιλέξατε μόνο αυτές της 26 συνεντεύξεις από το μεγάλο πλήθος αυτών που τόσα χρόνια έχετε πάρει;
Η επιλογή έγινε μεταξύ προσώπων που δεν υπάρχουν πια στη ζωή, αλλά αισθανόμαστε πως είναι ακόμα παρόντα, κοντά μας μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Πρόκειται για προσωπικότητες που έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στον χώρο του πνεύματος, της πολιτικής και της Τέχνης, δίνοντας, ταυτόχρονα, όλοι μαζί μια γλαφυρή – θα έλεγα – εικόνα της Μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Προσωπικότητες, ο λόγος των οποίων δεν είναι «παλιός», αλλά επίκαιρος, σημερινός, διαχρονικός και κάποτε – θα μπορούσα να πω – ακόμα και προφητικός.
Η δουλειά σας, ως συντάκτης συνεντεύξεων, ήταν ο αρχικός σας στόχος ή έγινε μετά η «ειδικότητά» σας;
Πάντα ήθελα να παίρνω συνεντεύξεις. Αυτό ήταν – θα έλεγα – το όνειρό μου από τα εφηβικά μου ακόμα χρόνια! Για να γνωρίσω και, αν ήταν δυνατό – να φωτίσω και την αθέατη πλευρά προσώπων που θαύμαζα. Αυτό προσπαθούσα πάντα να κάνω, ακόμα κι όταν το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Πρώτα για εμένα και ύστερα για τους άλλους. Μάλιστα, σε εποχές όπου δεν κυριαρχούσαν υα σόσιαλ μίντια, όπως σήμερα, όπου οι πάντες ξέρουν τα πάντα για τους πάντες.
Πώς μέσα από τις συνεντεύξεις βλέπατε το πολιτικό και κοινωνικό «γίγνεσθαι» και πώς μπορέσατε να το παρουσιάσετε; Είσαστε ικανοποιημένη απ’ αυτό;
Το πολιτικό και κοινωνικό «γίγνεσθαι» αναδεικνυόταν μέσα από τις απαντήσεις τους, με τις ανάλογες ερωτήσεις, βέβαια. Εξάλλου, πήγαινα πάντα «διαβασμένη» και είχα φροντίσει να γνωρίζω όσο το δυνατό περισσότερα γι’αυτούς. Τους είχα τοποθετήσει στη «θέση» τους μέσα στον χώρο τους, αλλά και στο γενικότερο, το συνολικό «τοπίο». Μιλούσα μαζί τους για τα πάντα και μπορώ να πω ότι πάντα μου απαντούσαν. Πιστεύω πως καταλάβαιναν ότι δεν πήγαινα ούτε για να τους «κατεβάσω» ούτε και για να τους «ανεβάσω». Καταλάβαιναν ότι ήθελα απλά την «αλήθεια» τους.
Έπειτα από τόσα χρόνια στη «δουλειά», τί σας έχει μείνει απ’ αυτή;
Μου έχει μείνει ο ανεκτίμητος πλούτος από τις συναντήσεις και τις συνομιλίες μου με τις προσωπικότητες αυτές, οι οποίες πλάτυναν τους ορίζοντές μου, άνοιξαν παράθυρα στη σκέψη και την ψυχή μου, που –με δυο λόγια – με έκαναν καλύτερο άνθρωπο. Ακόμα και σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου, ο λόγος τους υπήρξε καταφυγή για μένα. Μόνο ευγνωμοσύνη και νοσταλγία αισθάνομαι για τα υπέροχα και ανεπανάληπτα ταξίδια που μου χάρισαν…
Ποιοί και… γιατί μιλούν στην Όλγα
ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ:Γεννήθηκα κατευθείαν 21 χρόνων
ΒΑΣΩ ΚΑΤΡΑΚΗ: Όταν έχω χαρά, κάνω άλογα εγώ
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ: Αν δεν υπήρχε η γυναίκα, δεν θα γινόμουν συγγραφέας
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ: Δάκρυζαν τα μάτια μου με το «Μάνα μου και Παναγιά»
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ: Η τέχνη οδηγεί στη λύτρωση
ΑΛΙΚΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ: Ποτέ δεν υπήρξα το ξένοιαστο κορίτσι
ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ Η:Η μνήμη έλειψε σ’ αυτόν τον τόπο
ΕΛΕΝΗ ΒΛΑΧΟΥ: Δεν θέλω κάγκελα στη ζωή μου
ΑΛΕΞΗΣ ΜΙΝΩΤΗΣ: Είμαι ένας εργάτης του θεάτρου
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Οραματίζομαι την αλλαγή
ΗΛΙΑΣ ΗΛΙΟΥ: Όχι αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση
ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ: Το ταλέντο είναι ευαισθησία
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Έχω το δικαίωμα να ελπίζω
ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ: Μόνη μου αδυναμία, θέλω να μ’ αγαπάνε
ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ: Εγώ είμαι δημιούργημα του κόσμου
ΑΚΗΣ ΠΑΝΟΥ: Γράφω για την τρέλα μου
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΟΛΑΣ: Εγώ δεν έχω ανάγκη από τίποτα
ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ: Δεν ξέρω αν υπάρχουν φωτεινά παράθυρα
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ: Η ποίηση χρειάζεται να έχεις έναν κόσμο μέσα σου
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ: Ήθελα να προσφέρω στην Ελλάδα και όχι να πάρω απ’ αυτήν
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΥΤΑΡΑΣ: Η επιτυχία μπορεί να είναι η άλλη όψη ενός χαμένου παιχνιδιού
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν βλέπαμε τους Τούρκους σαν εχθρούς
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ: Αν το κράτος ήταν δικό μου, θα λειτουργούσε διαφορετικά
ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟ:Σ Μαζί με τον 20ό αιώνα τελειώνουν και όσα γέννησε ως ιδεολογίες και ελπίδες
ΛΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ: Δεν υπηρέτησα ποτέ την εύνοια και την έγκριση της κοινωνίας
ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ: Οι νέοι μας με κάνουν έναν πολύ αισιόδοξο Έλληνα.