Συνέντευξη: Άγγελος Πολύδωρος
Ο Γιώργος Μαρτινίδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1982. Είναι ψυχολόγος και διδάκτορας στο αντικείμενο της μέτρησης του ανθρώπινου παράγοντα στην καινοτομία και την περιφερειακή ανάπτυξη. Έχει δημοσιεύσει διάφορα επιστημονικά άρθρα, κυρίως γύρω από την ιστορία της ψυχολογίας και των ψυχικών διαταραχών. Εδώ και μια δεκαετία εργάζεται στη διαχείριση και εφαρμογή ερευνητικών προγραμμάτων. Ένα σημαντικό μέρος του λιγοστού ελεύθερου χρόνου του το αξιοποιεί διαβάζοντας και γράφοντας αστυνομική λογοτεχνία. Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Από το πουθενά», κυκλοφόρησε το 2011. Ακολούθησαν το «Φυγή κεφαλαίων» (2019) που ήταν ένα κλασικό «whodunit», του οποίου η υπόθεση διαδραματίζεται στη Θεσσαλονίκη την εποχή των capital control και το φετινό «Στη θέση ενός νεκρού» (και τα δύο τελευταία από τις εκδόσεις Bell).
Το «Στη θέση ενός νεκρού» μάς μεταφέρει στην Καστοριά, όπου η αυτοκτονία ενός καθηγητή κρύβει σκοτεινά και επικίνδυνα μυστικά. Είναι ένα ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ, ένα κοινωνικό αστυνομικό μυθιστόρημα, με τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων να βρίσκεται σε πρώτο πλάνο και το μυστήριο να ξεδιπλώνεται αριστοτεχνικά από την πρώτη μέχρι την τελευταία του σελίδα.
Σύμφωνα με την υπόθεση, ο Στέφανος είναι ένας τριανταπεντάρης με μεταπτυχιακά και διδακτορικό, που κάνει κακοπληρωμένες δουλειές και περνάει μια μουντή καθημερινότητα στη Θεσσαλονίκη. Συν τοις άλλοις, έχει επιφορτίσει τον εαυτό του με τη φροντίδα και την οικονομική υποστήριξη της πρώην γυναίκας του, χρόνια άρρωστης με ψυχιατρικά προβλήματα. Στην προσπάθειά του να χτίσει μια καριέρα και να βελτιώσει τα οικονομικά του, δέχεται μια κενή θέση εξωτερικού συνεργάτη στο ΤΕΙ Καστοριάς που προκύπτει ξαφνικά, επειδή ο κάτοχος της θέσης αυτοκτόνησε. Καθώς ξεκινάει την καινούργια του δουλειά στη γραφική ακριτική πόλη, ο Στέφανος αρχίζει να ακούει περίεργες φήμες για τον προκάτοχό του και μπαίνει στη διαδικασία να τις διερευνήσει γιατί νιώθει μια περίεργη ταύτιση με τον νεκρό.
Ταυτόχρονα, γνωρίζει την όμορφη Ελπίδα, μια κοπέλα που αποτελεί το διαμετρικά αντίθετο της πρώην συζύγου του και οποιασδήποτε άλλης γυναίκας έχει γνωρίσει στη ζωή του, η οποία τον κάνει να αισθανθεί ζωντανός για πρώτη φορά. Αλλά το σκοτάδι καραδοκεί ακόμα και στα πιο όμορφα μέρη, και ο Στέφανος θα βρεθεί στη μέση της μυστηριώδους υπόθεσης που κόστισε στον προκάτοχό του τη ζωή του και μπορεί να απειλήσει και τη δική του.
Με αφορμή την έκδοση αυτού του βιβλίου, είχαμε μια σύντομη συζήτηση με τον συγγραφέα.
Ξεκινώντας από τη φράση του Χέμινγουεϊ, που χρησιμοποιείτε ως εισαγωγή στο βιβλίο σας («Η ευτυχία σε έξυπνους ανθρώπους είναι το πιο σπάνιο πράγμα που γνωρίζω»), σας ερωτώ (χρησιμοποιώντας το ερωτηματολόγιο του Προυστ), τι είναι ευτυχία για σας;
Νομίζω ότι για μένα η ευτυχία είναι η ιδιότητα του να αντλεί κανείς συγκίνηση και ευχαρίστηση από απλά και καθημερινά πράγματα, όπως το να φροντίζει ένα ζωάκι, μια έξοδος για φαγητό και συζήτηση με φίλους, ένα καλό βιβλίο, ένα όμορφο τοπίο, ένα τσίπουρο με μεζέ. Και, κυρίως, να ξυπνάει το πρωί με καλή διάθεση χωρίς να προσμένει κάτι ιδιαίτερο.
Ποια πιστεύετε ότι είναι η χειρότερη μορφή δυστυχίας;
Η χειρότερη μορφή δυστυχίας είναι μάλλον ο εθισμός στη δυστυχία. Η κατάσταση στην οποία έχουμε συνηθίσει στη δυστυχία, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτήν, και αυτό έχει άμεσο αντίκρισμα στις επιλογές μας. Παράλληλα, η ευτυχία μάς φαίνεται κάτι ξένο, στο οποίο δεν μπορούμε να ταιριάξουμε.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Το να πάθω κάτι ξαφνικό και να μείνουν ξανά στον δρόμο τα αδέσποτα γατιά που έχω υιοθετήσει. Αλλά, επίσης, για να ελαφρύνω το κλίμα, έχω και μια παράλογη φοβία για τους καρχαρίες που μου έχει μείνει από τότε που ήμουν πολύ μικρός και έβλεπα διάφορες ταινίες όπως «Στα Σαγόνια του Καρχαρία» με τον πατέρα μου. Από τότε κάθε φορά που κολυμπάω στη θάλασσα κοιτάω τριγύρω μου για να είμαι σε ετοιμότητα, παρόλο που καταλαβαίνω πόσο γελοίο είναι.
Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Θα έλεγα ότι βρίσκομαι σε μια κατάσταση συγκρατημένης αισιοδοξίας, καθώς αυτό το διάστημα φαίνεται ότι βγαίνουμε σταδιακά από την πανδημία και θα μπορούμε ξανά να κάνουμε όλα τα απλά καθημερινά πράγματα που θεωρούσαμε δεδομένα πριν το 2020.
Η πανδημία, σας έχει δώσει έμπνευση, όπως σας έδωσε η οικονομική κρίση στο προηγούμενο μυθιστόρημά σας «Φυγή κεφαλαίων»;
Όχι ακόμη. Το «Στη Θέση ενός Νεκρού» γράφτηκε, έστω στο αρχικό του προσχέδιο, πριν ξεκινήσει η πανδημία, άρα δεν επηρεάστηκε καθόλου.
Ανεξάρτητα από τις επιρροές σας, ποιους συγγραφείς θαυμάζετε και θα προτείνατε στους αναγνώστες μας;
Είναι αδύνατον να διαχωρίσω μεταξύ των δύο κατηγοριών διότι οι συγγραφείς που θαυμάζω είναι αυτοί που με επηρέασαν περισσότερο. Αν και οι λάτρεις των αστυνομικών (και κατασκοπικών) μυθιστορημάτων θα τους έχουν ήδη υπ’ όψη τους, θα πρότεινα οπωσδήποτε τον Philip Kerr, τον Ian Rankin και τον Paul Johnston, τρεις εξαιρετικούς Σκωτσέζους αστυνομικούς συγγραφείς, ο τρίτος εκ των οποίων έχει ζήσει πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Ακόμη περισσότερο, θα πρότεινα τον εκπληκτικό Graham Greene, οι κατασκοπικές ιστορίες του οποίου αξίζουν -μεταξύ άλλων- και για τον εξαιρετικό τρόπο γραφής.
Ένα βιβλίο που σας σημάδεψε όταν είσαστε νεώτερος;
Το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» (To Kill A Mockingbird) της Harper Lee, (σ.σ. στη χώρα μας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell), το οποίο είναι ένα από τα αγαπημένα της μητέρας μου. Έχει ένα διαχρονικό αντιρατσιστικό μήνυμα και η φιγούρα του κεντρικού ήρωα αποτελεί πρότυπο θάρρους και ηθικής. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι οι Βρετανοί βιβλιοθηκονόμοι το ανέδειξαν το 2006 στην κορυφή μιας λίστας με τα βιβλία που πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσει κανείς στη ζωή του.