❍ ❍ ❍
Σήμερα, εάν ζούσε ο Ν. Καζαντζάκης, δεν γνωρίζουμε αν έγραφε ένα κείμενο για την ελληνική ηθική κρίση των τελευταίων δεκαετιών και για τη δραματική της κατάληξη. Είναι, όμως, σχεδόν βέβαιο ότι θα έφευγε, επειδή θα αδυνατούσε να παρέμβει αποτελεσματικά στα συμβαίνοντα. Το αυτό έπραξε από το 1946 ως το επίγειο τέλος του –έζησε στην Αντίμπ της Γαλλίας- ως θύμα του εμφύλιου μίσους, που από χρόνια είχε ξεσπάσει, διωκόμενος για την ελευθερία των πολιτικών αντιλήψεων και του έργου του. Η αντίδραση του αείμνηστου πατριάρχη Αθηναγόρα δεν επέτρεψε το θρησκευτικό αφορισμό του, ωστόσο το τότε ακαδημαϊκό κατεστημένο βαρύνεται με το εθνικό όνειδος της εκστρατείας του στη Στοκχόλμη, που είχε ως αποτέλεσμα να μην απονεμηθεί στον Καζαντζάκη και στην Ελλάδα το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας…
Ας δούμε, όμως, τοn μεγάλο Κρητικό του παρόντος. Από τη δεκαετία του ’50 πάντοτε κατέχει υψηλή θέση στην ελληνική νηφάλια συνείδηση και, τώρα, σημειώνεται εντονότερη η επικοινωνία με τον ηρωικό λόγο του. Μακάρι να πρόκειται για ένα αχνό σημείο των καιρών. Η πληροφορία προέρχεται από την καθηγήτρια Αγγέλα Καστρινάκη, η οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στο μεγάλο Έλληνα, κατά τη μετάδοση αφιερώματος στην πολυσύνθετη προσωπικότητά του, την 9η Ιανουαρίου 2013, από γνωστό τηλεοπτικό σταθμό, που έχει οργανώσει σειρά ντοκιμαντέρ, με τον τίτλο «Έλληνες του Πνεύματος και της Τέχνης». Κατά σύμπτωση 130 χρόνια μετά τη γέννηση του Καζαντζάκη (1883-2013), η προσέγγισή του κρίθηκε εξαιρετική, στη βάση μελετημένου σεναρίου (Ανδρέας Σαμαράς – Αργύρης Γερμανίδης), αξιοποιημένου θαυμάσια από το σκηνοθέτη Κώστα Μαχαίρα και πλειάδα συνεργατών, με επίτευγμα τον άριστο συνδυασμό εικόνας και λόγου. Πρέπει να αναγνωριστεί και η σημαντικότατη συμβολή του ηθοποιού Στέλιου Μάινα ως αφηγητή αυτής της ιδιαίτερα απαιτητικής αναπαράστασης. Το αφιέρωμα, προς τιμήν των συντελεστών του, έδωσε ζωή στον ανυποχώρητο πόθο του συγγραφέα να αντικρίσει το υψηλό και το ωραίο, έστω και αν ανήκουν στη σφαίρα του ανέφικτου. Μακάρι να συνεχίσουν ή να ακολουθήσουν και άλλοι αυτόν τον τηλεοπτικό δρόμο, που έχει τη δυνατότητα να παίξει ρόλο στην ενδυνάμωση του πνευματικού και καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, τόσο αναγκαίου, όπως φαίνεται από τις συνέπειες τής μέχρι τώρα υποτονικής παρουσίας του στο μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού κοινού.
Η Νέα Ελλάδα δεν έχει σχέση αποκλειστικά με τραυματικές συμπεριφορές, αλλά προσέφερε, διεθνώς, ένα σημαντικό σύγχρονο πολιτισμό, στον οποίο διακρίθηκαν εξαιρετικές προσωπικότητες. Ο Νίκος Καζαντζάκης στους δέκτες μας, με όρους ορθολογικής τηλοψίας, ένας δημιουργός σπάνιας πνευματικής εγρήγορσης, λειτούργησε ως θεωρητικό αντίπαλο δέος κατά το χρόνο, που έχει θεοποιηθεί αποκλειστικά, σχεδόν, η ύλη, το αρπακτικό χρήμα και η Οικονομία κατέλαβε την εξουσία, όπως παρατηρούσε ο διεθνής μας Κώστας Γαβράς, στην Αθήνα, την προηγούμενη ημέρα της εκπομπής.
Ωστόσο, δυστυχώς δεν είναι παράδοξο, ότι και ο Ν. Καζαντζάκης παρουσιάζει το πρόσωπο της εποχής μας, καταγράφοντας τα συμβαίνοντα του Ψυχρού Πολέμου: «Άγρια η εποχή μας· ο Ταύρος, οι υπόγειες σκοτεινές δυνάμεις ξαπολύθηκαν, η φλούδα της γης ραγίζει. Ευγένεια, αρμονία, ισορροπία, γλύκα της ζωής, ευτυχία, όλα ετούτα είναι αρετές και χάρες που πρέπει νά ’χουμε το κουράγιο να τις αποχαιρετήσουμε· ανήκουν σε άλλες εποχές, περασμένες ή μελλούμενες. Κάθε εποχή έχει και το δικό της πρόσωπο· το πρόσωπο της εποχής μας είναι άγριο· ψυχές ντελικάτες δεν τολμούν να το κοιτάξουν κατάματα». («Αναφορά στον Γκρέκο», Κεφ. ΛΑ΄). Η Ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία (με τα σκηνικά του σύγχρονου οικονομικού πολέμου, εμφύλιου και παγκόσμιου).
Υπαρξιακά βασανισμένος ήταν ο Οδυσσέας της Νεοελληνικής Ποίησης, αλλά πάντοτε όρθιος στην άκρη του γκρεμού. Παραπέμπει στις πνευματικές μορφές του άλλου ακρίτα της Κρήτης, του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Το 1957, σε ηλικία 74 ετών, η μοίρα έδωσε στον Καζαντζάκη τάφο στη γη που με πάθος αγάπησε, όπως του άρμοζε στον προμαχώνα Μαρτινέγκο του Ηρακλείου, της γενέτειράς του. Πρόφθασε, λίγο πριν φύγει, να γράψει το τελευταίο βιβλίο του, «Αναφορά στον Γκρέκο», στο Στρατηγό-Οδηγητή του:
«Στρατηγέ μου,
τελεύει η μάχη, κάνω «την αναφορά μου· να πού πολέμησα, να πώς πολέμησα, λαβώθηκα, δείλιασα, μα δε λιποτάχτησα·… Άκουσε, το λοιπόν, Στρατηγέ, την αναφορά μου και κάμε κρίση· άκουσε, Παππού, τη ζωή μου, κι αν πολέμησα κι εγώ μαζί σου, αν λαβώθηκα χωρίς κανένας να μάθει πως πόνεσα, αν δε γύρισα ποτέ την πλάτη μου στον οχτρό, δώσε μου την ευκή σου».