Τον προβληματισμό του για τους όρους και τις προϋποθέσεις επαναλειτουργίας των Λυκείων από τη Δευτέρα 12 Απριλίου εκφράζει ο Σύλλογος Γονέων & Κηδεμόνων του 1ου ΓΕΛ Χαλανδρίου. «Δυστυχώς διαπιστώνουμε ξανά ότι μετά από 5 συνεχόμενους μήνες με τα σχολεία κλειστά και ένα χρόνο από την έναρξη της πανδημίας, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα από όσα και εμείς επισημαίναμε», σημείωσε σχετικό μήνυμα του Διοικητικού Συμβουλίου που έχει αναλυτικά ως εξής:
«Αγαπητοί γονείς, ευχόμαστε υγεία σε όλους, σε όλες τις οικογένειες.
Θέλαμε πραγματικά να επικοινωνήσουμε όλοι μαζί σε συνθήκες πολύ καλύτερες με ένα άνοιγμα που θα μας επέτρεπε περισσότερη αισιοδοξία και δια ζώσης συναντήσεις. Τα σχολεία ανοίγουν, αλλά όλοι ξέρουμε ότι οι συνθήκες είναι χειρότερες από ό,τι την περίοδο που έκλεισαν και από τις χειρότερες τους τελευταίους δεκατρείς μήνες. Ανοίγουν παρά τις ισχυρές αντιρρήσεις και ανησυχίες κορυφαίων λοιμωξιολόγων και ειδικών επιστημόνων.
Δυστυχώς διαπιστώνουμε ξανά ότι μετά από 5 συνεχόμενους μήνες με τα σχολεία κλειστά και ένα χρόνο από την έναρξη της πανδημίας, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα από όσα και εμείς σαν γονείς επισημαίναμε. Ούτε τα τμήματα αραίωσαν, ούτε επιπλέον προσωπικό καθαριότητας υπάρχει, ούτε καν μάσκες προστασίας δεν δόθηκαν. Δεν λήφθηκε κανένα μέτρο για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων. Έκλεισαν τα Λύκεια το Νοέμβριο με 2000 κρούσματα, επειδή αποτελούσαν -αποδεδειγμένα- εστίες μετάδοσης, και ανοίγουν στα 4000 κρούσματα, χωρίς επί της ουσίας επιπλέον μέτρα προφύλαξης!
Όλους αυτούς τους μήνες το υπουργείο Παιδείας ασχολήθηκε επιμελώς με το πως θα αλλάξουν προς το χειρότερο οι όροι φοίτησης στο σχολείο και εισαγωγής στα ΑΕΙ (για πρώτη φορά άλλαξε στα μέσα μιας σχολικής χρονιάς ο τρόπος εισαγωγής και μειώθηκε ο αριθμός των εισαγομένων), αλλά καθόλου δεν τους απασχόλησε και δεν αξιοποίησαν όλο αυτό το μεγάλο διάστημα, για να οργανώσουν τις προϋποθέσεις ενός πραγματικά ασφαλούς ανοίγματος των σχολείων. Η εκπαιδευτική και κοινωνική χρησιμότητα ενός τέτοιου είδους ανοίγματος είναι αμφιλεγόμενη, αφού επιτείνει την ανασφάλεια μας, καθώς τα παιδιά κινδυνεύουν να νοσήσουν και να χάσουν μαθήματα και στόχους. Ειδικά οι μαθητές της Γ’ Λυκείου διακινδυνεύουν τις πανελλαδικές εξετάσεις και όλους τους κόπους τους.
Η ευθύνη για όλα αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν από το υπουργείο -παρότι πια υπήρχε χρόνος και εμπειρία- μεταφέρεται στα παιδιά και στους εκπαιδευτικούς σαν ατομική ευθύνη, φορτώνοντας με περισσότερες ανασφάλειες και αγωνίες σε μια ήδη επιβαρυμένη ψυχολογικά χρονιά. Δεν θέλουμε παθητικά να διαπιστώνουμε και να καταγράφουμε νέα κρούσματα στο σχολείο αλλά να τα αποφεύγουμε. Πρώτα από όλα μας ενδιαφέρει η υγεία των παιδιών μας!

Χαρακτηριστικά σημειώνουμε ότι ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ) σε ανακοίνωσή του τονίζει ότι η χρήση των self tests δεν αποτελεί τη λύση για την καταπολέμηση της πανδημίας, καθώς δεν εξασφαλίζεται η ορθή λήψη του δείγματος από τους πολίτες. Ως συνέπεια αυτού μπορεί να έχουμε ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα, που είναι πιθανό να οδηγήσουν σε εσφαλμένα συμπεράσματα και αύξηση της διασποράς του ιού. Το «Ανοίγουμε σταδιακά και με ασφάλεια τα σχολεία» μόνο ως επικοινωνιακό εφεύρημα ακούγεται. Τα παιδιά και οι οικογένειές μας δεν είναι κομπάρσοι σε «επικίνδυνους ρόλους»
Αυτό που άμεσα χρειάζονται στο σχολείο μας και σε όλα τα σχολεία, για να είναι ασφαλής η επιστροφή στις τάξεις, είναι:
-Μέτρα για την αραίωση των μαθητών ανά τάξη. Όλες οι μελέτες δείχνουν ότι στα μικρότερα αριθμητικά τμήματα μειώνεται κατακόρυφα ο κίνδυνος μετάδοσης
Επαναλαμβανόμενα τεστ στα σχολεία, με ευθύνη του ΕΟΔΥ.
-Να δοθεί αμέσως προτεραιότητα στους εμβολιασμούς των εκπαιδευτικών, τους οποίους θεωρούμε ιδιαίτερα εκτεθειμένους και απροστάτευτους που πρέπει να βρίσκονται υποχρεωτικά στο σχολείο, αναλαμβάνοντας πραγματικά το πιο μεγάλο ρίσκο
-Να μην ισχύσει η τράπεζα θεμάτων και το νέο σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια. Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν μπορούν να γίνουν προαγωγικές εξετάσεις.
-Ενίσχυση του προσωπικού καθαριότητας. Στο σχολείο μας έχουμε μόνο ένα (!) άτομο που φιλότιμα υπερβάλλει σε προσπάθεια, αλλά είναι φυσικά αδύνατο να καλύψει ένα τόσο μεγάλο σχολείο.
Η Υγεία των Παιδιών και των Οικογενειών μας, των Εκπαιδευτικών, αλλά και όλων όσων απαρτίζουν τη σχολική κοινότητα (φυλάκων, καθαριστριών, γραμματέων & βοηθητικού προσωπικού) δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο δοκιμών αντοχής και επικοινωνιακών σχεδιασμών. Καμιά τηλεεκπαίδευση ακόμα και με τα πιο σύγχρονα μέσα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την διά ζώσης εκπαιδευτική κοινωνική παιδαγωγική μορφωτική συμμετοχή στη σχολική κοινότητα. Κάθε αγνόηση, υποτίμηση και καθυστέρηση να ληφθούν αυτά τα μέτρα υποδεικνύουν συνειδητή επιλογή της Κυβέρνησης και πλήττουν τόσο την εκπαιδευτική όσο και την κοινωνική διαδικασία που πρέπει να επιτελεί το σχολείο».
Δείτε επίσης: Ένωση Γονέων: «Υγεία και Παιδεία δεν είναι ατομική υπόθεση»