Ζούμε στην εποχή των γρήγορων ρυθμών, της τεχνολογικής ανάπτυξης, των αυτόματων συναλλαγών. Όλα πλέον υπόκεινται στον έλεγχο των μηχανών. Ακόμα και ο άνθρωπος λειτουργεί μηχανικά, καταπιέζοντας τον αυθορμητισμό και τις ενστικτώδεις ανάγκες του. Ως συνέπεια, οτιδήποτε ξεφεύγει από τους κανόνες και την κοινωνική συμβατικότητα θεωρείται παράλογο και δείγμα αδυναμίας.
Όλοι μας, μπροστά στους ποικίλους κινδύνους που εγκυμονούν οι απάνθρωπες συχνά συνθήκες της σύγχρονης ζωής, γινόμαστε καχύποπτοι και διστακτικοί απέναντι στους συνανθρώπους μας. Επίσης, δεν εκφράζουμε τα συναισθήματά μας και δεν ερχόμαστε σε επαφή με τον εσωτερικό μας κόσμο.
Ο φόβος απέναντι στο άγνωστο επιτείνεται μέσω της καθημερινής μας επαφής με τα ΜΜΕ και τα χιλιάδες ανεξέλεγκτα μηνύματα με τα οποία μας βομβαρδίζουν.
Συχνά όλοι μας προσπαθούμε να ψυχολογήσουμε τους γύρω μας, να αναλύσουμε ένα γεγονός, να εξηγήσουμε μια συμπεριφορά.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Η βασική μας ανάγκη είναι η αίσθηση σταθερότητας και ασφάλειας στη ζωή μας. Θέλουμε να εξηγήσουμε αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, να αιτιολογήσουμε τις πράξεις των άλλων ανθρώπων, έτσι ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι για τα απρόοπτα της ζωής. Τα εύκολα συμπεράσματα και οι κατηγοριοποιήσεις των ανθρώπων («αυτός είναι φοβητσιάρης άρα δεν μπορεί να καταφέρει τίποτα στη ζωή του» – «κοίτα έναν τεμπέλη μαθητή!») λειτουργούν σαν οδηγός για τη συμπεριφορά μας προς τους άλλους ανθρώπους.
Η «καθημερινή ψυχολογία», όμως, είναι διαφορετική από την ψυχολογία την οποία ασκεί ο επιστήμονας ψυχολόγος.
Ας δούμε τις ουσιώδεις διαφορές.
Καταρχάς ο ψυχολόγος είναι ο επιστήμονας που μελετά τον τρόπο με τον οποίο το κάθε άτομο λειτουργεί συνολικά, δηλαδή σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξής του (συναισθηματικό, νοητικό, συμπεριφορικό). Επίσης, μελετά την αλληλεπίδραση του ατόμου με το περιβάλλον του και τις επιρροές που δέχεται από αυτό.
Έτσι, ο ψυχολόγος αξιοποιεί μια ποικιλία τεχνικών προκειμένου να διασταυρώσει τις πληροφορίες του και να αποδείξει ότι είναι έγκυρες.
Επίσης, ο ψυχολόγος διεισδύει στον κόσμο τού υπό εξέταση ατόμου, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό του και το περιβάλλον του, αλλά αφήνει περιθώρια για να γνωρίσει και τις άλλες πλευρές της ζωής του, ώστε να έχει μια ολοκληρωμένη εικόνα.
Ο ψυχολόγος πρέπει να είναι αμερόληπτος. Δεν παίρνει θέση υπέρ ή κατά μιας πλευράς και δεν κρίνει με βάση τις προσωπικές του εμπειρίες ή τις προκαταλήψεις της εκάστοτε εποχής. Γι’ αυτό και δεν είναι επιπόλαιος στις κρίσεις και τα συμπεράσματά του, ούτε απόλυτος. Επίσης, προσπαθεί να είναι αντικειμενικός, γιατί από τη θέση του «παρατηρητή»μπορεί να δει πιο καθαρά τις αιτίες ενός προβλήματος.
Το βασικότερο όμως είναι ότι, χωρίς να καθοδηγεί το άτομο προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, το βοηθά να χαράξει τη δική του πορεία, να αναπτύξει τη δυναμική του και να επικοινωνεί αποτελεσματικά με τους άλλους ανθρώπους γύρω του.
Ο επιστήμονας ψυχολόγος πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος, ώστε να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, να έχει αυτεπίγνωση και να συνειδητοποιεί εγκαίρως πού σταματάει η αντικειμενικότητά του και γίνεται μεροληπτικός.
Πριν αρχίσουμε, λοιπόν, να «ψυχολογούμε» και να βγάζουμε αυθαίρετα συμπεράσματα για μια κατάσταση ή για έναν άνθρωπο, καλό είναι να αναλογιστούμε αν έχουμε τις επαρκείς πληροφορίες, ώστε να τις συνδυάσουμε και να αντιμετωπίσουμε το θέμα μας ολόπλευρα. Γιατί, όπως λέει και ο σοφός λαός μας, «τα φαινόμενα απατούν». Οι άνθρωποι πρέπει να βγάλουν τα γυαλιά με τα οποία βλέπουν συνήθως τον κόσμο και να δοκιμάσουν να τον δουν τρισδιάστατα. Αξίζει τον κόπο!
Κατερίνα Νταλαγιώργου
Ψυχολόγος – Σύμβουλος