Η αυριανή εκλογική μέρα ίσως αποδειχθεί η ιστορικότερη της μεταπολιτευτικής Ελλάδος. Οι πολίτες καλούμαστε, για δεύτερη φορά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, να προσέλθουμε στις κάλπες, προκειμένου ν’ αναδείξουμε εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που -κατά την εκτίμηση του καθενός μας- είναι ικανές να βγάλουν τη χώρα από τη βαθιά κρίση στην οποία βρίσκεται σήμερα και να ξαναδώσουν προοπτική στον τόπο.
Του Θάνου Σταθόπουλου
Η στήλη θ’ αποφύγει ν’ ασχοληθεί σε τούτο το άρθρο, που γράφεται στο… παραπέντε των εκλογών, με την κρισιμότητα των επιλογών μας σε ό,τι αφορά τους πολιτικούς συσχετισμούς που θα επικρατήσουν μετά το βράδυ της 17ης Ιουνίου. Εξάλλου, εκτιμά πως ό,τι ήταν να ειπωθεί και να γραφτεί πάνω σε αυτό το ζήτημα έχει ειπωθεί και γραφτεί. Τώρα, είναι η ώρα των πολιτών να αποδείξουν ότι μπορούν να λειτουργούν υπεύθυνα, ακόμη και σε περιόδους ακραίας πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Ωστόσο, είναι υποχρεωμένη να ασχοληθεί-κατα-γγείλει και μάλιστα με αρκετά κατηγορηματικό τρόπο, το κλίμα βίας και τρομοκρατίας που προσπαθεί να καλλιεργήσει στην ελληνική κοινωνία το φασιστοειδές μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής». Γιατί ως εργαζόμενοι στον χώρο του Τύπου, οι δημοσιογράφοι έχουμε μία παραπάνω υποχρέωση από τους υπόλοιπους να διαφυλάττουμε το δικαίωμα κάθε πολίτη να εκφράζει ελεύθερα την άποψή του, χωρίς να κινδυνεύει να υποστεί επιθέσεις ακόμη και κατά της ίδιας της ζωής του, από ανθρώπους που φανερά ασφυκτιούν με τους κανόνες της Δημοκρατίας και της νομιμότητας.
Μόνο οι τελευταίες δολοφονικές επιθέσεις που χρεώνονται στους επωνομαζόμενους «χρυσαυγίτες», τόσο κατά μεταναστών όσο και εναντίον μελών και φίλων από άλλους πολιτικούς φορείς, είναι αρκετές για να πείσουν και τον πλέον αφελή ψηφοφόρο ότι το φαινόμενο της «Χρυσής Αυγής» δεν είναι ούτε αστείο, ούτε αμελητέο. Η απειλή τους ότι θα δείχνουν το «βίντεο» του ΑΝΤ1, με την επίθεση στις Ρένα Δούρου και Λιάνα Κανέλλη, σε όποιον τολμήσει να εκφράσει διαφορετικές απόψεις από τις δικές τους, αποκαλύπτει το αποτρόπαιο πρόσωπο των συμμετεχόντων σε αυτή τη φασιστική οργάνωση, αλλά και την ξεκάθαρη πρόθεσή τους να φοβίσουν και να τρομοκρατήσουν την κοινωνία.
Το «αυγό του φιδιού» εκκολάφθηκε, τα «φιδάκια» βγήκαν έξω και τριγυρνούν ανάμεσά μας. Οι ευθύνες γι’ αυτό βαρύνουν πολλούς. Πρώτα απ’ όλα, όσους άφησαν τη χώρα απροστάτευτη, βορά στ’ «αρπακτικά» που χαίρονται στην πλήρη διάλυση, όταν δεν επενδύουν σε αυτήν. Αμέσως μετά, ευθύνονται όσοι ψήφισαν ελαφρά τη καρδία τον φασιστικό αυτόν σχηματισμό, αγνοώντας σε μεγάλο βαθμό το τι πρεσβεύει και με ποιον τρόπο επιδιώκει να κάνει αποδεκτές τις «αξίες» του. Τέλος, ευθύνονται και κάποια Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας που θεώρησαν ότι η υπερβάλλουσα προβολή των ακραίων τακτικών της «Χρυσής Αυγής» και των μελών της θα έδινε ακόμη μεγαλύτερα νούμερα τηλεθέασης.
Μόνο που τα παραμύθια των ακραίων και αντιδημοκρατικών αυτών στοιχείων, τα οποία δυστυχώς κρύβουν πολλούς και αιμοδιψείς δράκους, θα πρέπει να τελειώσουν μια κι έξω. Η Ελλάδα υποφέρει πολλαπλώς σήμερα και έχει ανοιχτά πολύ σοβαρά μέτωπα, για να ασχολείται με σχηματισμούς που αμφισβητούν την ίδια τη δομή και την ουσία της Δημοκρατίας.
Οι πολίτες που δεν ανήκουν στη «Χρυσή Αυγή» και δεν αποδέχονται την άσκηση βίας, αλλά ψήφισαν τον εν λόγω σχηματισμό στις προηγούμενες εκλογές, έχουν μία μοναδική ευκαιρία να συνειδητοποιήσουν το λάθος τους και να το διορθώσουν. Θα πρέπει ΤΩΡΑ να στείλουν τους εκπροσώπους του φασισμού εκεί που πραγματικά ανήκουν· εκτός του ελληνικού Κοινοβουλίου κι εκτός της ελληνικής κοινωνίας.
Την ίδια στιγμή, η Ελληνική Αστυνομία θα πρέπει να καταστείλει αμείλικτα οποιαδήποτε ενέργεια στρέφεται κατά της νομιμότητας, προστατεύοντας τη ζωή και την περιουσία όλων όσων ζουν στην Ελλάδα, απέναντι στις σιδερογροθιές, τους τραμπουκισμούς και τις εγκληματικές επιθέσεις των «χρυσαυγιτών» και όποιων άλλων ακραίων στοιχείων. Την ίδια στιγμή θα πρέπει η, πολιτική και μη, ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. να προβληματιστούν σοβαρά με το φαινόμενο των στενών δεσμών που φαίνεται να υπάρχουν μεταξύ ορισμένων στελεχών του Σώματος με τον χώρο της «Χρυσής Αυγής». Σε τελευταία ανάλυση, μπορεί κάθε αστυνομικός να έχει τη δική του ιδεολογική τοποθέτηση και να στηρίζει οποιονδήποτε πολιτικό σχηματισμό, αρκεί αυτός ο τελευταίος να σέβεται και να υπακούει στο Σύνταγμα και τους νόμους. Εξάλλου, στο πρώτο ορκίζονται και τους δεύτερους καλούνται να προστατεύσουν οι αστυνομικοί μας…
Τέλος, θα πρέπει και κάποιοι εκπρόσωποι, κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς, να κατανοήσουν ότι η ανοχή σε φαινόμενα βίας οποιασδήποτε μορφής (π.χ. γιαουρτώματα, προπηλακισμοί κατά πολιτικών αντιπάλων), αλλά και η παρότρυνση σε διχαστικές τακτικές (π.χ. καταγγελίες περί εθνικών προδοτών ή καλέσματα σε γενικευμένη ανυπακοή) ουσιαστικά δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να «κουβαλούν νερό στον μύλο» παρακρατικών και άλλων ακραίων σχηματισμών.
Εάν δεν κλείσουμε ΕΔΩ και ΤΩΡΑ τον κύκλο της βίας και του διχασμού, που κάποιοι -ηθελημένα ή αθέλητα- προσπαθούν ν’ ανοίξουν στην ελληνική κοινωνία, σε λίγο η κατάσταση θα γίνει ανεξέλεγκτη. Και τότε, ίσως διαπιστώσουμε με τρόμο ότι μερικές εκλογικές πλάκες και ψήφοι διαμαρτυρίας μπορεί να έχουν ανυπολόγιστες συνέπειες, ακόμη και πάνω σε όσους προβαίνουν σε ανάλογες κινήσεις.
Για να μη φθάσουμε εκεί, ας μπούμε αύριο στο εκλογικό τμήμα της περιοχής μας αποφασισμένοι να προστατεύσουμε τη Δημοκρατία και την κοινωνική αλληλεγγύη μας. Με άλλα λόγια, ας στείλουμε τη «Χρυσή Αυγή» και τα «λεβεντόπαιδά» της στο περιθώριο της πολιτικής ιστορίας του τόπου μας. Με αυτόν τον τρόπο, πλην των άλλων κινδύνων που θα αποφύγουμε, θα στείλουμε κι ένα σαφές μήνυμα στην υπόλοιπη Ευρώπη, ότι σε τούτον τον τόπο δεν περνούν τραμπουκισμοί και απειλές, ούτε σε πολιτικό, ούτε σε οικονομικό, ούτε και σε κοινωνικό επίπεδο…