Ο μακαρίτης Γιάννης Κεφαλογιάννης, που υπήρξε βουλευτής, υπουργός και σύμβουλος του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως σε δωδεκάμηνη ποινή με τριετή αναστολή για υπόθαλψη εγκληματία (ενός χασισοκαλλιεργητή από το Μυλοπόταμο Κρήτης) και πρόκληση τέλεσης του αδικήματος της ψευδορκίας. Μετά την απόφαση του δικαστηρίου, υπό τις ιαχές των οπαδών του που φώναζαν «Αίσχος, εμείς σ’ αγαπάμε», επιτέθηκε κατά του εισαγγελέα της δίκης, τον οποίο χαρακτήρισε «ανεκδιήγητο» και κατά του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνου, λέγοντας με νόημα ότι «και οι κρίνοντες, κρίνονται». Για τη συγκεκριμένη δικαστική απόφαση, ο πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Νομού Ρεθύμνης Εμ. Κουντουράκης είχε δηλώσει: «Δεν έχουμε τίποτα σε προσωπικό επίπεδο και με κανέναν. Το ίδιο θα κάναμε για τον οποιονδήποτε που ελαφρά τη καρδία παρεμβαίνει με αυτό τον τρόπο και οπλίζει κυριολεκτικά τα χέρια των εμπόρων ναρκωτικών να σηκώσουν τα ‘‘καλάσνικωφ’’ εναντίον μας. Στα ορεινά, επί δέκα πέντε χρόνια δεχόμαστε πυρά, στην προσπάθειά μας να απαλλάξουμε το νομό μας και την Κρήτη από τους εμπόρους ναρκωτικών. Με τέτοιου είδους παρεμβάσεις οι κοινωνίες παρεκτρέπονται, αποθρασύνονται και φτάνουμε στο σημείο να καλλιεργούνται μαζικά ναρκωτικά… Η επικράτηση της έννομης τάξης δεν είναι ουτοπία, είναι κάτι χειροπιαστό και χρειάζεται τη συμβολή όλων μας».
Μέχρι να καταλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία, κάποιοι αφελείς αριστεροί πιστεύαμε ότι η πρώτη μορφή συμπεριφοράς ανήκε αποκλειστικά στο αξιακό πεδίο των kομμάτων εξουσίας (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), ενώ η δεύτερη στο αξιακό πεδίο της Αριστεράς. Μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και ειδικότερα μετά τη νίκη του στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ο βουλευτής του Στάθης Παναγούλης δήλωσε: «Η ΕΡΤ πρέπει να ανοίξει όλα τα προγράμματά της. Πρέπει να αποκαταστήσει όλους τους εργαζόμενους και ιδιαίτερα να αποκαταστήσει όλους εκείνους που αγωνίστηκαν για να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία». Μα παλιέ μου σύντροφε Στάθη, εκτός από τους υπαλλήλους της ΕΡΤ, πλήθος κομματικών φίλων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που είχαν μπει στο Δημόσιο «από το παράθυρο» και λόγω μνημονιακών εντολών είχαν απομακρυνθεί (καθαρίστριες Υπουργείου Οικονομικών, σχολικοί φύλακες, διοικητικοί υπάλληλοι ΑΕΙ, καθηγητές τεχνικών λυκείων κ.ά) είχαν αγωνιστεί για την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Και όλοι αυτοί επαναπροσλήφθηκαν, όχι για την αποκατάσταση του αισθήματος δικαίου -αυτό θα επιτυγχανόταν αν προσλάμβαναν στη θέση τους αξιοπρεπείς άνεργους, χωρίς κομματικούς δεσμούς- αλλά για να ξαναψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Και πρόσφατα βλέπουμε αυξήσεις μισθών στο δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα των κομματικά ελεγχόμενων προϊστάμενων, ως και προσλήψεις – τοποθετήσεις κομματικών εγκάθετων στους χώρους της Υγείας και της Παιδείας ως διοικητών νοσοκομείων και διευθυντών εκπαίδευσης αντίστοιχα, μέσω της παλιάς πατέντας της «γαλάζιας» συνέντευξης, που τώρα πήρε «ροζ» απόχρωση. Όλοι αυτοί προσλαμβάνονται – τοποθετούνται στα κέντρα εξουσίας, προκειμένου να επηρεάσουν άλλους και να ξαναψηφίσουν όλοι τους ΣΥΡΙΖΑ. Μα αγαπητοί σύντροφοι και ο αείμνηστος Γιάννης Κεφαλογιάννης, για τον ίδιο ακριβώς λόγο -για να τον ξαναψηφίσει ο ένοχος και όλο του το σόι- δεν έτρεχε στα δικαστήρια για να σώσει τον χασισοκαλλιεργητή του Μυλοποτάμου; Και έχεις και τον υπουργό Υγείας Ανδρέα Ξανθό να εκπλήσσεται και να δηλώνει: «Μα γιατί γίνεται τόσος ντόρος για τις (κομματικές) προσλήψεις των διοικητών νοσοκομείων;». Και αυτός ο άνθρωπος θέλει να λέγεται αριστερός…
Από το βιβλίο του Σεραφείμ Φυντανίδη «31 αξέχαστα χρόνια» (σελ. 272): Ένα βράδυ, το 1982, βρεθήκαμε κάποιοι δημοσιογράφοι στο σπίτι του Κώστα Σκούρα, διευθυντή σύνταξης τότε της «Ελευθεροτυπίας». Ήρθε και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Είχε πολλά κέφια και συζητούσε ώρες μαζί μας. Σε μια στιγμή, ο μακαρίτης τώρα πολιτικός μας συντάκτης Αντώνης Καλαμαράς του είπε: «Πρόεδρε, μήπως το παραξηλώνεις με διορισμούς και αυξήσεις, ιδίως σε στρατιωτικούς και δημοσίους υπαλλήλους;». Η απάντηση του Ανδρέα υπήρξε: «Άκουσε, αγαπητέ. Το 1964 με την Ένωση Κέντρου πήραμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία. Τώρα θέλω να πάρουμε και την εξουσία». Την περασμένη άνοιξη ο νυν υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης είχε δηλώσει: «… μπορεί να κερδίσαμε τις εκλογές, αλλά την κυβέρνηση δεν την έχουμε…», υπονοώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού. Η νικήτρια του εμφυλίου πολέμου Δεξιά, κατά ρητή ή άρρητη δήλωσή της, έστησε το κομματικό – πελατειακό της κράτος για να προστατέψει τη χώρα από τον κομμουνισμό. Το ΠΑΣΟΚ, κατά ρητή ή άρρητη δήλωσή του, έστησε το πελατειακό – κομματικό του κράτος, για να φέρει στην επιφάνεια την κρυμμένη πλευρά της σελήνης – ελληνικής κοινωνίας, αποκαθιστώντας τις αδικίες της Δεξιάς στην «εαμογενή» Αριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ για πιο λόγο ακριβώς στήνει με τόση επιμέλεια το δικό του κομματικό κράτος; Και τελικά ποιοι είναι αυτοί οι «ερυθροφρουροί» που καταλαμβάνουν με κομματικά κριτήρια τα κέντρα εξουσίας του κρατικού μηχανισμού; Μήπως σε μεγάλο ποσοστό πρόκειται για παλιούς «πρασινοφρουρούς» και λίγους «γαλαζοφρουρούς», που απλά άλλαξαν χρώμα κουστουμιού; Και μήπως για όλους ο καβγάς γίνεται για το πάπλωμα – εξουσία;
Έχω γράψει πολλές φορές και σε προηγούμενα άρθρα μου για τις διεφθαρμένες εμπρόσωπες πελατειακές σχέσεις αλληλεξάρτησης πολιτικών και ψηφοφόρων τους, ως τη βασική αιτία υπανάπτυξης της χώρας μας. Τώρα όμως που τις διεφθαρμένες αυτές σχέσεις τις αναπαράγει η Αριστερά στην πατρίδα μας, πέρα από τη μεγάλη μου θλίψη για την κατάρρευση ενός ηθικού σημείου αναφοράς, έρχεται στο νου μου και πλήθος βασανιστικών ερωτημάτων: Η κυβερνώσα Αριστερά, στήνει το πελατειακό της κράτος διαφθείροντας τους πολίτες, προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία, για να υπερασπιστεί -όπως λέει- την ηθική και τους αδύνατους; Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Έτσι όμως δεν διαφθείρεται και η ίδια; Ήταν πάντα διεφθαρμένη η Αριστερά, ή έχει διαφθαρεί μετά την κατάληψη της εξουσίας; Και όλοι αυτοί οι αγώνες που έδωσε για ισότητα και δικαιοσύνη -τουλάχιστον τα γηραιότερα στελέχη της- ήταν γνήσιοι και ειλικρινείς, ή απέβλεπαν -έστω και ασυνείδητα- στην κατάληψη της θέσης των εξουσιαστών; Επιθυμούν και τη δικαιοσύνη και την εξουσία; Πρόκειται τελικά για σχιζοειδή Εγώ; Για διχασμένες προσωπικότητες; Ο πρωθυπουργός και οι περισσότεροι υπουργοί του ως πρώην συνδικαλιστές και υπερασπιστές στενά επαγγελματικών συμφερόντων – ο ορισμός της μερικότητας – έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν και να εφαρμόσουν πολιτικές υπέρ του γενικού συμφέροντος; Και τελικά πόση σημασία έχει η διάκριση Δεξιάς και Αριστεράς σε μια χώρα που βρίσκεται ακόμη στην εποχή του προνωτερικού, ομαδικού ανθρώπου των εμπρόσωπων δεσμών;
Δημήτρης Γ. Σουλιώτης