Τη «θαυμασία νήσο Ζάκυνθο» του Ανδρέα Κάλβου οι Ενετοί ονόμασαν «Φιόρο του Λεβάντε», δηλαδή «Άνθος της Ανατολής». Άραγε, είχαν κατά νου κάποιο άνθος του νησιού όταν έτσι βάφτιζαν το «ωραίο Τζάντε» του τραγουδιού; Εικάζεται, ότι φιόρο λογάριαζαν εκείνο το λευκό, ευωδιαστό, άγριο κρινάκι που φύεται και ανθεί κατακαλόκαιρα στους αμμώδεις γιαλούς της ή ίσως το άλλο μυρωδάτο και αγαπημένο φιόρο των Ζακυνθίων, το μπουγαρίνι.
Όλες αυτές οι ονομασίες και οι χαρακτηρισμοί που διαχρονικά δόθηκαν στο Ιόνιο νησί, γνωρίζουμε από τη μυθολογία ότι αφορούν εκείνο το δασώδες νησί, την ομηρική «Υλήεσσα», όπως αυτή αναφέρεται στην Οδύσσεια. Στα βαθύσκιωτα δάση της, η Άρτεμις συνήθιζε να περιδιαβαίνει κυνηγώντας και ο αδελφός της Απόλλωνας να παίζει με τη λύρα του, υμνώντας τις ομορφιές της.
Ένα από τα διαμάντια του νησιωτικού συμπλέγματος της Επτανήσου είναι η ωραία Ζάκυνθος, λίγα μίλια τη χωρίζουν από το άλλο μεγάλο Ιόνιο νησί, την Κεφαλλονιά, μια δρασκελιά, από τις ακτές της δυτικής Πελοποννήσου, την Ηλεία. Τα βουνά της αχνοφαίνονται όταν ο καθαρός ουρανός του Κατακώλου και της Κυλλήνης το επιτρέπει˙ κι› αυτό στάθηκε η αιτία να γεννηθούν άρρηκτοι δεσμοί ανάμεσα στους γείτονες κατοίκους. Συχνά, οι νησιώτες έβρισκαν καταφύγιο στην απέναντι στεριά, σε δίσεκτα χρόνια.
Ανατρέχοντας στο μακρινό μυθολογικό και ιστορικό παρελθόν της, έχουμε να ιστορήσουμε αλλεπάλληλες κατακτήσεις. Το νησί γίνεται κατ› εξακολούθησην βορά ακόρεστων κατακτητών ˙ και τούτο γιατί τόσο οι φυσικές ομορφιές του όσο και η στρατηγικής σημασίας θέση του, το καθιστούν ελκυστικό για όλους του επίδοξους κατακτητές και τα μεγαλεπήβολα σχέδιά τους.
Με μια διαπεραστική ματιά που φθάνει στα μυθικά χρόνια, βλέπουμε να καταφθάνει εκεί και να ιδρύει ακρόπολη ο Ζάκυνθος, γιός του Δάρδανου, βασιλιά της Τροίας και να ακολουθούν Αρκάδες άποικοι, την πρώτη χιλιετία π.Χ. που γίνονται τόσο ισχυροί ώστε ιδρύουν ακόμη και αποικία στην Ιβηρική χερσόνησο, τη λεγόμενη Ζακάνθα ˙ βλέπουμε ακόμη να βάζει το πόδι του στο νησί ο Οδυσσέας και να συμπαρασύρει τους νησιώτες στον Τρωικό πόλεμο.
Και προχωρώντας στα ιστορικά χρόνια διαβάζουμε ότι η Ζάκυνθος παραμένει ουδέτερη στους Περσικούς πολέμους, ενώ στην εμφύλια σύρραξη του Πελοποννησιακού στέκεται στο πλευρό των Αθηναίων συμμετέχοντας στην εκστρατεία της Σικελίας, ότι ακολουθεί η κατάκτησή της από τους Μακεδόνες του Μ. Αλεξάνδρου και μετά, περί του 150 π. Χ., εκείνη των Ρωμαίων που τελειώνει το 300 μ. Χ. Οι τελευταίοι ασκούν μια σχετικά φιλελεύθερη διοίκηση, παραχωρώντας μια κάποια αυτονομία, και σε αυτό το πλαίσιο, το 34 μ. Χ. η Ζάκυνθος εκχριστιανίζεται από τη Μαρία τη Μαγδαληνή, όταν αυτή περνά ευκαιριακά από το νησί. Μαθαίνουμε επίσης ότι στα βυζαντινά χρόνια το νησί δέχεται πολλές επιθέσεις και υφίσταται λεηλασίες από πειρατές και βανδάλους, ενώ τον 12ο μ. Χ. αιώνα Φράγκοι της Σικελίας καταλαμβάνουν Ζάκυνθο και Κεφαλλονιά ιδρύοντας την «Παλατινή Κομητεία Κεφαλληνίας και Ζακύνθου» που διαρκεί τρεις περίπου αιώνες υπό την ηγεμονία των οικογενειών Ορσίνι, Ανδηγαυών και Τόκκων.
Και φθάνουμε στην Ενετική κατάκτηση το 1484, μακράς διάρκειας κατοχή, καθοριστική όμως για την πορεία του νησιού. Μέχρι την κατάλυσή της, το 1797, χάρις στις ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης μεταξύ των κατοίκων του νησιού και των Ενετών κατακτητών, η Ζάκυνθος ανθεί πολιτιστικά, αναπτύσσει έναν πλούσιο, πολύμορφο πολιτισμό. Ωστόσο, η ενετική διοίκηση θέλει την κοινωνική φυσιογνωμία του νησιού διαμορφωμένη σε τάξεις, ανάλογα με την καταγωγή και την οικονομική κατάσταση των κατοίκων, σε ευγενείς (nobili), αστούς (civili) και λαϊκούς (popolari). Πολιτικά δικαιώματα και τίτλοι αριστοκρατίας δικαιούνται κληρονομικά μόνο οι ευγενείς και συνεπώς ο λαός ζει περιθωριοποιημένος και μειονεκτικός. Προσπάθεια αποτίναξης του ζυγού των ευγενών γίνεται με τη λαϊκή εξέγερση γνωστή ως το «Ρεμπελιό των ποπολάρων».
Η Ενετική κατοχή αφήνει το στίγμα της φανερό στη γλώσσα, στα ήθη, στην αρχιτεκτονική αλλά… και στο εμπόριο από το οποίο όμως ωφελείται πρωτίστως και τα μέγιστα ο κατακτητής. Το εύφορο και γόνιμο έδαφος του νησιού ευνοεί την καλλιέργεια και την παραγωγή της κορινθιακής λεγόμενης σταφίδας, η οποία μεταφέρεται από τα απέναντι πελοποννησιακά παράλια. Από νωρίς, και πριν από οποιονδήποτε άλλο τόπο, ακμάζει εκεί αξιοσημείωτο εξαγωγικό εμπόριο σταφίδας και ιδρύονται αρκετοί σταφιδικοί οίκοι. Σύμφωνα με τον Άγγλο περιηγητή Ουέλερ περί τα μέσα του 17ου αιώνα, οι Ενετοί εισπράττουν από το νησί ως φόρο σταφίδας χρυσό, αρκετό για να συντηρηθεί η Ενετική Αρμάδα. Δικαίως λοιπόν, σύμφωνα με τον ίδιο περιηγητή, η Ζάκυνθος αποκαλείται «Η Χρυσή Νήσος».
Όσον αφορά στην αρχιτεκτονική, η οικοδόμηση επιβλητικών κτηρίων σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα καθιστά τη Ζάκυνθο «Φλωρεντία της Ελλάδας», ή «Βενετία του Νότου», όπως οι κατά καιρούς περιηγητές την αποκαλούσαν. Δυστυχώς, τα περισσότερα από αυτά τα μνημεία του πολιτιστικού παρελθόντος σωριάζονται σε ερείπια με τον ισοπεδωτικό σεισμό του 1953.
Τα κατακτητικά χέρια αλλάζουν, όπως ήταν φυσικό, μετά τη διάλυση της Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου, το νησί οδηγείται στα χέρια των Γάλλων Δημοκρατών. Στον απόηχο των φιλελεύθερων ιδεωδών της Γαλλικής Επανάστασης, νέος αέρας ελευθερίας και δημοκρατίας πνέει με τον ερχομό τους. Παρ’ όλη τη μικρής διάρκειας κατοχή τους (1797-1799), ο λαός κατορθώνει να καταργήσει τις κοινωνικές τάξεις και τους τίτλους ευγενείας, καίγοντας συμβολικά, στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, το Λίμπρο ντ’ Όρο, τη Χρυσή Βίβλο δηλαδή που σ’ αυτήν ήταν γραμμένα όλα τα ονόματα των ευγενών, Ενετών και Ζακυνθίων, καίοντας επίσης, ακόμη και τους αριστοκρατικούς θυρεούς.
Γύρω στα 1800, τα ηνία του νησιού παίρνουν Ρωσία και Τουρκία για επτά χρόνια, ιδρύοντας το ανεξάρτητο Κράτος των Ιονίων νήσων με την ονομασία «Επτάνησος Πολιτεία», και επαναφέροντας την παλιά τάξη της αριστοκρατίας.