Όλα ξεκίνησαν με τη φράση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή πριν λίγο καιρό: «Μπορείτε να μας κατηγορήσετε για αυταπάτες, όχι ότι δεν τηρήσαμε την εντολή (για σκληρή διαπραγμάτευση) και είπαμε ψέματα».
Στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 15ης Μαΐου 2016 και στο ένθετο «νέες εποχές» δημοσιογράφοι, πολιτικοί επιστήμονες και πανεπιστημιακοί ανέλυσαν την αυταπάτη του πρωθυπουργού. Το συμπέρασμά τους πάντα το ίδιο: Ένας πρωθυπουργός δεν επιτρέπεται να έχει αυταπάτες, γιατί η αυταπάτη ως πλάνη, παρανόηση, άρνηση της πραγματικότητας, ως αποτέλεσμα συναισθηματικής ανάγκης ή επιθυμίας, ως «χίμαιρα», που δεν λαμβάνει υπόψη της το συσχετισμό δυνάμεων, καταλήγει στην καταστροφή. Επίσης κάποιοι φίλοι που έγιναν κοινωνοί των σκέψεών μου για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου, εξέφρασαν την άποψη ότι ο πρωθυπουργός και όλοι οι άνθρωποι της εξουσίας δεν ενδιαφέρονται για ιδανικούς κόσμους και οράματα, αλλά αποκλειστικά για την κατάκτηση και διατήρηση της εξουσίας, άρα δεν πρόκειται για αυταπάτη, αλλά για εξαπάτηση του λαού. Όταν όμως ένας ολόκληρος λαός ζει με αυταπάτες, όταν οι σκέψεις του και οι συμπεριφορές του χαρακτηρίζονται από παθολογική εμμονή σε ιδέες, που διαμορφώνονται υπό την πίεση του συναισθηματικού του κόσμου και όχι από επαφή με την πραγματικότητα, γιατί δεν μπορούμε να συζητήσουμε και την άποψη ότι ένα νέο παιδί που πριν λίγα χρόνια βρισκόταν σ’ ένα Κόμμα του 3%, πολύ μακριά από τα ανθρωποφάγα γρανάζια της εξουσίας και έγινε ξαφνικά πρωθυπουργός, μπορεί να έχει αυταπάτες; Και μάλιστα σ’ ένα Κόμμα της Αριστεράς, η οποία σχηματίζει τα ιδανικά της μέσα από την επιθυμία και την ελπίδα για έναν Νέο Κόσμο, ένα νέο άνθρωπο, μια νέα ηθική, μια νέα τέχνη;… Θα μου πείτε ότι όλα αυτά έχουν χαθεί για πάντα, έχουν γίνει «χυλός» μέσα στο «μίξερ» του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού – καζίνο. Υπάρχουν όμως λαοί και άνθρωποι, που επιμένουν, ίσως και λόγω εθνικού και ατομικού ασυνειδήτου, να ζουν με τις αυταπάτες τους…
Εφόσον όμως δεν επιτρέπουμε σ’ ένα πρωθυπουργό να έχει αυταπάτες και απαιτούμε οι σκέψεις και οι ενέργειές του να υπακούουν στον ορθολογισμό και την ψυχρή λογική, γιατί αποδεχόμαστε τις αυταπάτες του πιστού και του επαναστάτη;
Δεν υπάρχει θρησκεία χωρίς πίστη σ’ ένα Θεό κυρίαρχο του κόσμου τούτου, αλλά και ενός άλλου αόρατου κόσμου της μετά θάνατον ζωής των ανθρώπων. Ο Richard Dawkins, κορυφαίος εξελικτικός βιολόγος και συγγραφέας πολλών κλασσικών έργων επιστήμης και φιλοσοφίας, στο βιβλίο του «Η περί θεού αυταπάτη» υποστηρίζει ότι η πίστη στο θεό είναι ένας παραλογισμός, μια αυταπάτη. Κατ’ αυτόν οι ανθρώπινες σκέψεις και τα συναισθήματα αναδύονται μέσα από τις εξαιρετικά πολύπλοκες διασυνδέσεις φυσικών οντοτήτων μέσα στον εγκέφαλο. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει τίποτα επέκεινα του φυσικού, υλικού κόσμου, καμία υπερφυσική δημιουργική ευφυΐα που ελλοχεύει πίσω από το παρατηρήσιμο Σύμπαν, ούτε ψυχή η οποία επιβιώνει μετά το θάνατο του σώματος, ούτε και θαύματα, εκτός υπό την έννοια φυσικών φαινομένων, τα οποία δεν μπορούμε ακόμα να εξηγήσουμε. Ο κίνδυνος από τη θρησκευτική πίστη συνίσταται στο ότι επιτρέπει σε κατά τα άλλα φυσιολογικά ανθρώπινα όντα, να δρέπουν τους καρπούς της αυταπάτης και να τους θεωρούν μάλιστα ιερούς. Επειδή κάθε νέα γενιά παιδιών διδάσκεται ότι οι προτάσεις της θρησκείας δεν είναι ανάγκη να αιτιολογούνται, έτσι όπως απαιτείται για όλες τις άλλες, ο πολιτισμός μας πολιορκείται ακόμα από τους στρατούς της αυταπάτης. Ακόμη και σήμερα σκοτωνόμαστε στο όνομα αρχαίων βιβλίων. Ποιος θα φανταζόταν ποτέ ότι θα ήταν δυνατόν κάτι τόσο τραγικά ανόητο;
Και ο Richard Dawkins καταλήγει στην εξής πρόταση φιλοσοφίας ζωής: Εάν η κατάργηση της αυταπάτης του Θεού αφήνει ένα κενό, ο κάθε άνθρωπος θα το καλύψει με διαφορετικό τρόπο. Ο δικός μου τρόπος περιλαμβάνει μια γερή δόση επιστήμης, της τίμιας και συστηματικής προσπάθειας για την ανακάλυψη της αλήθειας σχετικά με τον πραγματικό κόσμο.
Σ’ ένα άλλο κόσμο όμως, καλύτερο απ’ αυτόν που ζούμε, προσβλέπει και ο επαναστάτης ηγέτης και γενικά ο επαναστατημένος άνθρωπος, ο οποίος, σε αντίθεση με τον πιστό, βρίσκεται πριν ή μετά το ιερό και απαραβίαστο και αγωνίζεται για την επιβολή μιας ανθρώπινης τάξης, όπου όλες οι απαντήσεις να είναι ανθρώπινες, δηλαδή λογικά διατυπωμένες. Με άλλα λόγια, ο επαναστάτης πιστεύει ότι η σωτηρία του ανθρώπου δεν γίνεται με το Θεό σ’ ένα άλλο κόσμο, αλλά πρέπει να λάβει χώρα πάνω στη γη. Εφόσον όμως ο κόσμος δεν έχει προκαθορισμένο σκοπό, ο άνθρωπος, από τη στιγμή που αποδέχεται αυτό τον κόσμο, πρέπει να του δώσει μια κατεύθυνση, που να καταλήγει σε μια ανώτερη ανθρωπότητα. Έτσι όμως το ιδανικό ανθρώπινο βασίλειο υποκαθιστά την αιώνια ηθική και τη βασιλεία των ουρανών και η επανάσταση, παρά το υλιστικό της υπόβαθρο, μετατρέπεται σε μια απέραντη μεταφυσική σταυροφορία, γεμάτη αυταπάτες…