Eύλογα ο μέσος πολίτης αναρωτιέται, πλέον, αν το ελληνικό κράτος στο σύνολό του είναι ικανό να αντεπεξέλθει σε κάποια θεομηνία με προνοητικότητα, επάρκεια, πραγματική ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα. Μετά και τα όσα έζησε το λεκανοπέδιο με τη χιονοθύελλα τις προηγούμενες ημέρες, λογικά δεν τρέφει, πλέον, καμία… «Ελπίδα».
Σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ως προς στον Βόρειο Τομέα, τον οποίο καλύπτει δημοσιογραφικά η ΑΜΑΡΥΣΙΑ, τα πράγματα πήγαν εντελώς στραβά. Σαν να μην ασχολήθηκε κανείς Δήμος με τα σκληρά διδάγματα της «Μήδειας» μόλις 11 μήνες νωρίτερα, οι πόλεις παραδόθηκαν σχεδόν αμαχητί στις ορέξεις της «Ελπίδας»: Από πολύ νωρίς οι μηχανισμοί Πολιτικής Προστασίας των Δήμων της περιοχής, ειδικά των «συνήθως υπόπτων» για ισχυρές χιονοπτώσεις, έδειξαν να μη μπορούν να ακολουθήσουν τις απαιτήσεις μιας κακοκαιρίας σφοδρότερης από την προηγούμενη. Οι συνήθεις «ξύλινες» δηλώσεις όλων των δημοτικών Αρχών περί «ετοιμότητας», πήγαν για μια ακόμη φορά περίπατο.
Ο αποκλεισμός των πόλεων ειδικά τη Δευτέρα 24 και την Τρίτη 25 Ιανουαρίου, ήταν σχεδόν καθολικός. Οι δρόμοι που αποτελούν ευθύνη των Δήμων βυθίστηκαν από το χιόνι και σε πάμπολλες περιπτώσεις οι διαμαρτυρίες κατοίκων ότι ουδέποτε πέρασε κάποιο εκχιονιστικό από την περιοχή τους, ούτε για την… «τιμή των όπλων», ήταν αλλεπάλληλες.
Κατάψυξη δίχως… ρεύμα
Το θέμα των απροσπέλαστων δρόμων, όμως, δεν είχε να κάνει μόνο με τη δυνατότητα μετακίνησης των πολιτών ή των όποιων δημοτικών συνεργείων προσπαθούσαν να βρεθούν σε κάποιο σημείο όπου διαπιστωνόταν μεγάλη ανάγκη. Οι χιονισμένοι και ούτε καν υποτυπωδώς «πατημένοι» δρόμοι αποτέλεσαν εμπόδιο για τα συνεργεία του ΔΕΔΔΗΕ που προσπαθούσαν να φτάσουν σε σημεία όπου σημειώθηκε ζημιά στο δίκτυο ηλεκτροδότησης. Και σε αυτό το σημείο εμφανίστηκε το διπλό παράδοξο: Αφενός οι διακοπές ρεύματος δεν ήταν εκτεταμένες στον βαθμό που ήταν στη «Μήδεια». Το γεγονός ότι πέρυσι υπήρξε εκτεταμένη κοπή επικίνδυνων δέντρων ή κλαδιών γύρω από τις υποδομές του ΔΕΔΔΗΕ, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτή τη φορά οι άνεμοι δεν φυσούσαν τόσο έντονα όσο πριν 11 μήνες, είχε ως αποτέλεσμα πολλές περιοχές των βορείων προαστίων να τη… γλιτώσουν.
Αφετέρου, όμως, όσες περιοχές είχαν την ατυχία να διακοπεί το ρεύμα, ξεπέρασαν κατά πολύ τον μέσο όρο αναμονής της «Μήδειας» που σε περιπτώσεις έφτανε 3 ή 4 ημέρες! Κι αυτό επειδή ακριβώς οι αδιάνοιχτοι δρόμοι αποτελούσαν τεράστιο εμπόδιο για τα συνεργεία, προκειμένου να προσεγγίσουν τα σημεία με τις ζημιές.
Όσο για τις ευθύνες του ίδιου του ΔΕΔΔΗΕ, η παρέμβαση εισαγγελέα μετά από προσφυγές κατοίκων που έμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο σκοτάδι, το ψύχος και δίχως φαγητό, καταδεικνύει ότι οι παθογένειες καλά κρατούν, παρά το γεγονός ότι ήδη έχει ξεκινήσει το έργο της υπογείωσης του δικτύου που αναμένεται να λύσει οριστικά το πρόβλημα.
Έμφαση στους ευπαθείς
Μέσα σε όλο αυτό το έλλειμμα ανταπόκρισης του μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας των Δήμων, πολλές διοικήσεις επικεντρώθηκαν στις ευπαθείς ομάδες πολιτών και σε όσους χρειάζονταν επείγουσα υγειονομική περίθαλψη. Με τις διαθέσιμες δυνάμεις τους επιχειρούσαν τη διακομιδή πολιτών σε δομές υγείας και νοσοκομεία, αλλά και τη διανομή ειδών πρώτης ανάγκης και τροφίμων σε αποκλεισμένες οικογένειες ή μεμονωμένα άτομα που έχρηζαν άμεσης στήριξης.
Οργή λαού
Όπως είναι φυσικό, αυτό δεν αρκούσε για να κατευναστεί η οργή των πολιτών, καθώς τόσο το τηλεφωνικό κέντρο της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ όλες αυτές τις ημέρες, όσο και τα αντίστοιχα των Δήμων, αλλά και τα social media, κατακλύστηκαν από έντονες διαμαρτυρίες πολιτών για τις καταστάσεις που βίωναν, ενώ την ίδια στιγμή υπήρξε «καταιγισμός» ανακοινώσεων από δημοτικές παρατάξεις της αντιπολίτευσης, αλλά και κομματικούς φορείς των Δήμων της περιοχής, στις οποίες αποδίδονταν ευθύνες στις δημοτικές Αρχές.
Η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται από το μεσημέρι της Τετάρτης 26 Ιανουαρίου, όταν και βοηθούσης της πλήρους υποχώρησης του φαινομένου, αρκετοί κεντρικοί δρόμοι άρχισαν να καθαρίζονται, ο αριθμός των οποίων πολλαπλασιάστηκε την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου. Προβλήματα, ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σε ορισμένες περιοχές, ειδικά στους πιο ορεινούς Δήμους του Βορείου Τομέα, καθώς ο όγκος του χιονιού εξακολουθούσε να εμποδίζει την κίνηση οχημάτων, ενώ υπήρξε και ένας αριθμός νοικοκυριών που εξακολουθούσε να αναμένει την επαναφορά του ρεύματος.
Τα… ελαφρυντικά
Η συνεχιζόμενη απαξίωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία μεταφράζεται σε περιορισμένους πόρους και προσλήψεις προσωπικού, αποτελεί, ασφαλώς, μια σημαντική δικαιολογία για τις ανεπάρκειες που όλοι βιώνουμε στους δύο τελευταίους χιονιάδες. Και στα υπέρ των Δήμων παραμένει πάντα το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι σ’ αυτούς προσπαθούν με όσα μέσα διαθέτουν, να φανούν χρήσιμοι στην πόλη τους. Αυτό, ωστόσο, δεν δικαιολογεί τις πομπώδεις δηλώσεις περί «ετοιμότητας» από τους δημάρχους. Η επισήμανση των ελλείψεων με δυναμικό τρόπο στο κεντρικό κράτος, το χαμήλωμα των τόνων και η ουσιαστική προσπάθεια, αντί των (εν πολλοίς παραπλανητικών) φωτογραφιών στα δελτία Τύπου και στα social media και των δηλώσεων ότι «όλα είναι υπό έλεγχο», ενδεχομένως να μην προκαλούσαν τόσο τη, δικαίως αγανακτισμένη, κοινή γνώμη.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
«Γαλάζια» μετωπική… Μεσογείων & Κατεχάκη γωνία
Σε εσωκομματική αντιπαράθεση ανάμεσα στον Γ. Πατούλη και την κυβέρνηση εξελίχθηκε ο εγκλωβισμός χιλιάδων οδηγών σε κεντρικούς οδικούς άξονες της Αθήνας τη Δευτέρα 24 Ιανουαρίου
Σε μείζον «ενδοοικογενειακό» θέμα για τη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ εξελίχθηκε η χαοτική κατάσταση με τον εγκλωβισμό χιλιάδων αυτοκινήτων σε βασικούς οδικούς άξονες της Αθήνας, οι οποίοι ανήκουν στην ευθύνη της Περιφέρειας Αττικής. Τα σκηνικά που διαδραματίστηκαν σε δρόμους όπως οι Λ. Μεσογείων και Κατεχάκη, με αποτέλεσμα να διακομιστεί με εγκεφαλικό επεισόδιο εγκλωβισμένος οδηγός στην Κατεχάκη, ασφαλώς δεν τιμούν κανέναν στην πρωτεύουσα χώρας της Ε.Ε. εν έτει 2022.
Ο περιφερειάρχης Γιώργος Πατούλης βρέθηκε από την αρχή στο στόχαστρο της κριτικής, η οποία απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τη συγγνώμη του προς τους πολίτες, άφησε σαφείς αιχμές αποκλειστικά στους χειρισμούς της Περιφέρειας Αττικής, δίχως να κάνει το ίδιο ως προς τον υπουργό Πολιτικής Προστασίας Χρήστο Στυλιανίδη, ο οποίος, μάλιστα, είχε νωρίτερα ζητήσει επίσης συγγνώμη προς τους πολίτες, αφήνοντας και εκείνος αιχμές για τον περιφερειάρχη και την ετοιμότητα του μηχανισμού της Περιφέρειας.
Όλα τα παραπάνω προκάλεσαν τη σφοδρή αντίδραση του περιφερειάρχη, ο οποίος με επίσημη ανακοίνωση την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου έκανε ξεκάθαρα λόγο για ευθύνες του μηχανισμού του κεντρικού κράτους και κατ’ επέκταση του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας. Επικαλούμενος μια σειρά από κεντρικές επιλογές (κλείσιμο της Εθνικής Οδού στο ύψος της Μεταμόρφωσης και διοχέτευση των αυτοκινήτων στον αστικό ιστό, απόφαση του Υπουργείου Εσωτερικών για λειτουργία του Δημοσίου και για ομαδικό σχόλασμα στις 12 το μεσημέρι, την ώρα της κορύφωσης της χιονόπτωσης, με αποτέλεσμα χιλιάδες οδηγοί να βγουν στους δρόμους), ο περιφερειάρχης εξήγησε τους λόγους για τους οποίους ήταν αδύνατο να προχωρήσει ο εκχιονισμός συγκεκριμένων κομβικών οδικών αξόνων. Παράλληλα, υπογραμμίζει τη δική του απόφαση για κλείσιμο των σχολείων από τη Δευτέρα κιόλας, τονίζοντας ότι αν δεν είχε γίνει αυτό, το πρόβλημα θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο και ζωές θα κινδύνευαν.
Ταυτόχρονα, αναφέρει τις ενέργειες του μηχανισμού της Περιφέρειας όλο αυτό το κρίσιμο διάστημα, ενώ υπερασπίζεται και τις σοβαρότατες ελλείψεις που παρουσιάστηκαν σε επίπεδο Δήμων, χαρακτηρίζοντας την Αυτοδιοίκηση ως «εξιλαστήριο θύμα» και υποστηρίζοντας ότι δεν διαθέτει ανάλογους πόρους και προσωπικό για να αντιμετωπίσει τέτοιες θεομηνίες. Τέλος, ζήτησε από τον πρωθυπουργό να κάνει πράξη τις δεσμεύσεις του για ουσιαστική ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας.
ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ
Κινδύνευσαν χιλιάδες ζωές
Μια παραίτηση, αυτή του διευθύνοντος συμβούλου της «Αττικές Διαδρομές» A.E., μια συγγνώμη από πρωθυπουργικά και υπουργικά χείλη και μια ανά όχημα και όχι ανά άτομο αποζημίωση 2.000 €, μάλλον δεν στάθηκαν ικανοί παράγοντες προκειμένου να κατευνάσουν την οργή χιλιάδων οδηγών, οι οποίοι από το μεσημέρι της Δευτέρας 24 και καθ’ όλη την νύχτα της Τρίτης 25 Ιανουαρίου, είδαν τις ζωές τους να κινδυνεύουν, όντας εγκλωβισμένοι στον (θεωρητικά) πιο σύγχρονο αυτοκινητόδρομο της χώρας.
Η απόλυτη αδράνεια της διαχειριστικής εταιρείας μπροστά στη σφοδρή χιονόπτωση, σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση χιλιάδων αυτοκινήτων ανθρώπων που έφευγαν από τις δουλειές τους ή βρίσκονταν στον δρόμο λόγω ανάγκης ή εργασίας, είχε ως αποτέλεσμα σκηνές που προκαλούν τεράστια ζημιά στην εικόνα της χώρας μας διεθνώς και, το σημαντικότερο, απείλησαν τη σωματική ακεραιότητα των οδηγών και των συνεπιβατών τους.
Οι υπάλληλοι της Αττικής Οδού και οι αστυνομικές δυνάμεις προσπάθησαν, μάταια όπως αποδείχθηκε, να δώσουν λύσεις εν μέσω χιονοθύελλας, αναγκάζοντας τους οδηγούς να εγκαταλείπουν τα οχήματά τους και να περπατούν χιλιόμετρα για να βρουν τον δρόμο προς τα σπίτια τους ή ακόμη και να πηδούν τσιμεντένια διαχωριστικά για να βρεθούν σε σταθμούς του Προαστιακού Σιδηρόδρομου. Πολλές ήταν οι δραματικές προσωπικές ιστορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας. Στο απίστευτο σκηνικό προστέθηκαν και οι… στρατιωτικές δυνάμεις που κλήθηκαν να συνδράμουν στο έργο του απεγκλωβισμού ανθρώπων και οχημάτων, ενώ τα όσα τραγικά έγιναν, προκάλεσαν και εισαγγελική παρέμβαση.
Τις επόμενες ημέρες, οι αποκαλύψεις για την αδρανή κατάσταση των εκχιονιστικών μηχανημάτων της Αττικής Οδού, παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις της ΕΜΥ προειδοποιούσαν για την ισχύ του φαινομένου τουλάχιστον μια εβδομάδα νωρίτερα, προκαλούν εύλογες απορίες και ερωτηματικά.
Το σίγουρο είναι ότι, εκτός από ενδεχόμενες νομικές ευθύνες των ιθυνόντων της εταιρείας, είναι πολλοί οι οδηγοί που δεν είναι διατεθειμένοι να «συμβιβαστούν» με την αποζημίωση των 2.000 ευρώ που έσπευσε να ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, αλλά να διεκδικήσουν μεγαλύτερες αποζημιώσεις μέσω της δικαστικής οδού.
Ωστόσο, με μακροσκελή ανακοίνωσή της την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου, η Αττικές Διαδρομές Α.Ε. αποποιείται κάθε ευθύνη για το χάος στην Αττική Οδό, τονίζοντας ότι δεν εισακούστηκε το αίτημα να απαγορευτούν τα φορτηγά από την προηγούμενη ημέρα και ότι η απόφαση για απαγόρευση ήρθε πολύ αργά.
ΣΧΟΛΕΙΑ
Και εγένετο ξανά… τηλεκπαίδευση
Αν και μια μικρή… «προθέρμανση» είχε γίνει κατά το πρόσφατο κύμα καταλήψεων, η απόφαση των Περιφερειών που βρέθηκαν στο έλεος του χιονιά να κλείσουν τα σχολεία τους έως και την Παρασκευή 28 Ιανουαρίου, επανέφερε σε πιο εκτεταμένο επίπεδο την πολυσυζητημένη τηλεκπαίδευση, θυμίζοντας τα δύο lockdown της πανδημίας.
Ωστόσο, δεν έλειψε η ένταση ανάμεσα στο Υπουργείο Παιδείας και συνδικαλιστικούς φορείς των εκπαιδευτικών για τη διαδικασία, καθώς πολλοί εξ αυτών αποφάσισαν να μην κάνουν τηλεκπαίδευση από τα σπίτια τους, αλλά στα σχολεία, με ελάχιστα τεχνικά μέσα ή να μην κάνουν καθόλου. Δεν έλειψαν ακόμη και τραυματισμοί εκπαιδευτικών που αποφάσισαν να προσέλθουν στα σχολεία τους εν μέσω χιονόπτωσης.
Την ίδια ώρα, το Υπουργείο Παιδείας γινόταν αποδέκτης έντονης κριτικής για τις εκκρεμότητες ως προς τις προϋποθέσεις που είχε θέσει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ώστε να θεωρηθεί πλήρως καλυμμένη νομικά η τηλεκπαίδευση, μέσω της ιδιωτικής εταιρείας παροχής της διαδικτυακής πλατφόρμας.
Μάλιστα, υπήρξαν καταγγελίες όπως αυτή του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Αμαρουσίου για άνωθεν τηλεφωνικές παρεμβάσεις σε δασκάλους από υψηλόβαθμους παράγοντες του Υπουργείου, προκειμένου να κάνουν τηλεκπαίδευση, με τους εκπαιδευτικούς να κάνουν λόγο για «ανυπόγραφη» και «ανεπίσημη» εντολή από πλευράς ΥΠΑΙΘ. Την ένταση κατεύνασε προσωρινά η διήμερη γενική αργία που κήρυξε το κράτος την Τρίτη 25 και την Τετάρτη 26 Ιανουαρίου, αλλά η ένταση επανήλθε μετά το έγγραφο της Διεύθυνσης Π.Ε. Β’ Αθήνας που ζητάει από τους διευθυντές/προϊστάμενους να αναφέρουν ποιοι εκπαιδευτικοί και για ποιους λόγους δεν πραγματοποίησαν τηλεκπαίδευση.
Μέσα σε αυτό το… «παγωμένο» σκηνικό, οι οικογένειες των μαθητών επιδόθηκαν σε αγώνα δρόμου προκειμένου να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες συσκευές, καθώς αυτή τη φορά υπήρχε μια μεγάλη διαφορά: Τα μαθήματα έγιναν πρωινά για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, ενώ τις προηγούμενες φορές υπήρχαν και απογευματινά μαθήματα. Αν προσθέσουμε και την τηλεργασία πολλών γονέων, τα πράγματα αυτή τη φορά ήταν ακόμη πιο δύσκολα, ενώ το οριζόντιο επίδομα των 200 ευρώ για την αγορά tablet που επανέφερε το Υπουργείο, μάλλον δεν άλλαξε το συμπέρασμα ότι η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να χρησιμεύει παρά για «μπάλωμα» σε ειδικές και έκτακτες καταστάσεις και πως, πράγματι, τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει/υποκαταστήσει τη δια ζώσης εκπαίδευση.