Ανοικτός σε οποιαδήποτε προσπάθεια ισχυροποίησης των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα συνοδεύεται και από τους πόρους, οι οποίοι θα διασφαλίζουν την οικονομική βιωσιμότητα των ΟΤΑ, δηλώνει ο πρόεδρος της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Αττικής. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα μας, ο κ. Δημήτρης Καλογερόπουλος τοποθετείται επί των σχεδιαζομένων από την κυβέρνηση αλλαγών στον αυτοδιοικητικό χάρτη της χώρας, μεταφέρει την εμπειρία του σχετικά με το τι γίνεται στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και απαντά στις επικρίσεις για τα φαινόμενα διαφθοράς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Συνέντευξη στον Θάνο Σταθόπουλο
Κύριε πρόεδρε, πώς κρίνετε την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε συνενώσεις δήμων στην Αττική; Ποια προβλήματα πιστεύετε ότι θα λύσει ή, τυχόν, θα δημιουργήσει μια τέτοια επιλογή;
Αν μιλάμε για συνολική διοικητική μεταρρύθμιση, για ανασυγκρότηση του κράτους και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κι όχι απλώς για κάποιες συνενώσεις δήμων, πιστεύω ότι είναι κρίσιμης σημασίας ζήτημα που συνδέεται με την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της χώρας. Εμείς άλλωστε, ως Αυτοδιοίκηση, μέσα από τα συνέδριά μας έχουμε καταλήξει στο μοντέλο που θέλουμε: Ισχυρούς και οικονομικά βιώσιμους δήμους. Δήμους με αρμοδιότητες και πόρους που να μπορούν να παρεμβαίνουν στην τοπική ανάπτυξη και να παρέχουν ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες.
Ας μη ξεχνάμε ότι σε πολλές χώρες της Ευρώπης, οι ισχυροί δήμοι αποτελούν πραγματικότητα εδώ και μια δεκαετία. Η ποσοτική συμβολή τους μάλιστα στις δημόσιες δαπάνες βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο. Εμείς είμαστε μόλις λίγο πάνω από τη Μάλτα. Είμαστε στο 6,7% , ενώ η Εσθονία είναι στο 64,7%. Οι δημόσιες επενδύσεις των ΟΤΑ στη χώρα μας δεν ξεπερνούν το 23,5%, ενώ στην Ιταλία το 81% των επενδύσεων γίνονται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Αυτή η εικόνα πρέπει να αλλάξει, για να μπορέσουμε να δώσουμε μια νέα πνοή ανάπτυξης στη χώρα μας. Για να είμαστε, αν όχι πρωτοπόροι, τουλάχιστον συνοδοιπόροι με τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύετε ότι υπάρχει ανάγκη κάποιων συνενώσεων δήμων στην Αττική κι αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις πρέπει να γίνουν αυτές;
Εμείς ως ΤΕΔΚΝΑ, δεν είμαστε αντίθετοι στο να υπάρξει ένας νέος «Καποδίστριας» για την Αττική. Θέλουμε να προχωρήσει η διοικητική μεταρρύθμιση. Θέλουμε να προχωρήσει ο «Καποδίστριας 2». Θέλουμε να προχωρήσει η μητροπολιτική διακυβέρνηση.
Με μια αυτονόητη προϋπόθεση όμως: Όλα αυτά να γίνουν με τη σύμφωνη γνώμη των τοπικών κοινωνιών και των αιρετών εκπροσώπων τους. Μετά από διάλογο και σύνθεση. Στη βάση πραγματικών αναγκών και συγκεκριμένων αντικειμενικών κριτηρίων (αναπτυξιακά, χωροταξικά, γεωγραφικά, πληθυσμιακά κ.λπ.).
Και φυσικά, κάθε νέα αρμοδιότητα που θα προστίθεται στην Αυτοδιοίκηση, επειδή πραγματικά τη χρειαζόμαστε, να συνοδεύεται από τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους.
Ήδη έχουμε ζητήσει με επιστολή μας από τους ΟΤΑ της Αττικής να μας υποβάλουν τις προτάσεις τους για συναινετικές συνενώσεις με όμορους δήμους ή κοινότητες. Προτάσεις ρεαλιστικές και εμπεριστατωμένες, που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις επιθυμίες των τοπικών κοινωνιών και των πολιτών.
Οφείλουμε, ως Αυτοδιοίκηση, να προσεγγίσουμε το όλο ζήτημα με τη δέουσα προσοχή και με αίσθημα ευθύνης προς τους πολίτες.
Η μεταρρύθμιση δεν αφορά απλώς στο παρόν, αφορά κυρίως στο μέλλον της Αττικής και οφείλουμε να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος.
Κατά καιρούς γίνεται συζήτηση για τη δημιουργία μητροπολιτικών δήμων. Πώς αντιμετωπίζετε αυτήν την προοπτική και ποια κριτήρια εκτιμάτε ότι θα εξασφάλιζαν σε έναν δήμο τον χαρακτηρισμό του ως μητροπολιτικός;
Για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, είμαι πεπεισμένος ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την εφαρμογή του μοντέλου της μητροπολιτικής διακυβέρνησης. Εκείνο που απαιτείται είναι σθεναρή πολιτική βούληση και αυτοδιοικητικός ρεαλισμός. Δεν μιλάμε απλώς για ένα μητροπολιτικό δήμο, μιλάμε για την εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης σε δύο μητροπολιτικές περιοχές, τα πολεοδομικά συγκροτήματα Αθήνας και Θεσσαλονίκης, όπου συγκεντρώνεται ο μισός πληθυσμός της χώρας.
Με τη μητροπολιτική διακυβέρνηση, η Αυτοδιοίκηση θα ασκεί όλες τις λειτουργίες μητροπολιτικού χαρακτήρα και θα αντιμετωπίζει ενιαία τα προβλήματα της μητροπολιτικής περιοχής. Λειτουργίες που αφορούν στο περιβάλλον, στις συγκοινωνίες, στο κυκλοφοριακό, στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων, στη διαφύλαξη και ανάδειξη των ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων και χώρων πρασίνου, των ορεινών όγκων, στη χωροθέτηση των υπερτοπικών δραστηριοτήτων, στην πολιτική προστασία κ.λπ., θα ανήκουν στην αρμοδιότητα της μητροπολιτικής αυτοδιοίκησης.
Και όλα αυτά, με ποιο ζητούμενο, κύριε πρόεδρε;
Τη βιώσιμη ανάπτυξη των δυο μητροπολιτικών περιοχών σε Αττική και Θεσσαλονίκη. Την παροχή αποτελεσματικότερων και καλύτερης ποιότητας υπηρεσιών σε όλους τους πολίτες. Τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Τη διαμόρφωση όρων κοινωνικής ευημερίας. Την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, ως κέντρων αναπτυξιακής δραστηριότητας και τουριστικών προορισμών. Τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε.
Από εκεί και πέρα, τις επιμέρους παραμέτρους του σχεδίου οργάνωσης για τη μητροπολιτική διακυβέρνηση, μπορούμε να τις εξετάσουμε σε διάλογο με το υπουργείο Εσωτερικών. Υπάρχει η διεθνής εμπειρία, υπάρχουν οι μελέτες του ΙΤΑ, όλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την τελική πρόταση, που ασφαλώς θα λάβει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά των δύο μητροπολιτικών περιοχών.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο προτεινόμενος μητροπολιτικού χαρακτήρα Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα αποτελέσει τον δεύτερο βαθμό Αυτοδιοίκησης, για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Στο πλαίσιο αυτό, θα υπάρξει αναδιοργάνωση των σημερινών νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, τόσο ως προς τον αριθμό τους, όσο και ως προς τα γεωγραφικά όριά τους, οι οποίες και θα μετατραπούν ουσιαστικά σε διαμερίσματα.
Η μητροπολιτική διακυβέρνηση είναι ένα ουσιαστικό βήμα προς ένα καλύτερο μέλλον για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Για ένα καλύτερο μέλλον για τους πολίτες. Για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας.
Είστε θετικός ή όχι απέναντι στην προοπτική ύπαρξης αιρετών περιφερειαρχών και γιατί;
Έχουμε τονίσει επανειλημμένα και μέσα από τα θεσμικά μας όργανα, ότι η αναδιάρθρωση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν μπορεί να γίνει μεμονωμένα. Επιβάλλεται να αποτελεί μέρος ενός συνολικού Εθνικού Προγράμματος Μεταρρύθμισης του πολιτικού μας συστήματος και της Δημόσιας Διοίκησης σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Σε τοπικό επίπεδο έχουμε προτείνει τη δημιουργία ισχυρών και βιώσιμων δήμων, με νέες αρμοδιότητες και πόρους (Α΄ Βαθμός) και σε περιφερειακό επίπεδο τη θεσμοθέτηση Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης (Β΄ Βαθμός) με αιρετό περιφερειάρχη και Περιφερειακό Συμβούλιο.
H Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση θα εκλέγει τα όργανά της (Περιφερειακό Συμβούλιο – περιφερειάρχης), αν θέλουμε να πάμε σε ουσιαστική Αυτοδιοίκηση, με αποκέντρωση σε επίπεδο περιφέρειας κι όχι σε κάποιας μορφής ετεροδιοίκηση ή αποσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων από το κεντρικό κράτος. Άλλωστε δεν πρωτοτυπούμε. Οι περιφέρειες με τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους αποτελούν γεγονός εδώ και χρόνια σε όλες τις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Έχω την τιμή να συμμετέχω στην Επιτροπή Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχω ιδίαν αντίληψη για το πώς λειτουργεί η Αυτοδιοίκηση στην Ευρώπη.