Ο Τάσος Μπουλμέτης μιλάει στην «Α» για τη νέα του ταινία «ΝΟΤΙΑΣ» ή τι συμβαίνει σε μία κοινωνία όταν έχει φθάσει στο σημείο να καταργούνται οι μύθοι της!
Λίγο μετά ξεκινώντας τη συζήτησή μας με τον Τάσο Μπουλμέτη…
Γιατί λοιπόν Νοτιάς και όχι Βοριάς;
Γιατί ο Νοτιάς είναι ένας καιρός και ένας προορισμός που νοηματοδοτεί και οδηγεί στην ανάκληση συναισθηματικών καταστάσεων που συνδέονται με τραύματα. Όταν λέμε Νοτιάς, εδώ στην Ελλάδα, νοηματοδοτούμε όλο αυτό το συναισθηματικό υπόβαθρο που συνδέεται με κάποια τραύματα. Έτσι έχει καταγραφεί το περιεχόμενο της λέξης στη συνείδησή μας. Εκμεταλλεύομαι λοιπόν τη γνωστή ρήση: «Θα το γυρίσει σε Νοτιά και θα πονέσουν τα κόκκαλά μου» για να κάνω μια γενικότερη αναφορά για κάποιες πραγματικές καταστάσεις τις οποίες βιώνουν οι ήρωές μου. Όλοι συνδέονται με τον Νοτιά ως καιρό είτε με τον Νότο ως επιθυμία. Είτε φυγής είτε ανάμνησης. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν ο Νοτιάς είναι μια αλληγορία, μια μεταφορά της ανάκλησης πραγματικών καταστάσεων με σκοπό τη διαχείρισή τους. Σχετίζεται λοιπόν με τη θεματική της ταινίας μου που δεν είναι άλλη από τη διαχείριση της απώλειας. Ο ήρωάς μου εκπαιδεύεται στην εφηβεία του πως να διαχειριστεί την απώλεια.
Από που αντλεί τις αναφορές της η ταινία σας; Είναι μια προσωπική σας υπόθεση ή ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών της μνήμης με τη σημερινή πραγματικότητα;
Και τα δύο. Καταρχήν είναι το δεύτερο. Είναι ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών στο οποίο βρέθηκα αντιμέτωπος όταν ξεκίνησα να γράφω την ιδέα. Ήταν μια ιδέα πολύ απλά και γλαφυρά διατυπωμένη: τι συμβαίνει σε μια κοινωνία όταν έχει φθάσει στο σημείο να καταργούνται οι μύθοι πάνω στους οποίους είναι εδραιωμένη η υπόστασή της, η αφήγησή της, η οντότητά της.
Η καθημερινότητά της τελικά…
Ακριβώς. Ξεκίνησα από αυτή την ιδέα και από την επιθυμία να κάνω μια ταινία που να είναι λίγο χαλαρή, λίγο χιουμοριστική. Ξεκινώντας λοιπόν να γράφω και να αναπτύσσω ρόλους, χαρακτήρες κ.λπ., κάποια στιγμή μπήκε το δικό μου βιωματικό κομμάτι, ανακλήθησαν κάποιες καταστάσεις από την προσωπική μου ιστορία την περίοδο της εφηβείας μου και έτσι απέκτησε σάρκα και οστά το σενάριο. Μιλάει για μια εποχή στην οποία ξεκίνησε μια περίοδος υποσχέσεων για ευμάρεια και η οποία κλείνει τώρα. Αυτό που λέμε σήμερα ότι τελειώνει η εποχή της μεταπολίτευσης.
Ο χρόνος, οι έννοιες του, οι μύθοι του, οι ήρωες του, το σήμερα και το τότε σε ένα αέναο διαλεκτικό πηγαινέλα ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα που καλείται κάθε γενιά να διαχειριστεί. Το χθες της και η σημερινή της υπόσταση. Και συνεχίζουμε ρωτώντας τον Τάσο Μπουλμέτη…
Στην ταινία σας στάθηκα ιδιαίτερα στη φράση: «Ο λαός αναζητά νέους μύθους και νέους ήρωες». Αυτό συμβαίνει και αυτή τη στιγμή, τώρα που μιλάμε. Ποιοι οι μύθοι τελικά και οι ήρωες εκείνης της εποχής;
Βρισκόμαστε σε μια εποχή στην οποία αποδομείται και αποκαθηλώνεται ένα σύστημα που έχει επικρατήσει μετά την κατοχή και τον εμφύλιο. Έχουμε μια κυρίαρχη Δεξιά, μια κοινωνία που προσπαθεί να βρει το βηματισμό της. Η μικροαστική και η μεσοαστική τάξη προσπαθεί να εδραιώσει μια οντότητα, αναζητά μια ευμάρεια. Έρχεται όμως μια ευνουχιστική δικτατορία να βάλει φρένο σε αυτή την επιθυμία. Στη συνέχεια έχουμε μια μεταπολίτευση στην οποία πια όλο το πολιτικό σύστημα εμφανίζεται απενοχοποιημένο. Έχουμε μια Δεξιά που από φιλοαμερικανική γίνεται φιλοευρωπαϊκή και βεβαίως μια Αριστερά που για πρώτη φορά νομιμοποιείται και η οποία μπορεί να διατυπώσει την άποψη, την ιδεολογία της. Και όχι μόνο να τη διατυπώσει αλλά σχεδόν να επιβάλει την αφήγησή της με έναν τρόπο ορμητικό. Αποδομούνται λοιπόν οι μύθοι του παλαιού συστήματος -ενός εθνοκεντρικού και ελληνοκεντρικού συστήματος- και αναδεικνύεται μια νέα αφήγηση. Σε αυτή κυρίαρχος είναι ο λόγος της Αριστεράς. Αποδομείται το παλαιό σύστημα και απομυθοποιείται και αυτό φαίνεται και στην ταινία όταν γράφει ο Πασοκτσής τη λέξη «Αλλαγή» πάνω στη χαρτοπετσέτα, γιατί εμπνέεται από την αποδόμηση των μύθων που κάνει ο ήρωάς μου.