Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 06/05/2023
Υπάρχει η έντονη προεκλογική περίοδος πριν τις βουλευτικές εκλογές, υπάρχει και η αυτοδιοικητική προετοιμασία για εκείνες του Οκτωβρίου, υπάρχει και η «καυτή» πολιτική επικαιρότητα στον Δήμο Αμαρουσίου, με τις οποίες θα μπορούσε να ασχοληθεί η στήλη· ωστόσο, μέσα στην εβδομάδα έγινε κάτι συγκλονιστικό, το οποίο οφείλει άπαντες, τόσο σε επίπεδο Πολιτείας όσο και επίπεδο κοινωνίας, να ανησυχήσει και να προβληματίσει ιδιαίτερα.
Ο λόγος για το τρομακτικό μακελειό στο Βελιγράδι την Τετάρτη 3 Μαΐου, με τον 14χρονο μαθητή να εισβάλλει σε σχολείο και να πυροβολεί κατά ριπάς τη δασκάλα, τον φύλακα και τα παιδιά, με αποτέλεσμα τον θάνατο 8 παιδιών και του φύλακα, αλλά και πολλούς τραυματίες, εκ των οποίων κάποιοι σε κρίσιμη κατάσταση…
Μέχρι την περασμένη Τετάρτη, εμείς της… από δω πλευράς του Ατλαντικού, βλέπαμε με αποτροπιασμό, αλλά και με μια αίσθηση ασφάλειας που απορρέει από τη μη εκτεταμένη οπλοκατοχή στην Ευρώπη και τους αυστηρούς νόμους που διέπουν αυτόν τον τομέα ανά χώρα, τα ανατριχιαστικά mass shooting σε σχολεία των ΗΠΑ, με δράστες κυρίως εφήβους. Δεκάδες επί δεκάδων τα θύματα και οι τραυματίες, σε ένα περιβάλλον που δεν ευνοεί καμία ελπίδα αλλαγής νοοτροπίας ως προς την πρόσβαση και τη χρήση όπλων. Ωστόσο, να που το φαινόμενο διέσχισε τον Ατλαντικό. Με τη χαρακτηριστική καθυστέρηση δεκαετιών μεν, όπως σε κάθε τι που εισάγεται από «απέναντι» στην κουλτούρα μας, θετικό ή αρνητικό. Αλλά ήρθε.
Είναι αδιανόητο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα αυτό που συνέβη στο Βελιγράδι. Ωστόσο, το υπόβαθρο και οι παραστάσεις στη νεανική κουλτούρα έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Η προβολή της βίας μέσω των όπλων και της παρανομίας είναι πιο συχνή από ποτέ, είτε μέσω φτηνής και εύπεπτης μουσικής, είτε μέσω των social media. Και η περίοδος του υποχρεωτικού εγκλεισμού, των αυστηρών περιορισμών, των κοινωνικών διαχωρισμών/διχασμών και της τηλεκπαίδευσης, έχει λειτουργήσει καταλυτικά και ενισχυτικά σε μια γενιά, που στο τέλος της παιδικής της ηλικίας είτε στην αρχή της εφηβείας της, είδε την ορμή και τη δίψα για ζωή που έρχεται φυσιολογικά σε τέτοιες ηλικίες, να κλείνεται σε τέσσερις τοίχους για περίπου δύο χρόνια, υπό καθεστώς και έντονης κοινωνικής πίεσης και ανασφάλειας. Δουλειές χάθηκαν, οικογένειες δοκίμασαν τα όριά τους, κάποιες διαλύθηκαν, τα παιδιά εγκλωβισμένα σε περιβάλλον και συναισθήματα.
Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε και στη χώρα μας και αλλού. Βίαια ξεσπάσματα, ακόμη και θάνατοι, με την ανήλικη βία να αποκτά μεγάλες διαστάσεις. Μέχρι σήμερα, όμως, η κουλτούρα των όπλων, όσο και να εξυμνείται από παραβατικούς που θεωρούν εαυτούς ως «καλλιτέχνες» (είναι γνωστές οι συλλήψεις κάποιων εξ αυτών για οπλοκατοχή τα τελευταία χρόνια), ωστόσο, ευτυχώς, δεν έχει περάσει σε επόμενο επίπεδο. Και είναι ακριβώς η αυστηρή νομοθεσία για την πρόσβαση σε όπλα στην Ευρώπη που παίζει τον καταλυτικό της ρόλο σε αυτό.
Ο 14χρονος στη Σερβία είχε πρόσβαση στο όπλο του πατέρα του. Και ενδεχομένως να κουβαλούσε στον ψυχισμό του κάποιους από τους παράγοντες που αναφέραμε παραπάνω. Μένει να διερευνηθεί το προφίλ του, καθώς συνελήφθη από τις Αρχές. Σε κάθε περίπτωση, το βίαιο περιβάλλον στην ευαίσθητη και επίφοβη, πλέον, ηλικιακή κατηγορία της (προ)εφηβείας οφείλει να μας θορυβήσει. Να προστατεύσουμε κοινωνικά κεκτημένα όπως η άρνηση της οπλοκατοχής ως κοινωνικό μοτίβο και να θωρακίσουμε ακόμη περισσότερο την Παιδεία και την Οικονομία, να μειώσουμε τις κοινωνικές ανισότητες και τη φτώχεια, να ενισχύσουμε τον Πολιτισμό και τον Αθλητισμό εντός του σχολικού περιβάλλοντος.
Αυτά θα έπρεπε και πρέπει να είναι κεντρικά διακυβεύματα για τους πολιτικούς ταγούς μας. Αλλά συζήτηση επ’ αυτών δεν βλέπουμε να γίνεται, δυστυχώς. Και τα σημάδια είναι ανησυχητικά…