Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 18/03/2023
Eνδεχομένως το παρόν κείμενο να ξεκινούσε αλλιώς ή να είχε άλλο θέμα, αν δεν είχα διαβάσει το κείμενο του Άγγελου Πολύδωρου που μπορείτε κι εσείς να διαβάσετε στο φύλλο που κρατάτε στα χέρια σας, στη στήλη «Έπεα Πτερόεντα». Ο καλός συνάδελφος και φίλος αναφέρεται βιβλίο του καθηγητή Σπύρου Σιμσίρογλου «Το ατύχημα. Ένας παραλογισμός αυτοκαταστροφής», με το οποίο ουσιαστικά θέτει στο επίκεντρο της ευθύνης κάποιου ατυχήματος/δυστυχήματος/καταστροφής, τον παράγοντα Άνθρωπο. Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, αλλά εμπιστεύομαι απόλυτα τον Άγγελο για τη σύνοψη που επιχειρεί ως προς το περιεχόμενό του. Κι από αυτά που διαβάζω, εκτιμώ ότι τα συμπεράσματα του καθηγητή βρίσκονται σε ευθεία σχέση με την ατομική ψυχολογία, καθώς συνεκτιμά όλους τους πιθανούς παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν στο λάθος ένα άτομο σε θέση ευθύνης. Είναι προφανές ότι ο Άγγελος Πολύδωρος αναφέρεται στον σταθμάρχη και τον μοιραίο ρόλο του στην ανείπωτη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών.
Ωστόσο, όσο κι αν στοιχειοθετεί ο συγγραφέας του βιβλίου τα ατομικά αίτια που οδηγούν στο ατομικό, ανθρώπινο λάθος, έχω την αίσθηση ότι πρόκειται για μια μονοδιάστατη προσέγγιση. Η ανθρωπότητα είναι… συλλογικό άθλημα. Ο άνθρωπος έχει αναγνωρίσει μέσα στο πέρασμα των χιλιετηριών τις ατέλειές του. Και προσπαθεί να επιβιώσει στον πλανήτη συγκροτώντας κοινωνίες, ψάχνοντας και θέτοντας ασφαλιστικές δικλείδες, νόμους και κανόνες, προκειμένου να μειώνει όσο περισσότερο μπορεί τους κινδύνους που διατρέχει.
Φτάνοντας, λοιπόν, στο 2023 και στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, πριν καταλογίσουμε αβρόχοις ποσί τις βέβαιες ευθύνες ατομικά στον (εκάστοτε) σταθμάρχη, θα πρέπει να αναρωτηθούμε: Η κοινωνία στην οποία ανήκει, κορυφαία έκφανση της οποίας είναι η (εκάστοτε) Πολιτεία, ποιες ασφαλιστικές δικλείδες φρόντισε να έχει, ώστε όχι μόνο να διασφαλίσει ότι ο σταθμάρχης αυτός δεν θα έφτανε σε αυτό το λάθος, αλλά ενδεχομένως ότι δεν θα έπρεπε καν να βρίσκεται σε τέτοιο νευραλγικό πόστο, με χιλιάδες ζωές και πανάκριβα οχήματα να κρέμονται από τα καθήκοντα που του ανατέθηκαν;
Πότε ακριβώς, πέρα από το περίφημο ΑΣΕΠ, φρόντισε η Πολιτεία να γίνονται οι προσλήψεις, ειδικά σε εξαιρετικά νευραλγικά πόστα, μέσω της διαδικασίας επιλογής προσωπικού, η οποία προβλέπει αξιολόγηση, συνέντευξη και διενέργεια ψυχολογικών τεστ από ειδικούς επιστήμονες; Και, φυσικά, ποια είναι η τεχνική υποστήριξη που φρόντισε η Πολιτεία να υπάρχει είτε επί δημοσίου ΟΣΕ είτε επί των Α.Ε. που συστάθηκαν για τη διαχείριση του σιδηροδρομικού δικτύου, ώστε ακόμη κι αν το ανθρώπινο λάθος είναι αναπόφευκτο, να υπάρχει η δυνατότητα άμεσης διόρθωσής του;
Τα τελευταία τρία χρόνια, η ατομική ευθύνη αποτέλεσε το εύκολο «απάγκιο» για γεγονότα που αυτονόητα αποτελούσαν κοινωνική υπόθεση. Από την πανδημία μέχρι τα Τέμπη και ό,τι έχει συμβεί ενδιάμεσα, η Πολιτεία δείχνει και προειδοποιεί με το δάχτυλο τα μέλη της ότι την ευθύνη την έχει κάθε ένας από εμάς μόνος του. Και η ίδια η Πολιτεία σπεύδει να απεκδυθεί των ευθυνών της, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο ποσοστό τους. Όμως, μια τέτοια προσέγγιση δεν συνάδει καν με το δημοκρατικό πνεύμα.
Η δημοκρατία γεννήθηκε ουσιαστικά στις αθηναϊκές τριήρεις, όταν οι του καταστρώματος συνειδητοποίησαν ότι οι αποφάσεις που έπρεπε να πάρουν εξαρτώνται ευθέως από αυτούς που τραβάνε το κουπί και ότι για να πάει το πλοίο μπροστά, όσο κι αν υπάρχει διαχωρισμός καθηκόντων ή «τάξεων», δεν πρέπει να υπάρχει διαχωρισμός ευθυνών, αφού ο ένας εξαρτάται από τον άλλον. Αν αυτή την πεμπτουσία της δημοκρατίας και της συλλογικότητας δεν την είχαμε αφήσει να φθείρει στη συνείδηση και τη μνήμη μας, τότε ίσως όλα να ήταν διαφορετικά. Και η ατομική ευθύνη να είχε την πραγματική της θέση στην πορεία μας: Της συνειδητής συμμετοχής στα κοινά με αίσθημα συνέπειας, συνεισφοράς και δημιουργικότητας στο κοινωνικό σύνολο. Όχι του αποδιοπομπαίου τράγου και της «κολυμβήθρας του Σιλωάμ», όπως χρησιμοποιείται σήμερα από όσους άρχουν της Πολιτείας μας.