Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 15/03/2025
Η εκδημία του πρώην δημάρχου Αμαρουσίου Χρήστου Βλάχου αποτέλεσε, εκτός των άλλων, ένα έναυσμα για μια αναδρομή στη σύγχρονη ιστορία της πόλης. Ο θάνατός του δεν σκόρπισε μόνο θλίψη στην τοπική αυτοδιοικητική σκηνή και κοινωνία, αλλά συνάμα έφερε στις μνήμες των μεγαλύτερων σε ηλικία μια πραγματικότητα για το Μαρούσι που φαντάζει συνάμα μακρινή όσο και κοντινή. Όταν πριν από περίπου 35 με 40 χρόνια η πόλη διατηρούσε ακόμη τον προαστιακό της χαρακτήρα, ωστόσο, όπως οι περισσότερες περιοχές των Αθηνών, ήταν υποχρεωμένη να ακολουθήσει τις εξελίξεις, να συμβαδίσει με τα νέα δεδομένα και ανάγκες του πληθυσμού. Για καλύτερες υποδομές, για δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, για ασφαλτοστρωμένους δρόμους, για οδοφωτισμό, για αποτελεσματικότερη αποκομιδή των απορριμμάτων, για εντάξεις περιοχών στο σχέδιο πόλης κ.ά. Άλλωστε τότε η ιδέα των «δημοτικών επιχειρήσεων» ή των ΝΠΔΔ που θα άνοιγαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 δρόμους για επέκταση των δραστηριοτήτων και έργων των Δήμων που όλοι γνωρίζουμε σήμερα, φάνταζε εκείνη την εποχή ως ουτοπία.
Ο Χρήστος Βλάχος, κατά κοινή ομολογία όλου του αυτοδιοικητικού φάσματος του Αμαρουσίου, μπόρεσε να ανταποκριθεί σε σημαντικό βαθμό σε αυτές τις ανάγκες και προκλήσεις του καιρού του. Δίχως να το γνωρίζει ασφαλώς, προετοίμασε την πόλη ώστε να μη βρεθεί εντελώς απροετοίμαστη στο «χαοτικό» αναπτυξιακό μοντέλο που ξεκίνησε δειλά από τα μέσα του ’90 και «εξερράγη» στις αρχές του 2000 λόγω και των Ολυμπιακών Αγώνων, με αρκετές θετικές αλλά και πολλές αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής μιας πόλης που, εκτός των άλλων, ήταν και αυτή μια από εκείνες που υποδέχθηκαν το κύμα «εσωτερικής αστικής μετανάστευσης», με συνέπεια να αυξηθούν ο πληθυσμός, τα αυτοκίνητα και τα μεγάλα κτήρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι για πολλά χρόνια, σε πολλές περιοχές ακόμη και σήμερα, ήταν οι υποδομές που μπόρεσαν να φτιαχτούν μέχρι στις αρχές του ’90 που υποδέχθηκαν αυτή τη μεταβολή, σε σημείο που άνετα μπορεί κάποιος να σκεφτεί «ευτυχώς που υπήρξαν και αυτές». Διότι ας μην κρυβόμαστε: Το Μαρούσι προσπαθεί να φερθεί ως μεγάλο μητροπολιτικό κέντρο με δρόμους και υποδομές ενός συνήθους προαστίου μιας άλλης εποχής και άλλων απαιτήσεων. Ως εκ τούτου, το έργο του Χρήστου Βλάχου λαμβάνει εξ ορισμού θετικό πρόσημο, καθώς αφουγκράστηκε τις εξελίξεις που πλησίαζαν και ξεκίνησε σταδιακά την προσαρμογή της πόλης σε αυτές.
Πλέον, το Μαρούσι του 2025 προσπαθεί να «πατήσει σε δύο βάρκες». Από τη μια να διατηρήσει όσο και όπου αυτό είναι εφικτό την προαστιακή του ταυτότητα. Από την άλλη να ζει την καθημερινότητά του μέσα σε μεγάλα γυάλινα κτήρια, σε βιοκλιματικά γραφεία μεγάλης έκτασης, σε τεράστια εμπορικά κέντρα, υπουργεία και φορτωμένους κεντρικούς οδικούς άξονες, προσπαθώντας όπου παρουσιάζονται προβλήματα να τα αντιμετωπίσει, άλλες φορές επιτυχώς άλλες όχι.
Με 35 χρόνια να έχουν περάσει από την παράδοση της σκυτάλης από τον Χρήστο Βλάχο στους διαδόχους του στο «τιμόνι» της πόλης, αυτή η εσωτερική πάλη και η εύθραυστη ισορροπία εξακολουθεί να αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση τόσο για την αυτοδιοικητική σκηνή όσο και για την τοπική κοινωνία. Και η ζωή συνεχίζεται…