Ο τελευταίος μήνας του χρόνου, εκτός από λαμπιόνια, γιρλάντες, φωτάκια και δώρα, περιλαμβάνει και μια σειρά από… λυπητερές, που έρχονται να χαλάσουν το κλίμα σε κάθε νοικοκυριό.
Κάνοντας ότι προσπαθούμε όλοι να ξεχάσουμε τα τέλη κυκλοφορίας που έρχονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή να ψαλιδίσουν το χριστουγεννιάτικο δώρο, κάποια άλλα τέλη είναι αυτά που προκαλούν εντάσεις και υψηλούς τόνους στα δημοτικά συμβούλια. Τα τέλη Καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού είναι ένα βαθύ «αγκάθι» για κάθε διοίκηση, αλλά πολύ περισσότερο, ένα βαρίδι στις τσέπες των νοικοκυριών.
Έως αυτή την ώρα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων και αυτές αμφισβητήσιμες, σχεδόν όλες οι δημοτικές Αρχές προχωρούν σε μικρές ή μεγαλύτερες αυξήσεις των δημοτικών τελών, επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Επικαλούμενοι σχεδόν τις ίδιες αιτιάσεις, που έχουν να κάνουν με το υψηλό κόστος ενέργειας και τελών ταφής, οι Δήμοι, ένας μετά τον άλλο, ανεβάζουν τα τέλη στις πόλεις που, ας είμαστε ρεαλιστές, δεν είναι ότι έχουν κάποια θεαματική αλλαγή στην εικόνα τους σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Να το κάνουμε πιο ξεκάθαρο: Ο δημότης πληρώνει. Και πληρώνει ακριβά μια υπηρεσία που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητη. Εκτός, δηλαδή, αν υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι υπάρχει επιλογή του να μην μαζέψει κάποιος Δήμος τα σκουπίδια στις γειτονιές. Όταν, λοιπόν, έχεις πληρώσει για μια υπηρεσία, η ελάχιστη απαίτηση που έχεις, είναι αυτή να εκτελείται.
Και εδώ είναι το μεγάλο ερώτημα: Είναι οι πόλεις μας καθαρές; Είναι οι δρόμοι μας φωτεινοί; Δεν θέλω να είμαι αφοριστικός και να πω πως όλα είναι μπάχαλο. Δουλειά γίνεται. Και σε πολλές περιπτώσεις γίνεται με καλό βαθμό. Όμως, αυτό δεν φτάνει. Δεν μιλάμε για κάτι ανούσιο. Μιλάμε για την υγεία και την ασφάλεια. Αυτά πρέπει να βρίσκονται πάντα στον μέγιστο βαθμό και χωρίς εκπτώσεις. Δεν υπάρχει δικαιολογία «έχουμε έξοδα, δεν βγάζουμε συνεργεία το Σαββατοκύριακο να μαζέψουν τα σκουπίδια, για να τα φέρουμε ίσα βάρκα ίσα νερά». Αντιλαμβάνομαι πλήρως τη δυσκολία των διοικήσεων, αλλά γι΄ αυτό επέλεξαν να βρεθούν σε αυτή τη θέση. Επειδή (θεωρούν πως) έχουν την ικανότητα να βρίσκουν λύσεις σε τέτοια ζητήματα. Επίσης, όταν ο δημότης έχει πληρώσει την προηγούμενη χρονιά υψηλά τέλη καθαριότητας, δεν τον αφορά αν υπάρχουν δυσκολίες στην εκτέλεση των υποχρεώσεων.
Δεν μου αρέσει να το θέτω έτσι, αλλά, στην πράξη έτσι είναι και, μεταξύ μας, αν δεν το κάνουμε, θα χάσουμε πολλά περισσότερα. Όταν υπάρχει οικονομική συναλλαγή, όταν υπάρχει οικονομική υποχρέωση ενός μέρους προς ένα άλλο, αυτό αναλαμβάνει και κάποιες ευθύνες. Αυτές πρέπει να εκπληρώνονται στο ακέραιο, χωρίς «ναι μεν» και «αλλά». Οι δημότες πληρώνουν και πλέον έχουν απαιτήσεις. Αν δεν εκπληρωθούν, δεν τους αφορά το πώς και το γιατί. Τους αφορά μόνο ότι πλήρωσαν για μια υπηρεσία που δεν έλαβαν. Και γι’ αυτό θα πρέπει να αποζημιωθούν. Ας το έχουμε κι αυτό υπόψη.
Σε μια πόλη που τα δημοτικά τέλη έχουν διπλασιαστεί μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η ευθύνη πλέον πέφτει στην δημοτική Αρχή να αποδείξει ότι τα χρήματα των δημοτών θα πιάσουν τόπο.
Αν το κεντρικό Κράτος δεν είναι βοηθός, αλλά αποτελεί εμπόδιο, είναι ευθύνη των δημάρχων να το σταματήσουν. Όπως εύκολα αποφασίζουν όλοι μαζί να σταθούν απέναντι στις ανάγκες των δημοτών και να καταφύγουν την εύκολη λύση να τους αυξήσουν τις υποχρεώσεις τους για υπηρεσίες που τους προσφέρονται, έχουν ηθική υποχρέωση να σταθούν απέναντι, έστω κι αν προέρχονται από την ίδια κομματική αφετηρία και να διεκδικήσουν. Σθεναρά και με πυγμή.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, απλώς θα ζούμε σε άλλη μία διάσταση, όπου τη ζημιά θα την πληρώνουν αυτοί που δεν πρέπει. Και τέτοιες γιορτινές μέρες, δεν είναι να πληρώνουμε παραπάνω ζημιές.






































































































