Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μετατροπή κάποιου σχολείου σε «Πρότυπο» ή «Πειραματικό» συνιστά αναβάθμισή του σε εκπαιδευτικό, παιδαγωγικό και λειτουργικό επίπεδο. Στη χώρα μας, όμως, γίνεται με τον ενδεδειγμένο τρόπο;
Η περίπτωση των ιστορικών 1ου Γυμνασίου – 1ου Λυκείου του Αμαρουσίου είναι η πλέον ενδεικτική. Όπως και στην περίπτωση της Δίχρονης Υποχρεωτικής Προσχολικής Εκπαίδευσης (επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) που τα πάντα έγιναν ξαφνικά, δίχως διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα, πρόχειρα και με τεράστια προβλήματα και καθυστερήσεις, με χιλιάδες νήπια να στεγάζονται πλέον σε κοντέινερ, έτσι και στην περίπτωση της μετατροπής σχολείων σε «Πειραματικά», επί κυβέρνησης ΝΔ αυτή τη φορά, η διαδικασία ήταν ακριβώς η ίδια. Δίχως διάλογο, δίχως ενημέρωση, δίχως μέριμνα για την τύχη των παιδιών που θα αναγκαστούν να αλλάξουν στα καλά καθούμενα σχολικό περιβάλλον, δίχως να υπολογίζεται ο οικογενειακός προγραμματισμός εκατοντάδων οικογενειών.
Το μεγάλο πρόβλημα και στις δύο περιπτώσεις, είναι ότι η άμεσα ενδιαφερόμενη, η Τοπική Αυτοδιοίκηση δηλαδή, η οποία μάλιστα έχει επωμιστεί την αρμοδιότητα των σχολείων, βρίσκεται σε ρόλο «κομπάρσου», να αιφνιδιάζεται και να ακολουθεί τις εξελίξεις ή να μην έχει καμία βαρύτητα οποιαδήποτε πρωτοβουλία της. Θυμάμαι δηλαδή τον πρώην δήμαρχο Αμαρουσίου Γιώργο Πατούλη να αρνείται να εφαρμόσει τη Δίχρονη Προσχολική Εκπαίδευση, με έντονο το αντιπολιτευτικό στοιχείο στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τότε. Και το μόνο που κατάφερε είναι να πάρει παράταση με μερικούς ακόμη Δήμους για έναν χρόνο και τελικά ο Δήμος Αμαρουσίου να τρέχει και να μη φτάνει μέχρι την τελευταία στιγμή.
Στην τωρινή περίπτωση των «Πειραματικών» σχολείων στο Μαρούσι, ο Δήμος δεν σηκώνει «μπαϊράκι», περιορίζεται σε επιστολές και επαφές με την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, ουσιαστικά δηλώνει ότι δεν έχει την αρμοδιότητα ή τη δυνατότητα να αλλάξει τον ρου των πραγμάτων και περιορίζεται στο να βρει τρόπους όσο το δυνατόν ορθότερης και πιο πρακτικής κατανομής των μαθητών του συγκεκριμένου σχολικού συγκροτήματος σε άλλα σχολεία της περιοχής.
Το γεγονός ότι άπαντες, από τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των εκπαιδευτικών μέχρι τους γονείς και τις δημοτικές παρατάξεις, αναγνωρίζουν ότι η μετατροπή των σχολείων σε «Πειραματικά» συνιστά αναβάθμιση, είναι δεδομένο και προκύπτει από τις δημόσιες τοποθετήσεις τους. Όπως δεδομένο είναι, όμως, το γεγονός ότι όλοι τους βρέθηκαν εκτός διαλόγου και πληροφόρησης από το Υπουργείο για μια ακόμη φορά. Με αποτέλεσμα μια μεγάλη αναστάτωση, τον προβληματισμό και την ανησυχία για το μέλλον.