Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Στις 11:30 της Τετάρτης 7 Οκτωβρίου 2020, η Δικαιοσύνη μίλησε. Σε αυτή την ιστορική ημέρα όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλον τον πλανήτη (δίχως ίχνος υπερβολής), στην ήδη εξίσου ιστορική φωτογραφία της Μάγδας Φύσσα δίπλα, εγώ βλέπω πάνω απ’ όλα μια χαροκαμένη μάνα, πριν οτιδήποτε άλλο. Η οποία τώρα, μετά από 7 χρόνια Οδύσσειας, μετά την αυθόρμητη κραυγή της δικαίωσης, όταν τα φώτα σβήσουν, θα κληθεί να ζήσει με την άδικη απώλεια του παιδιού της από μια εγκληματική οργάνωση που καλυπτόταν με κομματικό μανδύα, μέχρι να κλείσει τα μάτια της.
Μόνο που σε αυτή την περίπτωση, κουβαλάει μαζί της τη μεγαλύτερη παρηγοριά του κόσμου (αν μπορεί να υπάρξει τέτοια για έναν γονιό που θάβει το παιδί του): Ότι ο θάνατος του γιου της άλλαξε τον ρου μιας «μαύρης» ιστορίας και έδωσε ελπίδα για το αύριο. Ο χαμός του εξελίχθηκε σε θυσία. Σε μια θυσία που έσωσε όλους μας από τα χειρότερα. Από εκείνο το εφιαλτικό κοινοβουλευτικό 7% που το βλέπαμε να αυξάνεται ταχύτατα, με όχημα μια κοινωνία κουρασμένη από τα χρόνια πολιτικά και οικονομικά αδιέξοδα. Η οποία αντιδρώντας σπασμωδικά, δίχως σύνεση, επέλεξε να πυροβολήσει τα ίδια της τα πόδια, ανασύροντας από τις σκιές της ιστορίας εκείνους που επέλεξαν να ανήκουν στις πιο σκοτεινές σελίδες της.
Η ετυμηγορία των δικαστών την ιστορική Τετάρτη 7 Οκτωβρίου έγινε δεκτή με μια ιστορική κραυγή χαράς και ικανοποίησης από τους χιλιάδες διαδηλωτές έξω από το Εφετείο Αθηνών, αλλά και με τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας σε απόλυτη συμφωνία. Τα επεισόδια που ακολούθησαν δεν αμαυρώνουν σε τίποτα τη λάμψη της ημέρας αυτής. Ούτε η ανησυχία για ενδεχόμενη εξάπλωση της πανδημίας θα μπορούσε να σκεπάσει αυτή την κομβική ημέρα, η οποία εξέπεμψε στον πλανήτη ένα φωτεινό μήνυμα δημοκρατίας και μηδενικής ανοχής σε όσους την επιβουλεύονται ή την μισούν.
Όμως… Υπάρχει πάντα και αυτό το «όμως». Και έχει να κάνει με τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» και αν το μήνυμα το αποκωδικοποιούν σε όλη του τη διάσταση. Που επιτέλους θα πρέπει να κάνουν τη βαθιά αυτοκριτική τους και να στραφούν στην κοινωνία. Για να γεμίσουν, ως οφείλουν από τον συνταγματικό τους ρόλο, τα μεγάλα κενά που έχουν δημιουργήσει και τα οποία έσπευσαν να καλύψουν οι διευθυντές μιας εγκληματικής οργάνωσης και όσοι τους ακολούθησαν σε αυτή.
Η Πολιτεία και η κοινωνία μας θέλουν πολλή δουλειά για να αποτινάξουν οριστικά αυτή την «κηλίδα» και οφείλουν να οικοδομήσουν τη σχέση τους από την αρχή. Όχι σε σαθρά θεμέλια σπατάλης, ευνοιοκρατίας, αδιαφάνειας, χειραγώγησης, κομματικής σκοπιμότητας και διεύρυνσης των ανισοτήτων. Αλλά στο πλαίσιο του αλληλοσεβασμού, του διαλόγου, της κοινωνικής ισότητας, της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης, του τρίπτυχου διαφάνεια – αξιοπιστία – εμπιστοσύνη, της Παιδείας, της καθαρής δύναμης των συνταγματικών θεσμών, της ορθότητας και ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Διαφορετικά, οι σκιές μπορεί να κρύβουν κι άλλους «σπόρους των ηττημένων του 1945». Να μην το ξεχάσουμε ποτέ αυτό.
Υ.Γ. Όταν η Δημοκρατία λάμπει, συνθήματα όπως το «φασίστες κουφάλες έρχονται κρεμάλες» δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων, ακόμη και ως συμβολικά. Όταν η Δημοκρατία νικάει δεν το κάνει ως εκδίκηση. Αλλά ως προστασία της ίδιας και των πολιτών που πιστεύουν σε αυτή.