Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Η φράση του τίτλου ανήκει στον γ.γ. του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα, την οποία ανέφερε κατά την επικήδεια ομιλία του μπροστά από το φέρετρο του Μίκη Θεοδωράκη, ένα από τα ελάχιστα που έχουν την τιμή να «ακουμπά επάνω τους η Ελλάδα», όπως απήγγειλε ο Άγγελος Σικελιανός στην κηδεία του Κωστή Παλαμά το 1943, εν μέσω της γερμανικής κατοχής.
Ανάμεσα στους συγκινητικούς επικήδειους που ακούσαμε την Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου, πριν ο μεγάλος Έλληνας ταφεί εκεί όπου ο ίδιος επιθυμούσε, ξεχώρισα αυτή τη συγκεκριμένη φράση, επειδή απέδωσε άψογα αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στο εγχώριο και διεθνές καλλιτεχνικό και πνευματικό στερέωμα.
Βρισκόμαστε σε μια εποχή, η οποία -ηλικιακά ή για άλλους λόγους- φέρνει το «φευγιό» δεκάδων προσωπικοτήτων, που με τη ζωή και το έργο τους σημάδεψαν το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας στα γράμματα, στη μουσική, στον κινηματογράφο, στο θέατρο, στη ζωγραφική. Άνθρωποι που μεταπολεμικά, όταν η ανθρωπότητα έψαχνε τους δρόμους που θα την οδηγούσαν στην ελευθερία του πνεύματος και του σώματος, σε νέους κόσμους, σε ανώτερες ιδέες, έννοιες και οραματισμούς, μακριά από τον σκοταδισμό, τον ολοκληρωτισμό, την ανέχεια, την εκμετάλλευση και την καταπίεση του ανθρώπου από άνθρωπο, εκείνοι αποτέλεσαν τον φάρο της.
Τα τελευταία χρόνια είναι πανθομολογούμενο το κενό που έχει προκύψει: Πολιτιστική ένδεια, φθορά των ιδεών και της ποιότητας της ψυχαγωγίας, έλλειψη πρωτότυπης δημιουργίας και διαρκές «αναμάσημα» των μεγάλων έργων. Τα φαινόμενα σκοταδισμού έχουν πληθύνει, η αμάθεια ή ημιμάθεια έχουν με αλαζονικό τρόπο κυριαρχήσει με τη βοήθεια των κοινωνικών δικτύων, η πρόσβαση στο ευρύ κοινό καλλιτεχνών με ιδέες, όραμα και δημιουργικό οίστρο έχει περιοριστεί, είτε λόγω ελλιπούς ενημέρωσης είτε λόγω του χάους της υπερπληροφόρησης είτε επειδή οι πόρτες είναι πλέον ανοιχτές μόνο στο εφήμερο κέρδος.
Οι μεγάλοι, όμως, δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη… Ρίχνουν στη μάχη το έσχατο όπλο, το οποίο, μέσα στην τρομερή του όψη, μόνο εκείνοι μπορούν να το χειριστούν:
Τον θάνατο.
Η απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη είναι η τελευταία στη σειρά εκείνων των θανάτων μεγάλων δημιουργών που ο θόρυβός τους είναι τόσο μεγάλος, ώστε οι παλαιότεροι να επισκέπτονται ξανά το έργο τους, να το αναθερμαίνουν στις καρδιές τους και αρκετοί νέοι να αποκτούν για πρώτη φορά την περιέργεια να εξερευνήσουν τον θαυμαστό κόσμο τους.
Ο θάνατος των μεγάλων του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα μπορεί να «γονιμοποιήσει το μέλλον», σε καιρούς που η πνευματική «στείρωση» απειλεί με κοινωνίες δυστοπικές, με τα κατώτερα ένστικτα να επικρατούν. Αρκεί η φλόγα του ανθρωπισμού να παραμείνει ζωντανή. Και, ποιος ξέρει, ίσως έτσι οι καμπάνες να σημάνουν όπου να ’ναι, για να αρχίσει μες στις καρδιές το πανηγύρι…