Η 5η Ιουλίου και όλα όσα -πολλά και πυκνά- την ακολούθησαν, αναμφίβολα θα μείνουν στην ιστορία για λόγους μεγαλειώδεις όσο και για το ακριβώς αντίθετο: για λόγους χαρακτηριστικά ευτελείς -μια αντίθεση τόσο έντονη, που παραπέμπει σε μοτίβα αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Το κείμενο που ακολουθεί επιχειρεί έναν πρώτο απολογισμό στην τομή πολιτικής ανάλυσης και χρονογραφήματος: καταθέτει σκέψεις και πρώτα συμπεράσματα (που γράφονται «εν θερμώ»), όμως το κάνει με τρόπο πικρά χιουμοριστικό και ενίοτε δηκτικά επικριτικό. Ο υπότιτλός του -«οξύμωρο αφήγημα»- προκύπτει από το ίδιο το θέμα (το «μύθο») καθώς και τις πράξεις των βασικών δρώντων (από το «ήθος» και τη «διάνοιά» τους, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης στην «Ποιητική»). Αφηγείται πώς η ατυχής διαχείριση μιας ολοκληρωτικής νίκης μπορεί να οδηγήσει σε ήττα.
Η μεγαλειώδης νίκη…
Οι καταιγιστικές εξελίξεις των ημερών (που όσο περνούν οι ώρες γίνονται όλο και πιο ραγδαίες) δεν πρέπει, καταρχάς, να επισκιάσουν το τεράστιο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Το 61,3% υπέρ του «ΟΧΙ» που σημειώθηκε είναι εκκωφαντικό, όχι μόνο λόγω του ονομαστικού αριθμητικού του μεγέθους, αλλά κυρίως διότι επήλθε σε συνθήκες απολύτως πρωτοφανείς. Εναντίον του συστρατεύτηκε ολόκληρο το παλαιό πολιτικό προσωπικό, η Ε.Ε. των «εταίρων» (με αλλεπάλληλες επίσημες δηλώσεις και απειλές), καθώς και το εγχώριο μιντιακό σύστημα που εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία χειραγώγησης. Ο πιο σοβαρός παράγοντας ήταν βέβαια ότι το δημοψήφισμα έγινε με τις τράπεζες κλειστές. Ο λαός ψήφισε κυριολεκτικά με το πιστόλι στον κρόταφο, σε συνθήκες όχι μόνο συμβολικής αλλά και πραγματικής τρομοκρατίας.
Ενόσω διαρκούσε η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, με τα ποσοστά του «ΟΧΙ» να αυξάνουν παράλληλα με την αύξηση της συμμετοχής, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έκαναν πως δεν καταλαβαίνουν -τι άλλο, άλλωστε, θα μπορούσαν να κάνουν; Ο ένας μετά τον άλλο, οι εκπρόσωποί τους άρχισαν να προβαίνουν σε δηλώσεις που, αν κάποιος δεν είχε παρακολουθήσει τα αποτελέσματα, εύλογα θα έβγαζε το συμπέρασμα ότι νικητής ήταν το «ΝΑΙ». Απηχώντας το κραυγαλέο παράδοξο, ένας δημοσιογραφικός ιστότοπος ανάρτησε στις 22.22 τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Αποτελέσματα δημοψηφίσματος 2015: Καμίνης και Μπουτάρης πανηγυρίζουν για το… «ΟΧΙ!»».*
Όσο κι αν απείχαν -καταφανώς και παρασάγγας- από την πραγματικότητα, ανασύρθηκαν επίσης με αμήχανη επίταση όλα τα προεκλογικά μοτίβα: ο διχασμός(ως σχόλιο σε ένα αποτέλεσμα 61,3% – 38,7%!)· ο κίνδυνος απώλειας της «Ευρωπαϊκής ταυτότητας» (παρά το κύμα υποστήριξης στο «ΟΧΙ» από κινήματα και διανοούμενους σε ολόκληρη την Ευρώπη)· η «απειλή του λαϊκισμού» -προπαντός από τον πολιτικό χώρο που θεωρεί ως λαϊκισμό κάθε αντίσταση στην κυριαρχία ενώ ενέχεται ο ίδιος στην κατεξοχήν λαϊκιστική πρακτική να αποδίδει την ευθύνη για όλα τα δεινά στους αδύνατους. Στον ίδιο δρόμο έσπευσε σε πρώτο χρόνο να κινηθεί και η μείζων αντιπολίτευση, όμως στη δική της περίπτωση η πραγματικότητα επιβλήθηκε δια της τεθλασμένης. Πώς να κρυφτεί από τους δελφίνους του κόμματος και την ελίτ που προνομιακά εκπροσωπεί ο ηττημένος της αρχηγός; Εδώ τα φληναφήματα και οι λογικές ακροβασίες που διέστρεφαν την πραγματικότητα κάνοντας το «άσπρο – μαύρο» δεν ήταν δυνατόν να πιάσουν, και κάτι έπρεπε να γίνει: «Ο νοών νοήτων!» [sic] κραύγασε στα μικρόφωνα με πατριωτική έξαρση ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ (και πρέπει εδώ να τον ευχαριστήσουμε διότι μερίμνησε να μην πει «α-νοήτων»), ενώ λίγο πριν είχε γίνει γνωστό πως η κ. Μπακογιάννη είχε ήδη κάνει τη δική της κίνηση. Ο αρχηγός της «ευθύνης» δεν είχε πλέον μέλλον.
Η παραίτηση Σαμαρά πέρασε σχεδόν στα ψιλά. Καθώς όμως αποτελεί πραγματικό συμβάν που δεν επιδέχεται καμιά παρερμηνεία (ο Σαμαράς παραιτήθηκε συντετριμμένος, και τέλος…), αποκαλύπτει γλαφυρά και το νόημα του αποτελέσματος, κάνοντάς το φανερό ακόμα και σε όποιον δε θέλει να το δει. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τη συντριπτική απόρριψη όχι μόνο της λιτότητας αλλά και όλων των επιχειρημάτων και των εκβιαστικών πρακτικών που χρησιμοποιήθηκαν από την κυρίαρχη ομάδα της ΝΔ προκειμένου να τρομοκρατηθεί ο ελληνικός λαός. Υπό την άοκνη επεξεργασία των ΜΜΕ, τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν βέβαια πολλά και ευφάνταστα, όλα όμως μπορούν να υπαχθούν σε ένα βασικό αφήγημα που ρητά ή υπόρρητα στοιχειώνει τις μέρες μας ως η κυρίαρχη ιδεοληψία. Γενικά μιλώντας, θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε ως εξής: «Λιτότητα ή όχι, συμβιβαστείτε όσο πιο γρήγορα γίνεται· πάρτε μια συμφωνία όποια κι αν είναι, διότι όσο καθυστερείτε, τόσο περισσότερο θυμώνουν οι εταίροι, με κίνδυνο η χώρα να υποχρεωθεί να βγει από την ευρωζώνη». Στη λογική αυτή προσχώρησαν βέβαια και όλοι οι υπόλοιποι (με την εξαίρεση του ΚΚΕ -που, έχοντας πολεμήσει με κάθε τρόπο το «ΟΧΙ» και την ταξική κινητοποίηση που ο αγώνας για την επικράτησή του προκάλεσε, τοποθετήθηκε λέγοντας πως η συζήτηση για την ευρωζώνη παρέλκει αν προηγουμένως δεν έχει πλήρως επικρατήσει ο σοσιαλισμός), όμως την «καυτή πατάτα» της αναμέτρησης με την πρακτική αποτελεσματικότητα του παραπάνω αφηγήματος δεν την κρατούσε ούτε το παλαιό πολιτικό προσωπικό του «εκσυγχρονισμού», ούτε οι νεόκοποι αρχηγοί των άλλων κομμάτων με τους παρατρεχάμενους δημοτικούς ηγετίσκους της επιρροής τους, ούτε η εκκλησία, ούτε οι αγωνιούσες πατριωτικές προσωπικότητες του πνεύματος, του αθλητισμού και του πενταγράμμου· την κρατούσε η ηγεσία Σαμαρά. Με το που ο λαός γύρισε την πλάτη του στο αφήγημα, άλλο δρόμο δεν είχε ο Σαμαράς από το να αποχωρήσει, έστω «με ένα ψωροπερήφανο ταρατατζούμ».
Αναμενόμενο ήταν βέβαια η αποχώρηση να επιχειρηθεί εντός του κυρίαρχου αφηγήματος. Όπως και προηγουμένως επισημάνθηκε, όλες οι ανακοινώσεις υπονοούσαν ότι νικητής ήταν το «ΝΑΙ» -τονίζοντας ότι το νόημα της ετυμηγορίας ήταν η απόφαση του ελληνικού λαού να παραμείνει με κάθε κόστος εντός της ευρωζώνης. Εντυπωσιάζει ίσως εδώ ότι κανείς δημοσιογράφος δε σκέφτηκε να ρωτήσει το πανικόβλητο μνημονιακό προσωπικό για τη χτυπητή αναστροφή του επιχειρήματος που με όλους τους τόνους επαναλάμβανε καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου: ότι δηλαδή το δημοψήφισμα ήταν στην πραγματικότητα περί του αν η Ελλάδα θα παρέμενε ή όχι στην ευρωζώνη. (Όπως έγραψε και ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου, «οι εχθροί μας, ξένοι και εγχώριοι, μας γάνωσαν τ’ αυτιά επί οκτώ μέρες ότι θα ψηφίζαμε «ναι ή όχι» στο ευρώ. Ας το λουστούν τώρα!»**) Όμως τις πρώτες ώρες μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος, όλα αυτά λίγη σημασία φαίνονταν να έχουν. Το σημείο έχει ήδη αναπτυχθεί, αλλά για να μη μας διαφύγει αξίζει να το επαναλάβουμε: όλα τα μνημονιακά κόμματα συνασπισμένα, όλες οι γιγάντιες πνευματικές προσωπικότητες που «αγωνιούν για την Ελλάδα» και τα συντρέχουν, όλα ανεξαιρέτως τα συστημικά ΜΜΕ που πάντα θέτουν τα «καίρια ερωτήματα», όλοι οι δαιμόνιοι επιχειρηματίες της ανασφάλιστης -όχι σπάνια και απλήρωτης- εργασίας (που σε έναν άκαρδο κόσμο κατασκευάζουν οι ίδιοι κίνητρα για να επενδύσουν), όλοι οι υπερεθνικοί θεσμοί που προωθούν το θεάρεστο όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης -όλοι αυτοί είχαν μαζευτεί απειλώντας το εκλογικό σώμα με πείνα, και είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν κάτι λίγο παρακάτω από 39%!
Μετά και την ανεπανάληπτη συγκέντρωση του Συντάγματος της 3ης Ιουλίου, ο κόσμος είχε βγει στους δρόμους και πανηγύριζε, γνωρίζοντας πάρα πολύ καλά το πραγματικό νόημα της ετυμηγορίας του: Με κάθε θυσία όχι στη λιτότητα (κι ας ήταν οι τράπεζες κλειστές)! Ούτε βήμα πίσω! Το ίδιο έλεγαν οι εκατοντάδες αλληλέγγυοι που είχαν καταφθάσει στην Αθήνα -Standing together against austerity!- κι ακόμα περισσότερο, όλοι όσοι είχαν σπεύσει με διαδηλώσεις και άλλες δράσεις να συμπαρασταθούν στην ελληνική αντίσταση σε πάνω από 200 πόλεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ήταν μια μετωπική σύγκρουση και οι κυρίαρχες δυνάμεις ηττήθηκαν κατά κράτος. Ήταν μια ώρα που κάποιοι από τους εκπροσώπους του νεοφιλελεύθερου σκεπτικού (προπάντων αυτός που έκλαψε μπροστά στις ελβετικές κάμερες) χρειάζονταν βοήθεια από ειδικούς, ενώ άλλοι (πιο «ψημένοι» και ψύχραιμοι) δήλωναν πως πρόκειται πραγματικά για συντριβή.