«Ένα βιβλίο είναι μια ιστορία για το μυαλό. Ένα τραγούδι είναι μια ιστορία για την ψυχή», είχε πει εύστοχα ο Αμερικανός ηθοποιός Eric Pio. Η σημερινή μας καλεσμένη έχει πολλές ιστορίες για την ψυχή να διηγηθεί.
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης – Φωτογραφία: Γιώργος Καλφαμανώλης
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος την χαρακτήρισε «καλλικέλαδον αηδόνι του γένους». Ο δήμαρχος της Ιερουσαλήμ το 1994 της παρέδωσε το χρυσό κλειδί της πόλης, καθώς θεωρείται μια από τις πιο δημοφιλείς τραγουδίστριες στο Ισραήλ. Δυο από τις δισκογραφικές της δουλειές κοσμούν τη λίστα με τους 5 πιο ευπώλητους δίσκους όλων των εποχών στην Ελλάδα.
Τρεις σοβαροί λόγοι για τους οποίους μπορεί να υπερηφανεύεται ότι τα κατάφερε καλά σε μια γεμάτη από όμορφα τραγούδια καριέρα. Ανάμεσά τους, δεκάδες τραγούδια της μουσικής μας παράδοσης (σμυρνέικα, ρεμπέτικα, δημοτικά) που η ίδια «διέσωσε» και διέδωσε στις επόμενες γενιές. Λίγες ημέρες πριν ανέβει στη σκηνή του Αίθριου Θεάτρου του Αμαρουσίου για μια και μοναδική συναυλία (Πέμπτη 19 Ιουλίου) η Γλυκερία κάνει μια αναδρομή σε μια σπουδαία πορεία, μιλώντας στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ.
Τι θα ακούσουμε στη συναυλία σας την ερχόμενη Πέμπτη;
Θα ακούσετε τραγούδια από την τελευταία δισκογραφική μου δουλειά με τίτλο «Ακολούθησα ένα αστέρι», παλαιότερα τραγούδια μου που έχουν αγαπηθεί από τον κόσμο και άλλα που αφορούν στην παράδοσή μας. Δημοτικά, Μικρασιάτικα, Σμυρνέικα … Μαζί μου σε όλη τη φετινή καλοκαιρινή περιοδεία είναι ένας εξαιρετικός νέος τραγουδιστής, ο Βασίλης Προδρόμου.
Έχετε μεγάλη αγάπη προς το παραδοσιακό τραγούδι. Μάλιστα, ξεκινήσατε τη δισκογραφική σας καριέρα με επανεκτελέσεις σμυρνέικων τραγουδιών, ένα είδος «εξαφανισμένο» για χρόνια, που εσείς επαναφέρετε ως συλλογικό άκουσμα.
Τα παραδοσιακά είναι η βάση για την εξέλιξη του τραγουδιού. Πρέπει να γνωρίζουμε την παράδοσή μας, γιατί κάθε τόπος έχει διαφορετικό ύφος τραγουδιού. Η Ελλάδα έχει τεράστιο μουσικό πλούτο. Όσον αφορά τη δική μου πορεία, το ότι ξεκίνησα με Σμυρνέικα είναι κάτι για το οποίο καμαρώνω. Θεωρώ ότι βοήθησα να συντηρηθεί το είδος. Σήμερα, υπάρχουν νέα παιδιά που «ψάχνονται» στον χώρο του ρεμπέτικου κάνοντας διασκευές. Μπορώ να πω ότι συνέβαλα κάπως κι εγώ σ’ αυτό.
Τα Σμυρνέικα ήταν δική σας επιλογή;
Ξεκίνησα τη δισκογραφία με τη LYRA, μια εταιρεία υψηλού επιπέδου όσον αφορά την ποιότητά των εκδόσεών της, που διηύθυνε ο Αλέξανδρος Πατσιφάς. Εκείνη την εποχή υπήρχε ακόμα το περιθώριο να επιλέγουν οι καλλιτέχνες τα τραγούδια τους. Μου είχε προταθεί να κάνω διάφορα, αλλά επέμεινα στα Σμυρνέικα. Ήταν η μουσική που κουβαλούσα από παιδί. Τα στοιχεία της τα είχα μέσα στο DNA μου. Έτσι, με τον Στέλιο Φωτιάδη αποφασίσαμε να κάνουμε μια επιλογή Σμυρνέικων τραγουδιών, ζητώντας και τη γνώμη συλλεκτών του είδους.
Ο πατέρας και ο θείος σας έπαιζαν ερασιτεχνικά μπουζούκι. Εκείνοι σας ώθησαν προς το τραγούδι ή ήταν κάτι έμφυτο;
Όλη η οικογένειά μου ήταν φιλόμουση. Ο πατέρας μου «σκάλιζε» το μπουζούκι, ήταν ερασιτέχνης ψάλτης και άριστος γνώστης της βυζαντινής μουσικής. Η καταγωγή του ήταν από την Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας. Από την άλλη, η μισή καταγωγή της μητέρας μου ήταν από την Κρήτη. Οπότε, οι επιρροές ήταν πολλές. Μπορώ να πω ότι η μουσική με πήρε μόνη της και με πήγε. Εγώ δεν έκανα κάτι ιδιαίτερο. Απλώς πήρα μέρος σε κάποιους διαγωνισμούς, άρχισα να δουλεύω και μέσα από τις ζωντανές εμφανίσεις και την αποδοχή του κόσμου ήρθε και η αναγνώριση. Θέλω να τονίσω ότι ο Στέλιος Φωτιάδης έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην πορεία μου από το ξεκίνημάτης μέχρι και σήμερα.
Είπατε ότι λάβατε μέρος σε διαγωνισμούς. Εκτός από την τηλεοπτική εκπομπή «Να, η ευκαιρία» που αλλού είχατε δοκιμαστεί;
Ο άλλος διαγωνισμός στον οποίο συμμετείχα δεν γνώρισε τη δημοσιότητα τού «Να η ευκαιρία». Παρ’ όλα αυτά, μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω την ποιήτρια Κωστούλα Μητροπούλου, τον σπουδαίο μουσικό Ανακρέοντα Παπαγεωργίου και τον μαέστρο Νίκο Δανίκα, ο οποίος μου πρότεινε να εργαστώ στην ταβέρνα «Λητώ» στην Πλάκα. Αυτό ήταν το ξεκίνημά μου εν έτει 1974. Στο «Να η ευκαιρία» πήγα 4 χρόνια αργότερα.
Ποιός ήταν ο λόγος που πήγατε σε μια εκπομπή που έψαχνε ταλέντα από τη στιγμή που τραγουδούσατε ήδη επαγγελματικά;
Εκείνη η εκπομπή δεν έχει καμία σχέση με τα τωρινά αντίστοιχα shows. Η κριτική επιτροπή ήταν γεμάτη «ιερά τέρατα». Σάσα Ντάριο, Γρηγόρης Γρηγορίου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Ροζίτα Σώκου, Γιώργος Κατσαρός και άλλοι.
Δεν υπήρχε η εμπορευματοποίηση που υπάρχει σήμερα. Κάναμε πρόβα τα τραγούδια μας, τα λέγαμε και όποιος ήταν καλός περνούσε και όποιος δεν ήταν «κοβόταν». Από αυτήν την εκπομπή «βγήκαν» πολύ σπουδαίοι τραγουδιστές όπως η Νένα Βενετσάνου και ο Θέμης Αδαμαντίδης.
Αν ξεκινούσατε σήμερα την καριέρα σας, θα πηγαίνατε στην αντίστοιχη εκπομπή ταλέντων;
Με την εμπειρία που έχω σήμερα, όχι. Όπως «όχι» έχω πει και στις πολλές προτάσεις που μου έχουν γίνει για να είμαι στην κριτική επιτροπή.
Ποιος είναι ο λόγος γι’ αυτό το «όχι»;
Τα παιδιά που συμμετέχουν ψάχνουν να κάνουν ένα ξεκίνημα. Αυτά τα talent shows, όμως, εκτός από πολύ σπάνιες περιπτώσεις, δεν οδηγούν πουθενά. Το τραγούδι και η δισκογραφία έχουν οδηγηθεί αλλού. Μπορεί κάποιος να γίνει γνωστός μέσα από το διαδίκτυο ανεβάζοντας ένα τραγούδι στο You Tube. Δεν μπορώ να είμαι σε κριτική επιτροπή και για έναν ακόμα λόγο. Δεν μπορώ σε πω σε κάποιον «είσαι κακός». Από την άλλη, υπάρχουν και ταλαντούχα παιδιά, για τα οποία λυπάμαι που επιλέγουν αυτόν τον δρόμο για να αναδειχτούν. Η τηλεόραση είναι ένα μέσο αδηφάγο.
Ζήσατε τη χρυσή εποχή της δισκογραφίας. Τότε που το όριο για να χαρακτηριστεί ένας δίσκος «πλατινένιος» ήταν οι 100.000 και πλέον πωλήσεις. Σας θλίβει η σημερινή εικόνα της δισκογραφίας;
Μερικά χρόνια πριν, με στενοχωρούσε πολύ. Στην εποχή μας, βέβαια, οι αλλαγές είναι ραγδαίες σε όλα τα επίπεδα. Πρέπει να βρεθεί ο τρόπος οι καλλιτέχνες -και κυρίως οι δημιουργοί- να εισπράττουν αυτά που δικαιούνται. Καλύτερα ας μην ανοίξουμε αυτήν την ιστορία για τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα στην Ελλάδα… Προσωπικά, δυο δικοί μου δίσκοι (τα «Σμυρνέικα» και το «Με τη Γλυκερία στην όμορφη νύχτα») είναι στη λίστα με τους πέντε πρώτους σε πωλήσεις δίσκους όλων των εποχών. Αυτοί δεν έγιναν «πλατινένιοι», αλλά «διαμαντένιοι», όπως λέγαμε τότε. Φυσικά και τότε υπήρχε πειρατεία. Δεν θα το πιστέψετε, αλλά σε ένα ταξίδι μου στην Αυστραλία βρήκα να πουλιέται δίσκος μου που έγραφε «Made in Malaysia». Ο κόσμος όμως, τότε ήταν πιο χαρούμενος. Στήριζε τους τραγουδιστές και αγόραζε τις δουλειές τους.
Εκτός από μια τεράστια καριέρα στην Ελλάδα, είστε μια από τις πιο δημοφιλείς τραγουδίστριες στην αγορά του Ισραήλ. Πώς ξεκίνησε η αγάπη των Ισραηλινών προς το πρόσωπό σας;
Το Ισραήλ είναι μια χώρα που αγαπάει το ελληνικό τραγούδι. Υπάρχει εκεί ένας αριθμός ελληνόφωνων – άλλοι Ορθόδοξοι που έχουν μείνει εκεί και άλλοι Εβραίοι που ήρθαν από την Ελλάδα. Όταν, λοιπόν, έγινε το κράτος τους, πήραν μαζί τους και τον μουσικό τους πολιτισμό. Κάπως έτσι το ελληνικό τραγούδι όχι μόνο παρέμεινε αλλά και διαδόθηκε. Πολλοί ζητούσαν να μάθουν ελληνικά για να καταλαβαίνουν τα τραγούδια μου, όπως και του Νταλάρα και της Αλεξίου.
Εσείς μάθατε τη γλώσσα τους;
Είναι πολύ δύσκολη. Έχω βρει τρόπο και έχω μάθει την προφορά, όμως.
Τελικά, η Ελλάδα που ανήκει; Στη Δύση ή την Ανατολή;
Είμαστε σταυροδρόμι. Γι’ αυτό έχουμε τόσο σπουδαίο πολιτισμό. Έχουμε εισπράξει και έχουμε μεταδώσει πολλά σε πολύ κόσμο. Οι μίξεις μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίες δεν είναι τεχνητές αλλά αληθινές, φέρνουν πολύ ωραία αποτελέσματα.
Θεωρείτε τον εαυτό σας επιτυχημένο;
Σε ηθικό επίπεδο, ναι.
Τι εννοείτε;
Μιλάω για την αναγνώριση του κόσμου. Μετά από τόσα χρόνια υπάρχει ένα κοινό που με αγαπάει σταθερά. Ξέρετε, θα μπορούσα να μην υπάρχω σήμερα. Ο χώρος εμπλουτίζεται, βγαίνουν συνεχώς νέοι τραγουδιστές. Άλλωστε, έτσι προχωράει το τραγούδι… Ο κόσμος, όμως, ζητάει κάποιες σταθερές. Θεωρώ τον εαυτό μου μια τέτοια περίπτωση.
«Στην Ελλάδα, η πολιτική είναι μια βρώμικη πλευρά της ζωής μας»
Είστε πολιτικοποιημένη;
Είμαι πολιτικοποιημένη όπως κάθε πολίτης, όμως δεν θέλω να συμμετέχω παρά μόνο με την ψήφο μου. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα η πολιτική είναι μια πλευρά της ζωής μας που είναι βρώμικη.
Γιατί το λέτε αυτό; Επηρεασμένη, ίσως, από την οσμή σκανδάλων που αναδύεται με κάθε κυβέρνηση;
Αν δεν ήταν οι πολιτικοί βρώμικοι δεν θα είχαμε φτάσει στα μνημόνια, την ανέχεια, τις αυτοκτονίες και τη δυστυχία που βλέπουμε δίπλα μας. Φυσικά, μεγάλο μερίδιο ευθύνης φέρουμε κι εμείς. Αλλά η προπαγάνδα που έχει περάσει πλέον σε επιστημονικό επίπεδο, κάνει τη δουλειά της. Σε μια μερίδα κόσμου που δεν μπορεί να ψάξει την αλήθεια από μόνη της, είναι κάτι που την επηρεάζει πολύ.
Ο γιος σας, ο Κωνσταντίνος, είναι σήμερα 38 ετών. Με τι ασχολείται;
Σπούδασε Ψυχολογία και Μουσική και τελικά επέλεξε το δεύτερο. Εδώ και αρκετά χρόνια είναι μαζί μου στις συναυλίες μου. Παίζει πολλά όργανα (λαούτο,πιάνο, μπάσο, ντραμς) αλλά κυρίως κιθάρα. Λατρεύει τη μουσική και έχει μάθει να αγαπάει πλέον όλα τα είδη. Μπορεί να ξεκίνησε από Σαββόπουλο, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο αλλά πλέον αγάπησε και τον Μάρκο Βαμβακάρη. Μπήκε βαθιά σε αυτό που λέμε «ελληνικό τραγούδι».
Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;
Νομοτελειακά, όλα πρέπει να μπουν σε μια ισορροπία. Η Γη για όσο της μέλλει να ζήσει ακόμα, πρέπει να επιβιώσει. Και μαζί μ’ αυτήν και οι άνθρωποι. Το πόσο γρήγορα θα γίνει αυτό, δεν το γνωρίζω. Όλα, πάντως, κάνουν τον κύκλο τους. Απλώς, επειδή εμείς οι άνθρωποι κάνουμε ένα μικρό πέρασμα από το ταξίδι της αιωνιότητας, επειδή ζούμε λίγο, η αγωνία μας είναι να τα βλέπουμε όλα καλά. Η δική μου γενιά είναι τυχερή. Έζησε πολλά καλά χρόνια. Ούτε πολέμους, ούτε φτώχεια όπως οι παππούδες μας. Τελικά, λοιπόν, ναι! Είμαι αισιόδοξη.
Η Γλυκερία στο Μαρούσι
Αίθριο Θέατρο (Λεωφ. Κηφισίας 219)
Πέμπτη 19 Ιουλίου
Ώρα έναρξης: 21.00
Εισιτήρια: 10 ευρώ
(προπώληση viva.gr)
Πληροφορίες:
www.festivaldimouamaroussiou.gr