Γεννήθηκε στη Σάμο είκοσι μέρες πριν ξεσπάσει ο παγκόσμιος πόλεμος του 1940. Η παιδική του ηλικία είχε στέρηση, φτώχεια, απώλειες, μοναξιά. Ο πατέρας του βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της μάχης, η μάνα μόνη πάλευε να τον μεγαλώσει. Στα παιδικά του χρόνια στερήθηκε πολλά -δε θα ξεχάσει ποτέ τη γλυκιά γεύση της σοκολάτας που δοκίμασε για πρώτη φορά στα επτά του.
Τα πραγματικά δύσκολα όμως άρχισαν μετά τα οκτώ, όταν έγινε ο εμφύλιος. Οι εικόνες φρίκης και θανάτου που αντίκριζε καθημερινά επηρέασαν την ψυχή του, την αντιπαλότητα, την κάθε είδους βία μεταξύ των ανθρώπων δεν την άντεξε ποτέ. Ο εμφύλιος τού γέννησε και την ανάγκη να πολιτευτεί. Όταν έφτασε 18 έφυγε από τη Σάμο και ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει αστρονομία. Ο βαρύς φάκελος όμως που είχε ο πατέρας του από την πολιτική του δράση δεν του το επέτρεψε.
«Ακόμη δεν κατάλαβα πώς βρέθηκα στο θέατρο.
Δεν ήθελα από μικρός να γίνω ηθοποιός. Όταν έρχονταν τα μπουλούκια και έπαιζαν στη Σάμο, μάς απαγόρευαν να πάμε, είχε και γυναίκες που χόρευαν ημίγυμνες. Εγώ πήγαινα κρυφά και έβλεπα. Μαγευόμουν ακόμη και με αυτό, το λεγόμενο κακό θέατρο. Χτύπαγε η καρδιά μου διαφορετικά τότε, έλεγα λες να είναι καλό να είσαι ηθοποιός; Αλλά δεν τολμούσα να το σκεφτώ σοβαρά. Πήγαινα όμως στη βιβλιοθήκη του νησιού και διάβαζα θεατρικά έργα, την ώρα που οι φίλοι μου ήταν έξω και διασκέδαζαν».
Η γνωριμία με τον Κάρολο Κουν.
Στα 18 του ήρθε στην Αθήνα και δούλεψε σε εργοστάσιο. Ένα βράδυ ένας φίλος του τον πήγε στο Θέατρο Τέχνης.
«Κατεβήκαμε στο υπόγειο και τρόμαξα. Μου φάνηκε σαν καμπαρέ. Κατά τη διάρκεια της παράστασης όμως κοκάλωσα. Τα χέρια μου πήγαν να πάθουν αγκύλωση. Με μάγεψε η παράσταση. Ξαναπήγα να τη δω πολλές φορές. Εκεί πρωτοσκέφτηκα ότι ίσως μπορώ κι εγώ να το κάνω. Δανείστηκα θεατρικά βιβλία και διάβασα πολύ. Τον Σεπτέμβριο είχε εξετάσεις στο Θέατρο Τέχνης. Προετοιμάστηκα μόνος μου. Όταν έφτασε η μέρα και πήγα, είδα μια τεράστια ουρά και σκέφτηκα να φύγω. Άκουγα να λένε «χθες πήγα στο Ηρώδειο και είδα αυτό» κι εγώ δεν ήξερα καν που βρίσκεται Ηρώδειο. Όταν ήρθε η σειρά μου, μπήκα μέσα. Είδα τον Κουν, δίπλα του ο Σιδέρης, ο Πλωρίτης, ο Λαζάνης.
Με ρωτήσανε «τι θέλεις παιδάκι μου εδώ»; «Ήρθα να γίνω ηθοποιός», τους απάντησα. «Και τι θα μας πεις»; «Έχω διαβάσει τον Ριχάρδο του Σαίξπηρ, τον ξέρετε»; «Ναι, τον έχουμε ακουστά», μου είπαν γελώντας. Και άρχισα να λέω.
Κοιταζόντουσαν μεταξύ τους. «Άλλο ξέρεις»; «Έχω διαβάσει και Ιφιγένεια εν Ταύροις. Το ρόλο του Ορέστη». Στο τέλος τους απήγγειλα κι ένα ποίημα του Παλαμά που ήξερα από το σχολείο. Ο Κουν με κοίταζε όλη αυτή την ώρα, με κάρφωνε με το μάτι του. Με ειδοποίησαν μετά από λίγες μέρες ότι είχα περάσει τις εξετάσεις.
Η πολιτική
Το 1981 ο Γιάννης Μόρτζος αποχωρεί από το Θέατρο Τέχνης γιατί τον κερδίζει το όραμα του ΠΑΣΟΚ και ο Αντρέας Παπανδρέου. Τον πρώτο καιρό κόλλησε 50 χιλιάδες αφίσες και αργότερα ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα ιδρύοντας 1100 τοπικές οργανώσεις και οργανώνοντας πολιτιστικούς συλλόγους.
«Με απογοήτευσε η πολιτική. Κυρίως το ΠΑΣΟΚ. Το όραμα ήταν μεγάλο και ωραίο, θέλαμε μετασχηματισμό της κοινωνίας. Επιδιώκαμε παιδεία, δουλειά, σύστημα υγείας, καλές συντάξεις, αυτά ήταν στο καταστατικό του κόμματος. Όλα χάθηκαν στην πορεία. Παρουσιάστηκαν κλέφτες, αμαύρωσαν ένα κίνημα που είχε όραμα. Μετά έγινα δημοτικός σύμβουλος στην Αθήνα. Εκεί κι αν απογοητεύτηκα! Μεγάλες λοβιτούρες! Εγώ ήμουν αντιπολίτευση και τις δυο φορές, μία με τον Μπέη και μία με τη Μερκούρη, όταν δήμαρχοι ήταν ο Έβερτ και ο Τρίτσης αντίστοιχα. Ξοδεύτηκαν πολλά λεφτά για να αντικαθιστούν πλάκες στο Σύνταγμα, πλάκες που τις έπαιρναν από το νεκροταφείο. Μετά με τον Σημίτη δεν ήταν πια ΠΑΣΟΚ γι αυτό και έφυγα.
Εγώ δύο ηγέτες αναγνώρισα στη ζωή μου. Τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Αντρέα Παπανδρέου. Στην αρχή του 20ου και στο τέλος του αιώνα. Ο Βενιζέλος δημιούργησε τη Μεγάλη Ελλάδα και ο Αντρέας έδωσε δημοκρατική πνοή μετά τη Χούντα, διαλύοντας τα πάθη και τα μίση. Κι εκείνος τον Βενιζέλο τον θεωρούσε καλό ηγέτη. Τον Καραμανλή τον γέρο τον θεωρούσε απατεώνα. Και τον εαυτό του αιθεροβάμονα».
Ο Αντρέας με στεναχώρησε, είχε αδυναμίες.
«Ο Αντρέας δε με απογοήτευσε, με λύπησε. Δεν κατάφερε να δημιουργήσει μέλλον και άξιους διαδόχους. Κι έκανε δυο μεγάλα λάθη: Τον Γιωργάκη και τον Λαλιώτη υπουργούς.
Είχε αδυναμίες. Το σεξουαλικό του καταρχάς, δεν άφηνε θηλυκή γάτα. Επίσης πίστευε σε φίλους που δεν ήταν φίλοι. Τον θαύμαζα όμως πολύ. Είχε ενέργεια, είχε λέγειν. Όταν κολυμπούσε γινόταν θηρίο. Έχει σημασία πως κολυμπάει ο άνθρωπος. Έκανε κάτι μακροβούτια λες και ήταν 16 χρονών παλληκαράκι».
Μια ζωή γεμάτη πάθη.
«Ήμουν γλεντζές, έζησα έρωτες, ξενύχτια, διασκέδαση. Μου άρεσε πολύ η καλή παρέα, τα ταξίδια, η πολυτέλεια. Είμαι σπάταλος. Ότι είχα τα ξόδευα. Από την τηλεόραση έβγαλα λεφτά αλλά δεν τα αγαπώ καθόλου. Και είμαι κατά της ιδιοκτησίας. Έχω ένα στρέμμα στο χωριό που μου άφησε η μάνα μου κι ένα αυτοκίνητο, ούτε σπίτι, τίποτα. Η Μελίνα (Μερκούρη) μου έδινε ένα σπίτι στην Πλάκα και το αρνήθηκα. Η ιδιοκτησία είναι η πιο κακή συνήθεια, διαφθείρει τον άνθρωπο. Δε μας ανήκει τίποτα και κανένας».
Ο Μινωτής ήταν κακός άνθρωπος.
«Πολλοί συνάδελφοί μου με απογοήτευσαν γιατί υπήρξαν καλοί ηθοποιοί αλλά κακοί άνθρωποι. Ο Μινωτής ήταν πολύ κακός και ζηλιάρης. Δουλευταράς, έπαιξε πολλά, αλλά με λίγα προσόντα. Με ζήλευε στα 20 μου ενώ αυτός ήταν 70. Τι να με ζηλέψει;
Ήρθε και με είδε όταν έπαιζα Σαίξπηρ, το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας». «Να σου πω κάτι φίλε; Αυτόν τον ρόλο τον έπαιξε ο Στολίγκας και ήταν πολύ καλός. Εσύ γιατί τον έπαιξες»;
Έκανα παρέα με τον Χατζιδάκι στον Mαγεμένο Aυλό κι ερχόταν κι αυτός και έλεγε μόνο κακίες μόνο. Μέχρι την Κάλλας έβριζε που δεν την αμφισβητεί κανείς. Του λέω μια μέρα: «Κύριε Μινωτή γιατί έχετε τόση κακία με τους ηθοποιούς;» «Γιατί όλοι είναι τενεκέδες». Μου έλεγε ο Χατζιδάκις «γύρνα από την άλλη και κάνε ότι δεν ακούς».
Ο Αλεξανδράκης, ο Κατράκης,
ο Χορν και η Αλίκη.
«Έναν ηθοποιό που εκτιμούσα ήταν ο Μάνος Κατράκης. Ήταν ελεύθερο μυαλό και σαν μεγάλο παιδί, δεν ήταν βαρύς όπως στις ταινίες, ήταν ζωντανός άνθρωπος. Ο Αλέκος Αλεξανδράκης ήταν σπάνιος άνθρωπος. Ο Χορν ήταν καλαμπουρτζής, καλός ηθοποιός μόνο στο μπουλβάρ, στα άλλα βαριότανε. Ήταν πολύ δεξιός, ήταν φίλοι με τον Καραμανλή. Μου έλεγε «αυτή τη φορά το ΠΑΣΟΚ θα πάρει 3 τοις εκατό. Κι έβαζε στοίχημα 200 χιλιάρικα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ο Παπαμιχαήλ ήταν καλός ηθοποιός αλλά ο ανταγωνισμός με τη Βουγιουκλάκη τον έθαψε. Μια γυναίκα μπορεί να σε ανεβάσει ή να σε κάνει ράκος. Η Αλίκη ήταν για να παίζει για τα παιδάκια. Δεν ήταν καλή ηθοποιός, ήταν όμως καλή επιχειρηματίας».
«Eλευθέριος Βενιζέλος»
Ο Γιάννης Μόρτζος, ένας από τους τελευταίους εναπομείναντες πρωταγωνιστές του Κάρολου Κουν, πέρασε πρόσφατα μια σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του. Πενήντα μέρες στην εντατική έμοιαζε να ετοιμάζεται για τη συνάντηση με τον αγαπημένο Αριστοφάνη, τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή, τον Πίντερ και τον Σαίξπηρ. Αυτό που τον κράτησε στη ζωή όμως ήταν ο… Ελευθέριος Βενιζέλος. Όταν η σύζυγός του Γιούλη Ζήκου άρχισε να του διαβάζει το κείμενο του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου στο οποίο θα βασιστεί η παράσταση που θα ανεβάσει τον Απρίλιο για τη ζωή του Ελευθέριου Βενιζέλου, άνοιξε τα μάτια. «Περίμενα χρόνια να τον παίξω. Διάβαζα διάφορα που μου έδιναν αλλά δε με κάλυπτε τίποτα. Εκεί που είχα απογοητευτεί, διάβασα τη δουλειά του Γρηγόρη. Με ιντριγκάρει η προσωπικότητα του Βενιζέλου. Είναι παρεξηγημένος και ως άνθρωπος και ως πολιτικός. Πολλοί νομίζουν ότι ο Βενιζέλος είναι υπεύθυνος για τη Μικρασιατική Καταστροφή, όταν το ακούω αυτό μου σηκώνεται η τρίχα, μπορώ να γίνω κι εγκληματίας. Τώρα με το έργο αυτό το ξεκαθαρίζουμε. Ο Βενιζέλος ήταν πατριώτης όσο δεν έπαιρνε. Θέλω η παράσταση να διεγείρει συνειδήσεις, να μάθει ο κόσμος ποιος ήταν, θέλω να ξαναβρούν τα πράγματα την πραγματική τους διάσταση. Δε θα κάνουμε προπαγάνδα, θα τον παρουσιάσουμε όπως ακριβώς ήταν. Θα δούμε και την προσωπική του ζωή. Τους έρωτές του, τις επαναστάσεις του, όλα. Οι πρόβες ξεκινούν άμεσα. Αφού ανέβει στο ‘‘Θέατρο Τέσσερις Εποχές’’ θα πάμε περιοδεία».