Ο Στέφανος Κορκολής έρχεται στην Κηφισιά για συναυλίες και μιλά στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την μεγάλη του πορεία στο μουσικό στερέωμα.
Ενας πολίτης του κόσμου, ο Στέφανος Κορκολής, ζει, δουλεύει και δημιουργεί μεταξύ Ελλάδας και εξωτερικού. Από παιδί – θαύμα, εξελίχθηκε πολύ γρήγορα σε pop είδωλο και σταρ, περνώντας την περίοδο της «μουσικής του εφηβείας» -όπως χαρακτηριστικά λέει ο ίδιος- χωρίς να εγκαταλείψει τις κλασικές του συναυλίες, κερδίζοντας πολλαπλούς πλατινένιους δίσκους και γεμίζοντας στάδια σε ζωντανές συναυλίες στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Ιταλία. Και σήμερα, ένας διεθνώς αναγνωρισμένος σολίστ και συνθέτης, έχοντας κάνει τον απολογισμό του, δηλώνει ένας χαμηλού προφίλ καλλιτέχνης.
Ο Στέφανος Κορκολής είχε τη χαρά να συνεργαστεί με μερικούς από τους πιο σπουδαίους τραγουδιστές στον κόσμο, αλλά και να συναντήσει κάποιους από τους σημαντικότερους παγκοσμίως συνθέτες, όπως ο Ennio Morricone και ο Astor Piazzolla. Αυτή τη «Συνάντηση», πάντως, «που άλλαξε όλη του τη ζωή», δεν την περίμενε. Για πρώτη φορά αγγίζει, ως σολίστ του πιάνου, έργα του Μίκη Θεοδωράκη, απ’ όλο το μουσικό φάσμα του μεγάλου Έλληνα συνθέτη, ο οποίος τον έχρισε «ιδανικό ερμηνευτή και πρεσβευτή της μουσικής του προς το ελληνικό και το διεθνές κοινό».
Μια αναπάντεχη γνωριμία μετά την επιστροφή
Η όλη ιστορία ξεκινάει πριν από περίπου τρία χρόνια, όταν σε ένα διάλειμμα από κάποια μεγάλα ταξίδια για συναυλίες στο εξωτερικό, έχει βρεθεί σπίτι του νύχτα να μη μπορεί να κοιμηθεί. Μεταξύ τζετ λαγκ και ζάπινγκ στην τηλεόραση, πετυχαίνει κατά τις τρεις μετά τα μεσάνυχτα να παίζεται στην ΕΤ3 ένα συμφωνικό έργο. Δεν έδειχνε η κάμερα ούτε τον μαέστρο ούτε ποιος παίζει: «Ξαφνικά με διαπερνάει ηλεκτρικό ρεύμα κανονικά, γιατί το άκουσμα είναι πάρα πολύ κοντά σε κλασικά έργα που αγαπάω, Προκόφιεφ, Σοστακόβιτς, αλλά δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά. Μέχρι ν’ ανοίξει το πλάνο, κάτι που πήρε λίγη ώρα, βλέπω ξαφνικά στο πόντιουμ τον Μίκη Θεοδωράκη να διευθύνει και την Τατιάνα Παπαγεωργίου στο πιάνο. Αντιλαμβάνομαι ότι πρόκειται για έργο του Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο ήταν ουσιαστικά η πρώτη του σουίτα για πιάνο και ορχήστρα και μένω με το στόμα ανοιχτό στην κυριολεξία, διότι δεν γνώριζα αυτό το κομμάτι της δουλειάς του».
Στο Top 10 των μεγάλων μουσουργών του 20ού αιώνα
«Πρώτα απ’ όλα αισθάνθηκα περίεργα. Έχω παίξει με τόσες μεγάλες ορχήστρες, έχω κάνει τόσες μεγάλες συναυλίες… να μην έχω Θεοδωράκη στο ρεπερτόριό μου; Αρχίζοντας να ψάχνω λοιπόν αμέσως και ανατρέχοντας να βρω πράγματα και να μελετάω έργα του, είδα ότι ο Μίκης Θεοδωράκης έχει βραβευτεί σε διαγωνισμό σύνθεσης -και αυτό είναι πολύ σημαντικό, πρέπει να ήταν τριάντα κάτι ετών τότε, πολύ νέος-, από τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς, με το χρυσό μετάλλιο μουσικής ιδιοφυΐας του 20ού αιώνα. Ο συμφωνικός Μίκης Θεοδωράκης βρίσκεται στο Top 10 των μεγάλων μουσουργών του 20ού αιώνα».
Κι επειδή το θέλησε και η τύχη…
«Δέχομαι ένα τηλεφώνημα τρεις μήνες μετά, από τον Αστέρη Κούτουλα, ένα σκηνοθέτη, ο οποίος ασχολείται αποκλειστικά με το έργο του Μίκη Θεοδωράκη. Θα έκανε πρεμιέρα στην ταινία του ‘’Ανακυκλώνοντας τη Μήδεια’’ και μου ζήτησε αν θα μπορούσα να κάνω ένα ημίωρο μουσικό ρεσιτάλ ως πρόλογο, παίζοντας έργα του Μίκη. Το σημαντικό της υπόθεσης ήταν ότι το ζήτησε ο ίδιος ο Θεοδωράκης κι εγώ εξεπλάγην. Δεν είχα μέχρι τότε κάποια προσωπική σχέση μαζί του. Είχα τη σχέση που έχουμε όλοι με τον Μίκη Θεοδωράκη. Μάλιστα, είπα τότε ότι δεν έχω μπει ακόμα σε αυτό το κλασικό κομμάτι του Μίκη και μου απάντησε ο σκηνοθέτης ότι ‘’ο ίδιος ο Θεοδωράκης θέλει πάρα πολύ να σε ακούσει με τον τρόπο που εσύ εκφράζεσαι μέσα από τη μουσική του’’. Πήγαμε τελικά στο «Τριανόν», όπου γινόταν η παρουσίαση της ταινίας.
Η συνάντηση που άλλαξε όλη μου τη ζωή
Ήταν εκεί και ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος σε ένα μικρό καμαρίνι με είδε και με ρώτησε αν έχω τρακ. ‘’Κύριε Θεοδωράκη εσείς θα πρέπει να έχετε τρακ που θα παίξω τα έργα σας’’ του απάντησα κι εκείνος γέλασε. Αφού τέλειωσα το ημίωρο, ερμηνεύοντας τον ‘’Ζορμπά’’ σε μια φαντασία για πιάνο, άκουσα ένα μπράβο από τον Μίκη που για μένα ήταν από τα πιο ωραία μπράβο που έχω ακούσει στη ζωή μου. Την άλλη μέρα με φώναξε στο σπίτι του και από εκεί άρχισε πλέον μια σχέση αγάπης και φιλίας, που δεν έχω λέξεις να περιγράψω. Ξεκινώντας τη μαθητεία δίπλα σε έναν τεράστιο συνθέτη, διαπίστωσα ότι ήταν μαθητεία όχι μόνο μουσικής, αλλά και ζωής. Ουσιαστικά η ενασχόλησή μου με το έργο του Μίκη Θεοδωράκη άλλαξε όλη μου τη ζωή. Είναι μεγάλη τιμή για κάποιον που είναι δημιουργός και ο ίδιος, το να ανακαλύπτει ένα καινούργιο πεδίο δράσης ως σολίστ και, έχοντας την άδεια του ίδιου του συνθέτη, να μπορεί να ‘‘παρεμβαίνει’’ στα έργα του».
Καριέρα στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό;
«Σίγουρα βρήκα ένα σημαντικό νόημα στα ελληνικά μουσικά δρώμενα, έπειτα από τόσα χρόνια συναυλιών και καριέρας στο εξωτερικό, αλλά ας μην μένουμε μόνο εδώ. Θα έλεγα ότι αυτή η ‘’Συνάντηση’’ είναι σημαντική και για τα διεθνή μουσικά δρώμενα. Την καριέρα μου στο εξωτερικό θα συνεχίσω να την κάνω, αλλά τώρα πλέον έχω βρει ένα φοβερό στοιχείο και έναν τρομερό σκοπό να μπορώ να διαδίδω αυτή τη μουσική του Μίκη που δεν είναι τόσο γνωστή. Η ‘’Συνάντηση’’ και του δίσκου και των συναυλιών έχει σκοπό να συναντήσει πολλές ψυχές σε όλον τον κόσμο. Έχουν ήδη κλειστεί συναυλίες σε σημαντικές χώρες».
Χρυσός δίσκος… σε εποχή capital controls
«Ήθελα να βάλω τη Σοφία Μανουσάκη στο στούντιο, αν και αρχικά δεν είχαμε σκοπό να γράψουμε δίσκο, για ν’ ακούσω με αρτιότητα την ερμηνεία της σε έργα του Μίκη Θεοδωράκη. Εκεί τυχαίνει ένας κοινός φίλος να με παροτρύνει να στείλω αυτά τα δείγματα στον Μίκη, ‘’γιατί θα χαρεί πάρα πολύ’’. Και στέλνοντάς τα στον Μίκη, έρχεται η δεύτερη επιστολή του, όπου λέει να προχωρήσουμε να τα κάνουμε δίσκο. Το CD «Συνάντηση» βγαίνει μια εβδομάδα πριν από τα capital controls πέρυσι, αλλά γίνεται χρυσό. ‘’Χρυσό CD’’ στην εποχή μας πραγματικά ακούγεται ως ανέκδοτο…».
Πρώην κάτοικος Εκάλης αλλά γέννημα θρέμμα Κυψελιώτης
«Είμαι Κυψελιώτης γέννημα θρέμμα. Παλαιότερα και για ένα διάστημα έμεινα στην Εκάλη. Όπως και πολλοί άλλοι που ήρθαν στα βόρεια προάστια, έτσι κι εγώ έζησα για μια περίοδο της ζωής μου εδώ. Θυμάμαι όμως ότι κάθε Κυριακή θα πηγαίναμε στην Κηφισιά. Η Κηφισιά έχει μια υπέροχη ιστορία, που θεωρώ ότι είναι ένας ρομαντισμός στο μεγαλείο του. Σε Κηφισιά, Νέα Ερυθραία, αλλά και σε άλλες περιοχές, όπως στο Μαρούσι και στο Χαλάνδρι, γίνονται αρκετά πράγματα. Δεν έχουν αφεθεί στο γεγονός ότι είναι βόρεια προάστια. Είναι σημαντικό που προσπαθούν οι δήμοι να προάγουν ποιοτικό και όχι φτηνό πολιτισμό».
Όταν είμαι επάνω στη σκηνή
«Υπηρετώ τη μουσική και δεν ασχολούμαι με το να προβάλλω τον εαυτό μου μέσω της μουσικής. Αυτό με έχει διδάξει ο Βλαντιμίρ Χόροβιτς, ο μεγαλύτερος πιανίστας του 20ού αιώνα, που είχα την τύχη να μαθητεύσω δίπλα του. Αυτό λοιπόν κάνω. Επάνω στη σκηνή νιώθω υπέροχα και με ενδιαφέρει πολύ η αμεσότητα με τον κόσμο. Θα το δείτε και στις συναυλίες στην Κηφισιά. Η σκηνή παύει να υπάρχει, συνομιλώ με τον κόσμο, εξηγώ πράγματα, γιατί θα παίξω και κομμάτια του Μίκη τα οποία είναι άγνωστα, τα ‘’προδομένα’’ έργα».
Pop είδωλο, σταρ ή χαμηλού προφίλ καλλιτέχνης;
«Οπωσδήποτε πλέον, ένας χαμηλού προφίλ καλλιτέχνης. Αλλά είναι λογικό όταν γεμίζεις στάδια την περίοδο των 90’s, όταν υπήρξες παιδί – θαύμα και σε έχουν χαρακτηρίσει έτσι… Όλα αυτά είναι αποδεκτά και πραγματικά. Για εμένα όμως αυτό που με χαρακτηρίζει, είναι ότι είμαι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων… πάντα ήμουν».
Ένα πιάνο & μια φωνή
«Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, αν κάποιος την ακουμπήσει με σοβαρότητα, σεβασμό και την αγάπη που αξίζει, δεν χρειάζεται κανένα άλλο μουσικό όργανο. Δεν έχω ξαναβρεί σε συνθέτη να έχει τόσο ισορροπημένες και εμπνευσμένες από τον Θεό μελωδίες που πραγματικά δεν χρειάζεται
τίποτα παραπάνω, παρά αγάπη και σεβασμό». Η καταλυτική φράση στην πρώτη επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη, όπου τον αναφέρει ως τον «ιδανικό ερμηνευτή και πρεσβευτή της μουσικής του προς το ελληνικό και το διεθνές κοινό», δημιούργησε στον Στέφανο την επιθυμία να μπει στο στούντιο και να αρχίσει να ηχογραφεί έργα του συνθέτη με ένα πιάνο και μια φωνή.
Είχε προηγηθεί η γνωριμία του με τη Σοφία Μανουσάκη, μια νεότατη ερμηνεύτρια – αποκάλυψη, κατ’ ομολογία του ίδιου: «Είναι μια εξαιρετική περίπτωση, αυτό που λέμε ‘’δεν το πιστεύω, δεν γίνεται να βγαίνει αυτός ο όγκος φωνής από αυτό το κορίτσι’’. Την έχουν παρομοιάσει με τραγουδίστριες, όπως τη Μαρία Φαραντούρη -η ίδια η Φαραντούρη λέει ότι είναι το τέλειο μουσικό όργανο-, όπως και η διεθνούς φήμης τραγουδίστρια όπερας Μαρίτα Παπαρίζου λέει ότι είναι μαγευτική, αλλά και συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μίμης Πλέσσας. Κι εγώ καμαρώνω που ανακάλυψα τη Σοφία, την πίστεψα πάρα πολύ και μ’ έχει δικαιώσει. Γιατί για ένα κορίτσι 20 ετών που δεν ακολουθεί τον εύκολο δρόμο της άμεσης αναγνωρισιμότητας, αλλά μπαίνει στον κύκλο των ποιητών και ο πρώτος της χρυσός δίσκος γίνεται με έργα Θεοδωράκη, είναι κάτι πολύ σημαντικό».
Γράφει η Πέγκη Φαράντου, Διδάκτωρ Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Συγγραφέας – Ζωγράφος. O Στέφανος είχε ανάψει ένα τσιγάρο και καθόταν στο μπαλκόνι. Στα...