Ο αγαπημένος τραγουδοποιός αποκαλύπτει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ τα μελλοντικά του σχέδια, μιλάει για τις δυο μεγάλες αγάπες του και δηλώνει ένθερμος υποστηρικτής της «πίστης της παρέας».
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης
Είναι ο ιθύνων νους πίσω από τα πιο αγαπημένα τραγούδια των τελευταίων δυο δεκαετιών. Ένας από τους πλέον επιτυχημένους τραγουδοποιούς της γενιάς του, ο οποίος στο ησυχαστήριό του στην Παλαιά Πεντέλη μπορεί να απομονώνεται από την οχλοβοή της εποχής και να ακούει τις αγαπημένες του μουσικές. Άλλωστε, ο ίδιος εξακολουθεί να δηλώνει «επαγγελματίας ακροατής» και ένας underground δημιουργός.
Φέτος, 23 χρόνια μετά την διάλυσή τους, ο Κώστας Λειβαδάς μας επανασυστήνει τους «Υπνοβάτες» , το συγκρότημα που είχε φτιάξει με τρεις φίλους του τη δεκαετία του ΄90 – η νέα τους δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Χαμένη διαδρομή» κυκλοφορεί ήδη από την Panik Records. Αυτό αποτέλεσε την κατάλληλη αφορμή για μια κουβέντα διανθισμένη με ήχους και αναμνήσεις.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της επανένωσης του γκρουπ;
Η διάλυση του συγκροτήματος ήταν μια τρύπα που έχασκε, μια πληγή ανοικτή και για τα τέσσερα μέλη του, ειδικά για εμένα και τον Κώστα Καββαδία. Τα υπόλοιπα μέλη ήταν ο Μάκης Πεκτζιλίκογλου και ο Κώστας Αργύρης, τον οποίο αργότερα διαδέχτηκε ο Μανώλης Ελισσαίος. Τα τελευταία δυο χρόνια, βλέποντας περιστασιακά μέλη του γκρουπ και παλιότερους φίλους μας, η ιδέα άρχισε να ξαναμπαίνει στο μυαλό μου. Τότε είχαμε προλάβει να κάνουμε κάποια live. Το τέλος του γκρουπ , όμως υπήρξε άδοξο και αυτό μας είχε στοιχίσει. Ξαφνικά, όλοι οι λόγοι που συντρέχουν για να διαλυθεί ένα συγκρότημα συνέβησαν μέσα σε έξι μήνες. Υποχρεωτική στράτευση, παρέμβαση γονιών (οι υπόλοιποι τρεις ήταν συμμαθητές στο ναυτιλιακό τμήμα Πειραιά και οι γονείς τούς προόριζαν γι’ αυτήν την ασχολία), προβλήματα ενός μέλους με τη ζωή του… Για να επανέλθω στο σήμερα, βρήκα πολύ γοητευτικό αυτή η «Χαμένη διαδρομή» να βρει τον δρόμο της.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει 4 καινούργια τραγούδια και άλλα 4 όπως ενορχηστρώθηκαν τότε. Αν μπαίνετε σε διαδικασία σύγκρισης του μουσικού Κώστα Λειβαδά τότε και τώρα ποιος θα ήταν ο νικητής;
Οι «Υπνοβάτες» ήταν ένα χαρμάνι των διαφορετικών ακουσμάτων που ο καθένας μας είχε. Ένας ντράμερ που αγαπούσε το jazz rock, ένας μπασίστας που είχε ως θεούς τους Velvet Underground και τον Robert Smith των Cure, ένας κιθαρίστας που αγαπούσε τον Paul Weller όσο και τους Lynyrd Skynyrd και εγώ που από τη μια λάτρευα τους Αμερικανούς τραγουδοποιούς και από την άλλη αγαπούσα και τον Piazzolla. Ήμασταν πάνω στο Grunge αλλά λατρεύαμε το ροκ εν ρολ από τον Chuck Berry μέχρι τους Nirvana και από τους Ten Years After ως τον Παύλο. Η διαφωνία μου με τον μπασίστα ήταν ότι δεν γίνεται να γράψουμε στα αγγλικά. Αρχικά, η «Χαμένη διαδρομή» ήταν αγγλόφωνο τραγούδι με τίτλο «Last train out of town». Εκεί φάνηκε ότι εγώ άρχιζα να παίρνω έναν άλλον δρόμο. Ακόμα και σήμερα με εκπλήσσει η αθωότητα και η ευρηματικότητα στις ενορχηστρώσεις μας (καμία σκέψη, μόνο καρδιά και ένστικτο) και η πλοκή σε κάποιες συνθέσεις που παραήταν φιλόδοξη. Για να μπω στο «ψητό» της ερώτησης, δεν υπάρχει νικητής. Ο Λειβαδάς του τότε και τού τώρα περπατάνε αγκαλιά.
Πού θα εμφανιστείτε για το promo αυτής της δουλειάς;
Μετά τον Νοέμβριο με τον Νίκο Καββαδία σκεφτόμαστε να κάνουμε κάποια «κλαμπίστικα» live. Με τον Νίκο όχι μόνο δεν έχουμε χάσει τη χημεία που είχαμε τότε, αλλά ήδη ηχογραφούμε ακατάπαυστα και ένα μέρος δικού μου υλικού αλλά και δικά μας παλιότερα κομμάτια τα οποία διασκευάζουμε. Αυτήν την περίοδο γράφω τραγούδια για τον νέο δίσκο της Ελένης Τσαλιγοπούλου και οι εμφανίσεις είναι πιο αραιές. Στις 13 Σεπτεμβρίου θα γίνει μια μεγάλη συναυλία στην Ελευσίνα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Αισχύλεια», ενώ στις 8 Οκτωβρίου στο Ηρώδειο θα γιορτάσουμε τα 15 χρόνια της Δαγίπολης, του Χοροθεάτρου που εμπνεύστηκε ο Γιώργος Χρηστάκης. Πρόκειται για την πιο δραστήρια ομάδα σύγχρονου χορού, που αποτελείται από άτομα με κινητικά προβλήματα.
Έχετε υπογράψει κομμάτια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς ότι τα πιο γνωστά τραγούδια σας δεν τα κρατήσατε για τον εαυτό σας, αλλά τα δώσατε σε συναδέλφους σας. Για ποιο λόγο;
Κάποια τραγούδια είχαν «θηλυκή» ψυχή και ήταν πλασμένα για να πουν γυναίκες. Από την άλλη, εάν το «Για να σε συναντήσω» το είχα πει εγώ και όχι ο Λιδάκης και η δική μου εκτέλεση δεν ήταν μια γενναία λυρική ρούμπα αλλά ένα σκληρό ροκ, θα είχε άραγε την ίδια επίδραση; Η μόνη σίγουρη συνταγή είναι να μην είσαι σίγουρος για τίποτα και να μην έχεις γράψει τραγούδι πάνω σε κάποια φωνή. Κάποιοι παλιοί συνθέτες, βέβαια, ίσως θεωρήσουν ιεροσυλία αυτό που λέω.
Όλα τα παιδικά σας όνειρα είχαν να κάνουν με τη μουσική. Έχουν εκπληρωθεί σήμερα;
Σε ένα μεγάλο βαθμό, ναι. Επειδή ξεκίνησα πολύ μικρός, είναι πολλά τα τραγούδια που έχω γράψει. Οι «Υπνοβάτες» κράτησαν από τα 18 έως τα 23 μου. Δούλεψα ως επαγγελματίας μουσικός για πρώτη φορά στα 21 μου, στα 22 μου κυκλοφόρησε το πρώτο μου τραγούδι («Είμαι ακόμα ζωντανός» με τον Γιώργο Δημητριάδη και τους Μικρούς Ήρωες) και ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε ο πρώτος προσωπικός μου δίσκος.
Κινδυνεύσατε όντας τόσο μικρός να καβαλήσετε το καλάμι;
Δεν κινδύνευσα απ΄ αυτό όσο από έλλειψη στρατηγικής. Ήμουν πολύ μικρός για να το διαχειριστώ. Είχα έναν περίεργο τρόπο να νιώθω πάνω απ΄ όλα ακροατής και φυσικά underground. Σχεδόν πάντα ο κεντρικός δρόμος για μένα ήταν ο υπόγειος.
Φέτος κλείνετε 20 χρόνια στη δισκογραφία. Έχοντας ζήσει την ακμή αλλά και την παρακμή της, μπορείτε να προβλέψετε ποιο μπορεί να είναι το μέλλον της;
Δεν έχω ιδέα. Στην Ελλάδα δεν μπορείς να προβλέψεις τίποτα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι εγώ θα συνεχίσω να γράφω μουσική σε όποια μορφή και αν κυκλοφορεί.
Σκεφτήκατε ποτέ να κάνετε κάποιο άλλο επάγγελμα;
Όχι. Αυτό που πάντα έλεγα είναι «καλύτερα μουσικός στην τελευταία ταβέρνα παρά βολεμένος και ακλόνητος δημόσιος υπάλληλος». Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια με έχει ξενερώσει το γεγονός της υπερπροσφοράς και της υπερπληθώρας των τραγουδιστών σε μια τόσο συμπυκνωμένη αγορά. Όλο αυτό καταντάει λίγο φάρσα. Τα talent shows, δυστυχώς, έχουν κάνει ζημιά στο τραγούδι.
Θα μπαίνατε ως κριτής σε talent show αν σαν πρόσφεραν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό;
Μπήκα σ’ αυτή τη δουλειά με μεγάλο ρίσκο και χωρίς καμία οικονομική επιφάνεια από τους δικούς μου. Και επειδή υπάρχουν άνθρωποι που εξαρτώνται οικονομικά από εμένα, με μεγάλη ειλικρίνεια θα απαντούσα ‘’ποτέ μη λες ποτέ’’. Βέβαια, μ’ αυτές τις συνθήκες και μ’ αυτήν την αγορά, θα ήταν το τελευταίο των τελευταίων που θα ήθελα να κάνω. Αφήστε που θα με έδιωχναν αμέσως γιατί θα έλεγα την άποψή μου συνέχεια…
Υπάρχουν καλές φωνές σήμερα;
Φυσικά. Ο Μπάσης είναι μια πολύ καλή βυζαντινή φωνή. Η Τσαλιγοπούλου και ο Λιδάκης ήταν ήρωες μου – δεν έγραψα τυχαία γι’ αυτούς. Ο Δημητριάδης είναι ένας σπουδαίος ροκ τραγουδιστής, η Μπάμπαλη πάντα μου αρέσει… Δεν είναι τυχαίο το πόσος κόσμος ακολουθεί τη Ζουγανέλη και τη Μποφίλιου… Με τους άνδρες της νέας γενιάς τα βρίσκω λίγο… σκούρα. Ούτε η ροκ φωνή που ονειρεύομαι υπάρχει αλλά ούτε η λαϊκή – πότε άραγε θα ακούσουμε τον καινούργιο Θέμη Αδαμαντίδη;
Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ
Είναι γνωστό ότι λατρεύετε το ποδόσφαιρο. Πώς ξεκίνησε αυτή η αγάπη;
Από τον πατέρα μου, τον Αλέκο Λειβαδά. Υπήρξε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και αγωνίστηκε για τρία χρόνια στον Ολυμπιακό (στην ομάδα του Μπούκοβι), τον Ηρακλή και τον Πανηλειακό. Όλη η οικογένειά μας έχει μια τεράστια ευρύτητα ενδιαφερόντων γύρω από τον αθλητισμό. Δεν θα μπορούσα να ξεφύγω. Η μουσική και ο αθλητισμός είναι δυο πολύ δυνατές βάσεις για να αποτελέσουν τα μεγαλύτερα αντικαταθλιπτικά στη ζωή ενός παιδιού και παράλληλα βάσεις για την ισορροπία του. Προσωπικά, το 24ωρό μου περιλαμβάνει 70% αθλητικά. Παρακολουθώ τα πάντα. Είμαι άρρωστος με το τένις και το μπάσκετ.
Το τραγούδι σας «Τα παιδιά των δρόμων» συνδέθηκε με μια μεγάλη στιγμή του ελληνικού αθλητισμού, το χρυσό μετάλλιο της Εθνικής μπάσκετ στο Βελιγράδι το 2005. Πώς έγινε αυτό;
Το τραγούδι το είχε διαλέξει ο Παναγιώτης Γιαννάκης για την ομάδα. Μετά το ματς με τη Γαλλία (το περίφημο «βάλτο αγόρι μου») στις δηλώσεις του είχε αναφέρει τους στίχους του τραγουδιού «χωρίς την πίστη της παρέας καθένας ένας είναι κι ορφανός». Σε μια τηλεοπτική εκπομπή τον είχα αφήσει άναυδο, αναφέροντάς του ότι έχω πάρει αυτόγραφο από τον Χομίτσιους και τον Κουρτινάιτις. Πάντως, υπάρχει ένα μεταφυσικό, περίεργο φαινόμενο, πολλοί αθλητές να είναι fan των τραγουδιών μου.
Ο παλιός προπονητής της Λίβερπουλ Μπιλ Σάνκλι είχε πει «το ποδόσφαιρο δεν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου, αλλά κάτι πολύ πιο σοβαρό».
Καταλαβαίνω πολύ καλά τι ήθελε να πει και συμφωνώ. Μιλάει για την αναμέτρηση με τον εαυτό μας, το προσπέρασμα των προσωπικών μας ορίων και το «χάσιμό» μας μέσα στο σύνολο της ομάδας.
Υπάρχουν τραγούδια σας για το ποδόσφαιρο που δεν έχουν κυκλοφορήσει;
Υπάρχουν και σκέφτομαι κάποια στιγμή να τα βγάλω κάνοντας ίσως και έναν θεματικό δίσκο. Επίσης, έχω γράψει και αρκετά ποιητικά κείμενα για τον αθλητισμό. Τα έγραφα μέσα στο γήπεδο!
O ΚΩΣΤΑΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ ΚΑΙ Η ΠΕΝΤΕΛΗ
Μένετε στην Παλαιά Πεντέλη. Τι σας αρέσει στην περιοχή σας;
Πρόκειται για μια «τραυματισμένη» περιοχή. Σωθήκαμε από τρομερές φωτιές χάνοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος της παιδικής μας ηλικίας. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έχει φτάσει στο αποκορύφωμα η οργάνωση του δήμου στο θέμα της εθελοντικής πυρασφάλειας. Η Πεντέλη είναι μια περιοχή με ιστορική συνέχεια χιλιάδων χρόνων από την αρχαιότητα και με μια απίστευτη εναλλαγή τοπίων. Μου ταιριάζει πολύ γιατί είμαι άνθρωπος της μικρής κοινότητας. Αν και ζω στο δάσος, μπορώ να πάω με τα πόδια παντού. Το τραγούδι «πάνω από τη διασταύρωση» που κάναμε με τους Υπνοβάτες μιλάει για την περιοχή μας. Το γκαράζ του Κώστα Καββαδία που ηχογραφήθηκε ήταν στη Νέα Πεντέλη στην οδό Παφλαγόνος.