Γράφει η Μιλένα Αποστολάκη: Δικηγόρος, Διευθύντρια Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαμεσολάβησης και Διαιτησίας – Υποψήφια ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΠΑΣΟΚ στον Βόρειο Τομέα
Η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 21ης Μαΐου θα κληθεί να διαχειριστεί την πορεία της χώρας σε αβέβαιες διεθνείς γεωπολιτικές συνθήκες. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που μαστίζουν τον πλανήτη, διαμορφώνουν την νέα «κανονικότητα» του 21ου αιώνα με την οποία θα πορευθεί στο μέλλον η ανθρωπότητα.
Όπως καταδεικνύουν όλες οι μετρήσεις της κοινής γνώμης, η πλειοψηφία των πολιτών στο ερώτημα αλλαγή ή συνέχεια επιλέγουν με συντριπτική πλειοψηφία αλλαγή, στο δε ερώτημα αυτοδυναμία ή κυβέρνηση συνεργασίας, επιλέγουν κυβέρνηση συνεργασίας. Τα παραπάνω ευρήματα συνιστούν ένα αμάχητο τεκμήριο της αποτυχίας των δυο αυτοδύναμων κυβερνήσεων που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία οκτώ χρόνια.
Το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα που την περίοδο της διακυβέρνησής του υλοποίησε τις πιο εμβληματικές μεταρρυθμίσεις, που άλλαξαν τη ζωή των πολιτών και πήγαν τη χώρα μας μπροστά (ΕΣΥ, ΑΣΕΠ, ΚΕΠ, ΔΙΑΥΓΕΙΑ κ.ά.). Σήμερα, καθώς η άδικη κρίση της ιστορίας υποχωρεί, όλοι γνωρίζουν πλέον και επιμερίζουν αναλογικά τις ευθύνες για τη χρεωκοπία και τη μνημονιακή δοκιμασία που πέρασε ο τόπος. Όλοι έζησαν το μνημόνιο της ΝΔ ,αλλά και το μνημόνιο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν το κατήργησε με ένα νόμο και ένα άρθρο…
Χωρίς καμιά κυβερνητική ευθύνη για όσα συνέβησαν στη χώρα από το 2015 μέχρι σήμερα, το ΠΑΣΟΚ, με σχέδιο για το πού πρέπει να πάει η χώρα και συγκεκριμένες προτεραιότητες, διεκδικεί ένα ισχυρό διψήφιο εκλογικό ποσοστό που θα του επιτρέψει να γίνει ο χρήσιμος ρυθμιστικός εταίρος. Σε μια κυβέρνηση που θα καταργήσει το νόμο Κατρούγκαλου, θα επαναφέρει την προστασία της πρώτης κατοικίας καθώς επίσης και τον δημόσιο χαρακτήρα του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Κανένα άλλο κόμμα δεν διαθέτει μελετημένα προγράμματα με ξεκάθαρους στόχους και πολιτικές. Το ΠΑΣΟΚ, κόμμα ευθύνης και όχι διαμαρτυρίας, θα επιδιώξει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με ρεαλιστικούς στόχους στη βάση προγραμματικών συμφωνιών, αποκλείοντας από τη δυνατότητα επίτευξης προγραμματικής σύγκλισης κόμματα που παίζουν με το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας ,όπως το κόμμα του κ. Βαρουφάκη.
Σε αυτή την κυβέρνηση συνεργασίας δεν μπορεί να είναι πρωθυπουργοί οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας. Η παρακαταθήκη και των δυο είναι αρνητική. Ο κ. Τσίπρας επέλεξε τη συνεργασία με το κόμμα του κ. Καμμένου, έφερε το τρίτο αχρείαστο και επαχθέστερο μνημόνιο, άνοιξε το δρόμο στα funds, ψήφισε το νόμο Κατρούγκαλου, επιχείρησε να χειραγωγήσει τα μέσα ενημέρωσης, δίχασε το λαό και χρεώνεται τις εθνικές τραγωδίες στη Μάνδρα και το Ματι.
Ο κ. Μητσοτακης υποσχέθηκε επιτελικό κράτος και αντί γι’ αυτό, σφράγισε τη διακυβέρνησή του με τις υποκλοπές, τις απευθείας αναθέσεις ύψους 9,5 δισ., τη διεύρυνση των ανισοτήτων, την αναξιοκρατία και την τραγωδία των Τεμπών. Το «επιτελικό» κράτος έγινε ο βραχίονας προκειμένου οι υπουργοί να περιοριστούν στην εκτέλεση ειλημμένων αποφάσεων από ένα πανίσχυρο κέντρο αποφάσεων που εγκαθιδρύθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Το ΠΑΣΟΚ θα επιδιώξει το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με αίσθημα ευθύνης στη βάση αξιόπιστων προγραμματικών συμφωνιών. Δεν θα είναι δεκανίκι και όχημα προκειμένου να ικανοποιηθούν οι προσωπικές φιλοδοξίες του κ. Μητσοτάκη και του κ. Τσίπρα, που και οι δυο δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Θα είναι ισότιμος υπεύθυνος κυβερνητικός εταίρος για να εφαρμόσει πολιτικές που απαντούν στις ανάγκες των πιο αδύναμων και της μεσαίας τάξης. Με διακριτές αρμοδιότητες και με διαδικασίες που θα διασφαλίζουν τη συνοχή μιας κυβέρνησης συνεργασίας που σχηματίστηκε για ενώσει και όχι για να διχάσει, για να υπηρετήσει τις ανάγκες των πολλών και όχι τις επιθυμίες των κολλητών.