ΚΩΝ/ΝΟΣ ΦΙΛΗΣ: Η ελληνική κοινωνία έχει ξεπεράσει τις αντοχές της. Αρχή Φθινοπώρου, κι ενώ η θερμοκρασία στο φυσικό μας περιβάλλον γίνεται ηπιότερη, εκείνη που αφορά στο πολιτικό-κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον της Ελλάδας, ανεβάζει όλο και περισσότερο πυρετό.
ΠεριΓράφει η Θέμις Μαυραντή
Επειδή λοιπόν, οι πολιτικές «συνταγές» που τέθηκαν έως τώρα σε εφαρμογή για την αντιμετώπιση της «νόσου» απεδείχθησαν εν τοις πράγμασι λανθασμένες και απέτυχαν παταγωδώς, θεωρώ πως είναι χρήσιμο, όλοι οι πολίτες αυτής της πατρίδας, να σοβαρευτούμε επί τέλους και να προσπαθήσουμε με νηφαλιότητα, να αντιληφθούμε το πώς και το γιατί βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή ναυαγοί… μεσ’ στου Αιγαίου τα νερά…
Σ’ αυτό το εγχείρημα, ζητήσαμε τη συνδρομή ενός νέου σε ηλικία επιστήμονα, από εκείνους για τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να καμαρώνει, και στους οποίους οι Έλληνες θα πρέπει να επενδύσουν και να εμπιστευθούν το μέλλον της πατρίδας τους.
Έχουμε την τιμή να συνομιλούμε με τον κύριο Κωνσταντίνο Φίλη.
* Ο Δρ. Κωνσταντίνος Φίλης, είναι Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. Εντεταλμένος διδάσκων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και διαλέκτης στη Σχολή Διοίκησης Επιτελών Πολεμικού Ναυτικού (ΣΔΙΕΝΠ).
Κύριε Φίλη
Ας υποθέσουμε πως έχουμε μπροστά μας μία σκακιέρα: την Ελλάδα. Έχουμε και τους δύο παίκτες: την ελληνική κυβέρνηση από τη μια και τους εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την άλλη. Ποια λάθη κατά την εκτίμησή σας έγιναν και από τις δύο πλευρές και έσπρωξαν συν τω χρόνω, τη… σκακιέρα να τραμπαλίζεται σήμερα στο χείλος του γκρεμού;
Υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες και στις δύο πλευρές
Η ελληνική βολεύτηκε και αποδέχθηκε τη στρεβλή λειτουργία των περισσοτέρων θεσμών, προεξέχοντος του δημοσίου, την πελατειακή σχέση πολιτών-πολιτικών, βάσει της οποίας οι πρώτοι κρίνονταν από την αποτελεσματικότητα στα ρουσφέτια και όχι από το όραμά τους για τη χώρα. Την αναξιοκρατία, την ανομία και την έλλειψη λογοδοσίας σε όλα τα επίπεδα. Την ανάπτυξη μεγάλων συμφερόντων με κρατικοδίαιτες λογικές, που περιορίζονταν εντός συνόρων και νέμονταν σημαντικό μέρος του εθνικού πλούτου. Τον συνεχή δανεισμό. Την κουλτούρα της υπερκατανάλωσης, που ενίσχυε τις εισαγωγές μακριά από παραγωγικές διαδικασίες και ανταγωνιστικά εξαγωγικά πλεονεκτήματα. Τις συντεχνίες και τον κακώς νοούμενο συνδικαλισμό, που συγκρατούσαν κάθε δημιουργική δύναμη της χώρας. Τη χαμηλή ποιότητα παιδείας. Εν τέλει την αίσθηση ότι μπορούσαμε να ζούμε πέρα από τις δυνατότητές μας, πολλές φορές διαστρεβλώνοντας στοιχεία ή περιφρονώντας την απορρόφηση κεφαλαίων προερχόμενων από την Ε.Ε.
Κάποιες ευρωπαϊκές δυνάμεις από την άλλη, έκλειναν τα μάτια μπροστά σε καταφανή περιστατικά, που καταδείκνυαν τη λάθος κατεύθυνση της χώρας, όχι από αλληλεγγύη, αλλά γιατί έτσι εκτιμούσαν, πως διευρύνονταν οι εξαρτήσεις της ελληνικής οικονομίας, ενώ ήταν και γι’ αυτούς αρκετά βολικό, το ότι λόγω της υψηλής ρευστότητας ενισχύονταν οι δικές τους βιομηχανίες και εξαγωγές.
Παράλληλα, αναγνωρίζοντας στην Ελλάδα ένα ειδικό ρόλο σε μία ευαίσθητη περιοχή της υφηλίου, είτε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είτε κατόπιν -κυρίως στον απόηχο της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας- προτιμούσαν τη σιωπή ή τις χλιαρές παραινέσεις για να μην διαταραχθούν οι εύθραυστες ισορροπίες. Αποκορύφωμα αυτής της προσέγγισης ήταν η χαλαρή διάθεση με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι ισχυρές ενδείξεις ότι το πλοίο όδευε σε ναυάγιο, όταν τη διετία 2007-2009 η Ελλάδα λοξοδρόμησε εμφανώς σε σχέση με την επίτευξη στόχων, αλλά και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως καθ’ ύλην αρμόδια, αγνόησε όλες τις προειδοποιήσεις και δεν προέβη σε καμία ενέργεια συγκράτησης της καθοδικής πορείας, παρακολουθώντας αμέτοχη την πορεία προς την αναγκαστική βοήθεια.
Υπάρχουν λάθη σ’ αυτό το «παιχνίδι», τα οποία θα βάζατε σε εισαγωγικά;
Δεν είμαι οπαδός των θεωριών συνωμοσίας
Παραφράζοντας τον Κοέλιο –παρότι η κατάληξη δεν ήταν αυτή που επιθυμούσαμε– «όλοι κατά κάποιο τρόπο συνωμοτήσαμε για ναφέρουμε την κατάσταση σε αυτό το οδυνηρό σημείο».
Ασφαλώς οι ευθύνες είναι αναλογικές και βαρύνουν κατά κύριο λόγο αυτούς που λάμβαναν τις αποφάσεις. Πολλοί, ωστόσο, εντός και εκτός χώρας, δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Μήπως οι πολιτικοί μας δεν είναι καθρέφτης της κοινωνίας;
Τα λάθη του Έλληνα «παίκτη» –ο οποίος έκανε συμπαίκτη, στην πρώτη φάση της συγκεκριμένης παρτίδας το ΔΝΤ– οφείλονται σε ανικανότητες ατόμων ή σε παράγοντες –εντός και εκτός– οι οποίοι πίεζαν και οδηγούσαν τα πράγματα προς την κατεύθυνση συμφερόντων, που έχουν να κάνουν με το παιχνίδι στη διεθνή σκακιέρα;