Σήμερα πέρασα μια πολύ δύσκολη ημέρα. Γύρισα σπίτι γύρω στις τρεις το μεσημέρι.
Δεν είχα όρεξη για φαγητό. Έφτιαξα ένα σάντουιτς και έναν καφέ, κάθισα στο σαλόνι αναπαυτικά και τα απολάμβανα μετά τη κούραση αυτής της ημέρας.
Κατερίνα Μουστάκη, γραμματέας του Δημοτικού Συμβουλίου Κηφισιάς
Απέναντί μου η τηλεόραση έπαιζε χωρίς να προσέχω τι λέει. Άρχισα να αισθάνομαι μια χαλάρωση, ευεργετική με μια γλυκιά αίσθηση να με παραλύει. Δεν ήταν ύπνος ή τουλάχιστον αυτό που λέμε «λαγοκοιμήθηκα». Ήταν κάτι τελείως διαφορετικό, σαν να είχα μεταφερθεί σε μια άλλη διάσταση και παρακολουθούσα τον εαυτό μου να συζητάει με έναν άνδρα μεταξύ σαράντα-σαρανταπέντε. Ήταν σαν να ζούσα στο παρελθόν και στο παρόν συγχρόνως. Όλα αυτά τα σκεπτόμουν, τα συνειδητοποιούσα αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Περιορίστηκα λοιπόν στο ρόλο του ωτακουστή, αφού δεν μπορούσα να αντιδράσω σ’ αυτόν τον δισυπόστατο εαυτό μου, ούτε να το αλλάξω.
– Θέλεις κάτι να σου φτιάξω; Μήπως έναν καφέ; Πάρε κάτι σε παρακαλώ.
Ξέρεις, έλειψες πολύ καιρό, θα έχεις αλλάξει και συνήθειες. Δεν μάθαμε ποτέ νέα σου.
Με τη μαμά πάντα μιλάγαμε για σένα, στην αρχή πολύ συχνά, αργότερα αραιότερα. Όμως, ζούσες μέσα στη καρδιά όλων μας. Ποτέ δεν σε ξεχάσαμε. Άργησες πολύ, η μαμά πέθανε πριν από σχεδόν επτά χρόνια, δεν την πρόλαβες.
Το ξέρω πως έχω δίκιο.
Με έχεις μπερδέψει, δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Και να σου πω κάτι περίεργο, χτες βράδυ, τακτοποιώντας κάποια χαρτιά, βρήκα ανάμεσά τους μια προεκλογική ομιλία σου, κατάλαβα ότι ήταν το 1955.
Υπήρχε μια πίκρα στα λόγια σου. Θαρρώ πως προκλήθηκε από τη συμπεριφορά των φίλων σου, που δεν ήξερες μέχρι τότε ότι ήταν εχθροί σου.
Είχες προδοθεί από κάποιον «δικό σου». Μια ανοίκεια συμμαχία στήθηκε εναντίον σου.
Ξεχώριζες για την ανιδιοτέλειά σου, για την αυτοθυσία σου, για τις ικανότητές σου και δεν το άντεχαν. Ο φθόνος, κακός σύμβουλος, οδηγεί τους ανθρώπους σε ανήθικες πράξεις και τους μετατρέπει σε κακόβουλα όντα.
Διαβάζοντας την ομιλία σου θυμήθηκα ότι επρόκειτο για εκείνη την περίπτωση που δεν «έβγαζες τα γράμματα». Ήταν φανερό ότι κάποιος «μορφωμένος» είχε προσφερθεί να σου γράψει «το λόγο». Η αυθόρμητη λεκτική αντίδρασή σου, που από μικροφώνου πέρασε στον κόσμο που παρακολουθούσε, προκάλεσε χειροκροτήματα, επειδή είχαν όλοι καταλάβει τι είχε συμβεί και σε συμμερίστηκαν. Συνέχισες με τις σημειώσεις σου και «έσκισες»!