Το τέλος του χρονολογικού έτους, σημαίνει ταυτόχρονα τέλος και του οικονομικού, σε οικογενειακό, επιχειρηματικό, αυτοδιοικητικό και, φυσικά, κρατικό επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι προϋπολογισμοί, αποτελούν το βασικό εργαλείο για τη λειτουργία των Δήμων. Ουσιαστικά, είναι το πλάνο, στο οποίο θα κινηθούν, ώστε να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους και να προσφέρουν στους δημότες τους υπηρεσίες που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής τους και κάνουν τις πόλεις τους καλύτερες.
Η ψήφιση των σχεδίων των προϋπολογισμών είναι κρίσιμη γιατί χωρίς αυτούς, κανένας Δήμος δεν μπορεί να λειτουργήσει μέσα στις ασφυκτικές λειτουργικές, διοικητικές και οικονομικές πιέσεις που υφίστανται εδώ και πολλά χρόνια.
Η οικονομική δυσπραγία, η διαρκής αφαίρεση πόρων από το Κεντρικό Κράτος, με ταυτόχρονη προσθήκη αρμοδιοτήτων, κάνει τους Δήμους να ασφυκτιούν και για το λόγο αυτό η κατάρτιση των προϋπολογισμών είναι ιδιαίτερα κρίσιμη.
Ωστόσο, παρ’ όλο που πλέον μετράμε… ώρες για την έλευση του νέου έτους, που θα σημάνει και την ταυτόχρονη χρήση ενός νέου σχεδίου, ελάχιστοι Δήμοι έχουν καταφέρει να καταθέσουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο προϋπολογισμού. Η κατάσταση είναι ακόμα πιο ιδιαίτερη, αν αναλογιστεί κανείς ότι η συντριπτική πλειονότητα των σχεδίων, επιστρέφουν από τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις με λάθη, υποδείξεις και διορθώσεις. Αιτία, όπως αναφέρουν οι διοικήσεις, οι πολλές αλλαγές στο νέο λογιστικό πλαίσιο, με το οποίο πλέον υποχρεούνται να λειτουργούν, όλοι οι φορείς του Δημοσίου, που έχουν προκαλέσει πολλά προβλήματα, ενώ και η καθοδήγηση του Υπουργείου είναι ελλιπής, με συνέπεια, τα σχέδια να μην προλαβαίνουν να ολοκληρωθούν πριν το τέλος του έτους.
Έχουμε πολλές φορές γράψει για τις ευθύνες των Δήμων για τη δυσλειτουργία τους. Αυτή, όμως, δεν είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις. Εδώ και χρόνια και υπό το βάρος – ή/και την δικαιολογία κάποιες φορές – των μνημονιακών υποχρεώσεων, το Κεντρικό Κράτος, αντιμετωπίζει την Τοπική Αυτοδιοίκηση σχεδόν εχθρικά, με συνέπεια οι Δήμοι, που είναι ο φορέας που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επαφής με τον πολίτη, να προσπαθούν να καλύψουν υποχρεώσεις και προβλήματα, για τα οποία φέρουν το ελάχιστο του μεριδίου της ευθύνης.
Ήδη, με την κατάσταση να έχει φτάσει στο απροχώρητο, οι αντιδράσεις των Δήμων εντείνονται. Το πρόσφατο συνέδριο της ΚΕΔΕ ήταν η πρώτη προειδοποίηση, ενώ η προ ολίγων ημερών μαζική κινητοποίηση έξω από τη Βουλή δείχνει την πρόθεση οι Δήμοι να βγουν μπροστά, διεκδικητικά και δυναμικά.
Και, όμως, ακόμα και σε αυτή τη συγκυρία, σημειώθηκαν ηχηρές απουσίες. Έχει κι αυτό το συμβολισμό του. Η ανάμιξη με τα κοινά, σε όποιο επίπεδο και αν γίνεται, εμπεριέχει πολύ συχνά και το στοιχείο της ρήξης. Ρήξη δεν σημαίνει απαραίτητα και σύγκρουση. Η δημιουργική διαφωνία, η κατάθεση αντιπροτάσεων και η συλλογική διεκδίκηση είναι η βάση της δημοκρατικής λειτουργίας όλων των θεσμών. Πολλώ δε μάλλον στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, που συχνά οι προσωπικές επιλογές μας έρχονται σε ρήξη με το κοινό καλό, το οποίο καλούμαστε να υπηρετήσουμε. Και, καλώς ή κακώς, κάθε επιλογή έχει τις δικές της συνέπειες, ενδεχομένως τίμημα και, σίγουρα, αξιολογείται εκ του αποτελέσματος. Η απουσία από τη συλλογική διεκδίκηση, μπορεί να μεταφραστεί εύκολα και ως επιλογή αποφυγής ρήξης με την κομματική αφετηρία. Και αυτό επίσης έχει τον δικό του συμβολισμό.
Σε κάθε περίπτωση, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, έπειτα από χρόνια, ας μου επιτραπεί η κρίση, αδράνειας, ίσως και αιφνιδιασμού, δείχνει ξανά τη δυναμική της. Είναι προς όφελος των ίδιων των πόλεων να είναι ξεκάθαρο πως οι δημοτικές Αρχές επιλέγουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους, διεκδικώντας το καλύτερο για τους δημότες. Είναι ένα πρώτο βήμα για καλύτερες μέρες, όποτε και αν έρθουν αυτές.
Σε μια εποχή πολιτικής αναζήτησης και ζυμώσεων, κάθε επιλογή μπορεί να κριθεί και εκτός αποτελέσματος. Η ίδια η πρόθεση είναι ίσως που φέρει μεγαλύτερο βάρος.






































































































