Πολύς κόσμος έχει αλλάξει. Συμβιβάζεται, εντάσσεται. Εσύ δεν τόχεις κάνει. Έχεις κάποιο μηχανισμό αντίστασης;
…Τι να σου πω; Ρωτάς τον πλέον αναρμόδιο ν’ απαντήσει σ’ αυτό…
(Θ.Τ.) Θα σου πω εγώ. Τα όχι του και το ότι δεν γοητεύτηκε ποτέ από το χρήμα. Ποτέ. Το περιφρονεί το χρήμα εντελώς. Ο Μήτσος δεν ξέρει ποτέ πόσα λεφτά έχει, δεν τον ενδιαφέρει. Θα ενδιαφερθεί όταν θα δει κάτι και θα θέλει πολύ να το πάρει…
Ή να πληρώσω έναν λογαριασμό.
(Θ.Τ.) Κατά τ’ άλλα δεν τον ενδιαφέρει καθόλου. Δηλαδή το πως θα φερθεί, δεν εξαρτάται ποτέ από το τι έχει. Είναι μέσα του τόσο παγιωμένος, αλλά ταυτόχρονα και ανοιχτός, έτοιμος να αλλάξει, αν κάτι του μιλήσει, του πει. Δεν είναι πετρωμένος. Ο Μήτσος είναι με την αμφιβολία διαρκώς, και την περιέργεια. Αλλά έχοντας ξεκαθαρίσει μερικά βασικά.
Σ’ όποιον αρέσουμε, τι να κάνεις.
Αυτό, μπορεί νάχει να κάνει με την καλή καταγωγή;
Όχι, τι καλή καταγωγή;
Να, μια “καλή” οικογένεια της Αθήνας, που στα παιδικά χρόνια, σου παρείχε την ασφάλεια…
(Θ.Τ.) Κοίτα, για να λέμε την αλήθεια, όλα παίζουν ρόλο. Γιατί από τη στιγμή που οι επιστήμονες λένε πως ο χαρακτήρας του ανθρώπου έχει διαμορφωθεί στα πρώτα τρία τέσσερα χρόνια της ζωής του, έχει παίξει κάποιο ρόλο, αλλά μετά είναι, αυτός ο ειδικός χαρακτήρας, ακόμα από παιδί, προς τα που θέλει να πάει. Γιατί και το παιδί αντιλαμβάνεται και κρίνει συμπεριφορές.
– Μπορεί να επηρεάζεσαι από κάποιον άλλο, για κάποια πράγματα, αλλά μέχρις ένα σημείο.
Εσύ πότε θυμάσαι πρώτη φορά που έκανες μια σκανταλιά, που έκανες κάτι το οποίο δεν ήταν από τα “καθώς πρέπει” της οικογένειας του γιατρού; Έτσι, για να δούμε από που αρχίζει αυτός ο μύθος της παραβατικότητας του Μήτσου του Πουλικάκου; Ποια να ήταν η πρώτη του “μεγάλη παρανομία”. Εμείς, ας πούμε, κλέβαμε σηματάκια απ’ τ’ αυτοκίνητα στη γειτονιά.
– Χα. Τα κάναμε κι εμείς αυτά. Μόλις είχανε βγει τότε τα 500αράκια, αυτά τα Φιατάκια, ανοίγαμε μια πόρτα πολυκατοικίας και βάζαμε στην είσοδο ένα Φιατάκι, ή βάζαμε σ’ ένα δρόμο, αργά τώρα το βράδυ, ας πούμε, παίρναμε ένα αυτοκίνητο και το βάζαμε κάθετα στο δρόμο, χωρίς να περιμένουμε να δούμε τις επιπτώσεις. Αυτά, βέβαια, πιο μεγάλος..
Έτσι, πρώτη φορά που θυμάσαι να παράκουσες τη μαμά, τον μπαμπά;
-Κοίταξε, μικρός, είχα κάτι ξαδέλφια στη Μαγκουφάνα, πού είναι το μοναστήρι με τις καλόγριες… πίσω απ’ τη μάντρα του μοναστηριού ήτανε χωράφια… είχε ένα σπίτι θείος μου, ο οποίος ήταν μάλιστα ΚΚΕ, να πούμε τότε, ε εκείνες τις εποχές, ξέρεις τώρα, ΚΚΕ… ήτανε και δικαστικός, είχε πρόβλημα.. ο Περικλής και η θεία η Χαρίκλεια. Είχανε δύο παιδιά, ξαδέλφια μου, ο ένας λίγο μεγαλύτερος ο άλλος λίγο μικρότερος. Και ο πατέρας μου, του άρεσε, όπως κι αυτός είχε μικρός μπούκλες και μετά φαλάκρυνε να πούμε, ε τόχε καημό, φαίνεται ο άνθρωπος και με είχανε κι εμένα με μπούκλες, να πούμε δεν ήθελε νάχω… κοντοκομμένο μαλλί, όπως είχαν τα παιδάκια εκείνη την εποχή, ξέρεις που είναι κουρεμένο το κεφάλι κι εδώ μπροστά ένα τσουλούφι και μετά…