Η υπόθεση της ποσόστωσης, ανεξάρτητα από την απόφαση του διοικητικού ή του ανώτατου δικαστηρίου επί της έντασης που έχει υποβληθεί, αναδεικνύει γι’ άλλη μια φορά τις παραδοξότητες που κατατρέχουν την ελληνική πραγματικότητα. Υποχρεώσεις και δικαιώματα εγκλωβίζονται στην πολυνομία και τις κακοδιατυπωμένες ρυθμίσεις και χρήζουν κατά κανόνα ερμηνευτικών οδηγιών, ακόμα και δικαστικών αποφάσεων. Ωστόσο, ο άνθρωπος «κατά νόμο άρχει» και συνεπώς άγνοια νόμου δεν νοείται, δεν συγχωρείται και προφανώς δεν νομιμοποιείται. Διαμορφωτές των νόμων ερμηνεύουν την ισοδυναμία της ψήφου κατά το δοκούν και εφευρίσκουν συστήματα που φαλκιδεύουν και αλλοιώνουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση. Η θεσμοθέτηση του 42% με εκλογή των 3/5 των εδρών και η μη προσμέτρηση των λευκών είναι η απόδειξη.
Θεματοφύλακες των νόμων με τις παραλείψεις τους «νομιμοποιούν» δικαιώματα, τα οποία παραπέμπονται για αποκατάσταση σε διαδικασίες εκ των υστέρων. Ανακήρυξη συνδυασμού χωρίς ελάχιστο ή μέγιστο αριθμό υποψηφίων, ποσόστωση και έμβλημα, είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να υπάρξει. Όμως, η παράλειψη αυτή, όπως και τα εκλογικά τερτίπια, αποκαθίστανται με την ένταση, που είναι απόλυτο και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα κάθε δημότη-πολίτη.Τούτο όμως συνιστά, άλλη μια μοναδική παραδοξότητα. Δήμαρχοι, που δεν τήρησαν την ποσόστωση, πήραν τη λαϊκή εντολή, αλλά «γλίτωσαν» την ένσταση, να ορκιστούν και να αναλάβουν κανονικά καθήκοντα. Και δυστυχώς, είναι πολλοί… και δίπλα μας.
Τι λέει η ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας
Συμμετοχή Γυναικών στα Κέντρα Λήψης Αποφάσεων
Σύνταγμα 2001
Άρθρο 4 παρ. 2: «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις…»
Άρθρο 116 παρ. 2: «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών.
Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196/Α/2000) με τον οποίο διασφαλίσθηκε η ισόρροπη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Δημόσιο, στα Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. καθώς επίσης και στους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού. Πιο συγκεκριμένα, καθιερώθηκε η υποχρεωτική, κατ’ ελάχιστο στο 1/3, συμμετοχή κάθε φύλου στα υπηρεσιακά συμβούλια και στα συλλογικά όργανα του Δημοσίου, των Δημοσίων Οργανισμών και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ο Νόμος 2910/2001 (ΦΕΚ 91/Α/2-5-2001), με τον οποίο καθιερώθηκε η υποχρεωτική, κατ’ ελάχιστο στο 1/3, συμμετοχή από κάθε φύλο ως υποψηφίων στα ψηφοδέλτια των Νομαρχιακών και Δημοτικών εκλογών.
Ν. 3463/2006 «Κύρωση Κώδικα Δήμου και Κοινοτήτων»
Το άρθρο 34, παρ. 3 του Ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114/8.6.2006) «Κύρωση Κώδικα Δήμου και Κοινοτήτων» διατηρεί την πρόβλεψη του Ν. 2910/2001 για την κατά το 1/3 συμμετοχή από κάθε φύλο στα ψηφοδέλτια των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, των συμβουλίων δημοτικού διαμερίσματος και τοπικών συμβουλίων. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται ξεχωριστά για τα δημοτικά συμβούλια, τα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων και τα κοινοτικά συμβούλια. Ειδικά για τους υποψήφιους τοπικούς συμβούλους το ποσοστό του ενός τρίτου (1/3) υπολογίζεται επί του συνολικού αριθμού των υποψηφίων της κατηγορίας αυτής που περιλαμβάνονται σε κάθε συνδυασμό. Ο συνολικός αριθμός των υποψηφίων των συνδυασμών, που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο (1/3), όπως αυτό έχει υπολογιστεί ξεχωριστά για κάθε μια από τις παραπάνω κατηγορίες προσώπων, αρκεί να υφίσταται για το σύνολο των υποψηφίων κάθε συνδυασμού, χωρίς να είναι αναγκαίο να επιμερίζεται ισομερώς σε καθεμία από τις ανωτέρω κατηγορίες υποψηφίων.
Τι προβλέπει ο νέος Δημοτικός & Κοινοτικός Κώδικας
Κεφάλαιο Δ’ Άρθρο 34: Υποψηφιότητες συνδυασμών
2. «Κάθε συνδυασμός περιλαμβάνει: α. Έναν υποψήφιο δήμαρχο ή πρόεδρο Κοινότητας. β. Υποψήφιους δημοτικούς ή κοινοτικούς συμβούλους. Ο αριθμός των υποψηφίων δημοτικών ή κοινοτικών συμβούλων πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσος με τον αριθμό των μελών που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 19 για τους Δήμους και του άρθρου 20 για τις Κοινότητες, μπορεί δε να αυξηθεί έως το πενήντα τοις εκατό (50%) του αριθμού αυτού…».
3. «Ο αριθμός των υποψηφίων δημοτικών ή κοινοτικών συμβούλων, συμβούλων δημοτικού διαμερίσματος και τοπικών συμβούλων από κάθε φύλο πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό ίσο τουλάχιστον με το ένα τρίτο (1/3) του αριθμού των υποψηφίων συμβούλων. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται διακεκριμένα για τα δημοτικά συμβούλια και για τα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων, με βάση τον αριθμό των συμβούλων, όπως αυτός προβλέπεται στο άρθρο 19 παρ. 2….».
Η παράγραφος 2 του άρθρου 19, αναφέρεται στις Δημοτικές Αρχές και προσδιορίζει τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου (έδρες) με βάση τον πληθυσμό.
«Το Δημοτικό Συμβούλιο αποτελείται από… τριάντα τρία (33) μέλη σε Δήμους με πληθυσμό από εξήντα χιλιάδες έναν έως εκατό χιλιάδες (60.001-100.000)…», όπως στην περίπτωση του Αμαρουσίου.
Ωστόσο στη συνέχεια της παραγράφου 3 του άρθρου 34 που αφορά ειδικά στους υποψήφιους τοπικούς συμβούλους αναφέρει ότι: «… το ποσοστό τους ενός τρίτου (1/3) υπολογίζεται επί του συνολικού αριθμού των υποψηφίων της κατηγορίας αυτής που συμπεριλαμβάνονται σε κάθε συνδυασμό. Ο συνολικός αριθμός των υποψηφίων των συνδυασμών, που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο (1/3), όπως αυτό έχει υπολογιστεί κατά τα ανωτέρω εδάφια, αρκεί να υφίσταται για το σύνολο των υποψηφίων κάθε συνδυασμού, χωρίς να είναι αναγκαίο να επιμερίζεται ισομερώς σε καθεμία από τις ανωτέρω κατηγορίες υποψηφίων…». Δηλαδή, για δήμους που προβλέπεται εκλογή δημοτικών και διαμερισματικών συμβούλων η ποσόστωση αναφέρεται στο συνολικό αριθμό των υποψηφίων του συνδυασμού.
Τι γράφει η επίμαχη διευκρινιστική εγκύκλιος
Στη διευκρινιστική εγκύκλιο του υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης αναγράφεται για το θέμα της ποσόστωσης του φύλου:
«Κάθε συνδυασμός πρέπει να συμπεριλάβει στο ψηφοδέλτιό του υποψήφιους δημοτικούς ή κοινοτικούς συμβούλους, συμβούλους δημοτικού διαμερίσματος και τοπικούς συμβούλους από κάθε φύλο (άνδρες-γυναίκες) σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το ένα τρίτο (1/3) του αριθμού των υποψηφίων συμβούλων.
Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι ίσο με το μισό της μονάδας και άνω… Ο συνολικός αριθμός των υποψηφίων από τα δύο φύλα κάθε συνδυασμού που αντιστοιχεί στο 1/3 υπολογίζεται ως εξής: Υπολογίζουμε πρώτα το ένα τρίτο (1/3) του συνολικού αριθμού των δημοτικών ή κοινοτικών συμβούλων που εκλέγει ο κάθε Δήμος ή Κοινότητα, και όχι του αριθμού των υποψηφίων δημοτικών ή κοινοτικών συμβούλων του συνδυασμού».
Ακολουθεί πίνακας με παραδείγματα, όπου το 1/3 για τον υπολογισμό της ποσόστωσης στο 33 (αριθμός δημοτικών συμβούλων που εκλέγονται όπως είναι και η περίπτωση του Αμαρουσίου), καταγράφεται ότι αντιστοιχεί ο αριθμός 11 (1/3 των 33 δημοτικών συμβούλων που εκλέγονται).