Στις 18 Οκτωβρίου στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν κάνει πρεμιέρα το πρώτο της θεατρικό έργο «Οι ναυαγοί». Λίγο πριν τη γνωρίσουμε με τη δεύτερη ιδιότητά της, αυτήν της σκηνοθέτιδος, η γνωστή ηθοποιός μοιράζεται με την ΑΜΑΡΥΣΙΑ σκέψεις και συναισθήματα.
Το 2019 τιμήθηκε με το θεατρικό βραβείο Μελίνα Μερκούρη για την παράσταση «Το φιντανάκι» του Παντελή Χορν. Ήταν η στιγμή που ακόμα και όσοι τη γνώριζαν μόνο ως την κόρη δυο σπουδαίων ηθοποιών (Γιάννης Μπέζος, Ναταλία Τσαλίκη) άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι πλέον η Ηρώ Μπέζου ανήκει στην ελπιδοφόρα nouvelle vague του νέου ελληνικού θεάτρου με το «σπαθί» της. Με το «σπαθί» της και με ένα ταλέντο που «ωριμάζει μες στη σιγή» όπως γράφει και ο Γκαίτε.
Άνθρωπος χαμηλών τόνων η ίδια, επιλέγει να μη μιλάει συχνά παρά μόνο με τη δουλειά της. Έχοντας ήδη μια διαδρομή δέκα ετών πίσω της σε θέατρο και κινηματογράφο, ήρθε η ώρα να δοκιμαστεί και στον ρόλο του σκηνοθέτη. Λίγες ημέρες πριν την πιο σημαντική (μέχρι την επόμενη) πρεμιέρα της, μας μιλάει για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε το θέατρο εν μέσω των lockdown που προηγήθηκαν και για το ελληνικό «me too», ενώ αποκαλύπτει ότι δεν θα ήθελε στην παρούσα φάση της καριέρας της να συνεργαστεί επί σκηνής με τους γονείς της.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Το πρώτο θεατρικό σας έργο «Οι Ναυαγοί» σε λίγες ημέρες ανεβαίνει στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν. Ποια είναι τα συναισθήματά σας πριν το πνευματικό σας παιδί έρθει στον κόσμο;
Πάρα πολύ άγχος, φόβος και τρομερή χαρά. Είναι μια πρόκληση αυτό το άνοιγμα της παράστασης προς τα έξω γιατί δημιουργήθηκε σε ένα προστατευμένο πλαίσιο, με αγαπημένους ανθρώπους σε μια χρονική στιγμή που ξέραμε ότι δεν πρόκειται να παιχτεί (στις αρχές αυτού του χρόνου) κι όμως το φτιάξαμε… Είναι πολύ προσωπικό το κείμενο, πολύ οικογενειακό το περιβάλλον της δουλειάς και η έκθεση είναι ένα στάδιο βίαιο, ένα άλμα τρομακτικό αλλά αναγκαίο. Είναι μία ανάληψη ευθύνης. «Αυτός είμαι, αυτό έκανα».
Μαζί με τον Γιάννη Παπαδόπουλο υπογράφετε τη σκηνοθεσία της παράστασης. Αλήθεια, τι από τα δυο αγαπάτε περισσότερο; Την υποκριτική ή τη σκηνοθεσία;
Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Είμαι ηθοποιός, αυτό σπούδασα, αυτό έχω εξασκήσει, αυτό είναι το επάγγελμά μου. Η σκηνοθεσία προέκυψε από την ανάγκη να ανέβει το έργο μου. Δεν ήθελα να το αναθέσω εξ ολοκλήρου σε κάποιον άλλον. Είχα να πω πολλά σε σχέση με αυτό στους ηθοποιούς, είχα μέσα μου τη δραματουργία και την υποκριτική κατεύθυνση, ως ένα σημείο φυσικά. Ο Γιάννης είναι σαν αδερφός μου, είμαστε συνοδοιπόροι στο θέατρο και συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον με τρόπο που απ’ ό,τι φαίνεται λειτουργεί.
Η σκηνοθεσία είναι ξεχωριστό ταλέντο. Μου είναι σαφώς πιο δύσκολη γιατί είμαι ανεξοικείωτη με τον ρόλο του αρχηγού. Πιέστηκα και πιέζομαι να παίρνω αυτή τη θέση. Ομολογώ παρ’ όλα αυτά ότι υπάρχουν στιγμές που αιφνιδιάζομαι από τον εαυτό μου. Αν φύγει η ενοχή και το άγχος να τους έχεις όλους ευχαριστημένους, μπορεί να λειτουργήσω απρόσμενα καλά. Επίσης, μεγάλο ζήτημα είναι η αισθητική, η σχέση με το εικαστικό κομμάτι κλπ. Τελικά, μπορώ να πω πως μας έσωσε το ότι είμαστε δύο.
Οι κλειστοί θεατρικοί χώροι ανοίγουν ουσιαστικά μετά από 18 μήνες. Τι θεωρείτε ότι θα έχει αλλάξει στη συνθήκη της σχέσης μεταξύ θεατή και δρώντα;
Υποθέτω ότι η απόφαση του θεατή να επισκεφθεί τη θεατρική αίθουσα θα πάρει άλλες διαστάσεις. Θα σημαίνει πραγματική επιθυμία, που συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη δική μας. Και μεγαλύτερη χαρά φυσικά. Ακόμη κι αν είναι λίγοι, θα ‘ναι πολλοί.
Στη διάρκεια των δυο lockdown ανήκατε σε αυτούς που δημιούργησαν ή παρακολούθησαν μια παράσταση διαδικτυακά;
Όχι, δεν έτυχε να συμμετέχω σε live streaming. Παρακολούθησα μόνο μια παράσταση όπου έπαιζαν πολύ κοντινά μου πρόσωπα. Χάρηκα που εξέθεσαν τη δουλειά τους έστω κι έτσι, γιατί ένα έργο τέχνης πρέπει να φτάνει στον αποδέκτη.
Από την άλλη, είναι τόσο διαφορετικός ο τρόπος αυτός, που ίσως γυρνάει εις βάρος του καλλιτέχνη τελικά. Ξέρω κόσμο που βιντεοσκοπούσε με το κινητό αποσπάσματα από live streaming και τα πόσταρε στο Ιnstagram, με σχόλια, κριτική κλπ. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Η παράσταση σού ζητάει να φύγεις από το σπίτι σου, να κάνεις τον κόπο να μπεις στην αίθουσα, να κλείσεις το κινητό σου και να αφεθείς στον χωροχρόνο του άλλου, που κόπιασε 2 – 3 μήνες για να τον φτιάξει. Σε αυτό το πλαίσιο λειτουργεί η παράσταση, όχι με το να τη βλέπουμε τρώγοντας μακαρόνια ή μιλώντας στο τηλέφωνο. Είναι κόντρα στη φύση της. Δεν θα πετύχει, πώς να το πω…
Φοβηθήκατε εκείνη την περίοδο για το επαγγελματικό σας μέλλον; Ότι αυτή η περίοδος θα κρατήσει περισσότερο απ’ όσο αρχικά νομίζαμε;
Ήμουν αισιόδοξη και διαψεύστηκα. Πίστευα ότι ήταν ζήτημα λίγων μηνών.
Ζείτε σήμερα με τον φόβο ενός νέου lockdown;
Δεν φοβάμαι γιατί κουράστηκα να το σκέφτομαι. Προχωράω σαν να μην πρόκειται να ξανακλείσουμε κι αν συμβεί δεν θα καταρρακωθώ. Θέλει λίγο χιούμορ και υπομονή.
Μετά τις αποκαλύψεις για το ελληνικό «me too» θεωρείτε ότι το ελληνικό θέατρο θα βγει δυνατότερο; Θα λέγατε ότι έγινε εκκαθάριση στον χώρο;
Δεν θα χρησιμοποιούσα αυτήν την έκφραση. Κάτι θετικό σίγουρα έχει βγει και θα φανεί. Υπάρχει προηγούμενο καταγγελιών που δικαιώθηκαν, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Σε βάθος χρόνου θα μπορούμε να αποφανθούμε, είναι ακόμα πολύ νωπό.
Σας έχει τύχει να είστε στην θέση του θύματος όσον αφορά επαγγελματική ή σεξουαλική καταπίεση που βιώσατε στον χώρο της εργασίας σας;
Όχι, ποτέ. Μάλλον ήμουν πολύ τυχερή. Βέβαια, έχω υπάρξει κατά καιρούς μάρτυρας συμπεριφορών που δεν τιμούσαν καθόλου τον άνθρωπο που βρισκόταν στο τιμόνι. Αλλά και πάλι όχι κάτι τερατώδες.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε συμμετείχατε στην -κατά κοινή ομολογία- καλύτερη παράσταση της σεζόν και αναφέρομαι στον «Προμηθέα Δεσμώτη». Εκεί για τις ανάγκες του ρόλου σας (σ.σ. υποδυόταν την Ιώ) ακροβατούσατε σε ξυλοπόδαρα. Πόσο σας δυσκόλεψε αυτό;
Όχι ιδιαίτερα, γιατί έκανα εξάσκηση με τον Άρη (σ.σ. Άρη Μπινιάρη, σκηνοθέτη της παράστασης) πολύ καιρό πριν την έναρξη των προβών και έφτασα στην παράσταση να μην το σκέφτομαι σχεδόν καθόλου. Ήταν σαν να πρόκειται για ένα κινησιολογικό μοτίβο του χαρακτήρα. Απλώς ήταν εντυπωσιακό για τους απ’ έξω. Η υποκριτική δυσκολία ήταν μεγαλύτερη από την εκτέλεση του τεχνικού κομματιού.
Είναι το θέατρο μια ακροβασία; Η άμεση έκθεση στο κοινό φέρνει φόβο στον καλλιτέχνη;
Εξαρτάται από το πόσο επιλέγεις να εκτεθείς. Το να ανεβαίνεις στη σκηνή και να σε βλέπουν κάποια στιγμή συνηθίζεται, γίνεται η ρουτίνα σου και επομένως το σώμα σου δεν αντιστέκεται πια. Από κει και πέρα, ο κάθε καλλιτέχνης επιλέγει τι τον αφορά. Πάντα μπορείς να μπαίνεις σε περιοχές που σε εκθέτουν με τρόπο που σε βάζει σε νερά ανοίκεια και τρομακτικά. Μπορείς με πολλούς διαφορετικούς τρόπους να πειραματιστείς, ανάλογα με το πλαίσιο της κάθε δουλειάς, τους συνεργάτες, την προσωπική σου αναζήτηση, την προσωπική σου ζωή, τη σύνδεσή σου με το κείμενο που ερευνάς. Είναι καθαρά απόφαση του καθενός.
Με συγκινεί πολύ αυτό στο θέατρο: έχω ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα να βάλω τρικλοποδιά στον εαυτό μου. Να προσπαθήσω να μπω σε κάτι που δεν γνωρίζω. Αντί να σπεύσω να αποδείξω τι μπορώ να κάνω, να κάνω αυτό που δεν μπορώ να κάνω, αυτό που με φοβίζει. Αυτό είναι που μας καθιστά καλλιτέχνες και όχι έρμαια του εκάστοτε σκηνοθέτη, καλού ή κακού.
Το γεγονός ότι μεγαλώσατε σε μια καλλιτεχνική οικογένεια επηρέασε την απόφασή σας να ασχοληθείτε με την υποκριτική;
Προφανώς. Είναι απίθανο να μεγαλώσει ένα παιδί μέσα στον γοητευτικό κόσμο του θεάτρου και του παρασκηνίου και να μη μαγευτεί. Ίσως να υπήρχε και κάτι μέσα μου που με έσπρωξε, ποιος ξέρει, πάντως δεν το αμφισβήτησα ποτέ: Ήθελα να γίνω ηθοποιός.
Θα συνεργαζόσασταν με τον πατέρα ή τη μητέρα σας επί σκηνής;
Έχω συνεργαστεί μια φορά με τον πατέρα μου, πριν από οκτώ χρόνια. Είναι πολύπλοκη διαδικασία, θέλοντας και μη. Προς το παρόν δεν το επιθυμώ καθόλου. Το μέλλον κανείς δεν ξέρει τι θα φέρει…
Αν σας γινόταν κάποια τηλεοπτική πρόταση, τι θα απαντούσατε;
Παρακολουθώ αρκετά τηλεόραση. Δεν θα ήθελα όμως να δω τον εαυτό μου σε αυτήν. Δεν θεωρώ ότι μου ταιριάζει ιδιαίτερα.
Τι περιλαμβάνουν τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Αν όλα πάνε καλά, θα συμμετέχω στο ανέβασμα του «Θείου Βάνια» του Τσέχοφ από τον Δημήτρη Καραντζά, στο θέατρο Προσκήνιο, τον Ιανουάριο. Είναι το αγαπημένο μου θεατρικό έργο.
«Οι ναυαγοί»
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν – Υπόγειο Πεσμαζόγλου 5
Τηλ.: 210.3228706 – 210.3222760
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Σκηνοθεσία: Ηρώ Μπέζου, Γιάννης Παπαδόπουλος Σκηνικά – κοστούμια: Εύα Γουλάκου Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας Φωτογραφίες: Γιάννης Μακρογιαννέλης Εκτέλεση παραγωγής: TooFarEast Productions
ΠΑΙΖΟΥΝ:
Σοφία Κόκκαλη, Γιάννος Περλέγκας, Μιχάλης Τιτόπουλος
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα & Τρίτη: 21.00
Διάρκεια: 1 ώρα και 45 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων:
Κανονικό: 15 ευρώ
Μειωμένο: 10 ευρώ
Προπώληση:
https://www.viva.gr/tickets/theater/texnis-ypogeio/oi-navagoi/
Σημείωμα της Ηρώς Μπέζου για την παράσταση
«Γράφουμε ένα έργο για τα λόγια, που δεν αρκούν, κι όμως μόνο τα λόγια έχουμε. Λέξεις πάνω σε χαρτί, λέξεις στον αέρα. Τρεις άνθρωποι -άλλωστε πάντα τρεις είναι οι άνθρωποι- παλεύουν να κοιταχτούν, να αγαπήσουν, να «βγουν στην ζωή».
Η μοναξιά τους είναι η γέφυρα που τους ενώνει.
Τι άλλο; Ένα παιχνίδι με χαρτιά, ένα ποτήρι κρασί.
Μια παιδική ζωγραφιά».